Συζυγίας ἐγκώμιον

οικογενειακή ζωή

ὑπὸ ἀνωνύμου τινὸς ἐγγάμου

Ὁ μοναχὸς δὲν θὰ γευθεῖ ποτὲ τὴν ἐμπειρία (πραγματικὸ γεγονὸς) νὰ μοιράζεται τὴ ζωή του, τὴν ὕπαρξή του. Νὰ μοιράζεται μὲ κάποιον ἄλλον τὸ κορμί του, τὸν πόθο καὶ τὶς ἐνορμήσεις του, τὴν τροφὴ τὴν κερδισμένη μὲ τὸν μόχθο του, τὴν ὅποια στέρησή του καὶ τὴν ὅποια ἄνεση. Δὲν θὰ μοιραστεῖ ὁ μοναχὸς ποτὲ μὲ κανέναν τὸ ὄνομά του, αὐτὸ ποὺ τοῦ ἐξασφαλίζει μετοχὴ στὴν κοινωνία τῶν σχέσεων. Δὲν θὰ γευθεῖ κανένα εἶδος μοιρασιᾶς τοῦ ἑαυτοῦ, «ἀπώλειας» τῆς «ψυχῆς» του −μοιρασιᾶς ἢ «ἀπώλειας» ποὺ εἶναι ἐπιπλέον καὶ αὐτονόητη, «φυσική», δίχως τὸ παραμικρὸ ἐνδεχόμενο νὰ βιωθεῖ ὡς ἀξιομισθία.

Ἡ συζυγία ξεκινάει μὲ τὴν ταπείνωση, σαφῶς ἀνεπίγνωστη, ὑποταγῆς σὲ φυσικὲς ἀνάγκες, ἀτομικές, ἐγωκεντρικές: Ἀνάγκη ἡδονῆς, ἀνάγκη συντροφικότητας, ἀνάγκη ἀπεξάρτησης ἀπὸ τὴ γονεϊκὴ προστασία, ἀνάγκη νὰ στήσει ὁ ἀτομικὸς ἄνθρωπος τὸ δικό του σπιτικό, τὴ δική του παρουσία μέσα στὸν κοινωνικὸ βίο. Καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ποὺ «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι» (δὲν ἁλιεύει πρωταθλητές), ἔχει δρομολογήσει νὰ ἱκανοποιοῦνται οἱ φυσικές, ἀτομοκεντρικὲς αὐτὲς ἀνάγκες μέσα ἀπὸ μιὰ πορεία ἀνεπίγνωστης μοιρασιᾶς τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὕπαρξης. Ἡ μοιρασιὰ δὲν εἶναι στόχος, στόχος εἶναι ἡ ἱκανοποίηση τῆς ἀτομικῆς ἀνάγκης ποὺ ὅμως περνάει μέσα ἀπὸ τὴ μοιρασιά. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἔχει ἡ μοιρασιὰ τίποτα τὸ προγραμματικὰ ἀξιόμισθο. Εἶναι ἀκούσια ταπείνωση ὑποταγῆς στὴν ἀνάγκη. Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἀνάγκη εἶναι ἐγωκεντρική, ἡ ἱκανοποίησή της μέσα ἀπὸ τὴ μοιρασιὰ συνεπάγεται, σχεδὸν σὲ κάθε βῆμα πρόσκρουση στὸν ἄλλον, σύγκρουση, φανερὴ ἢ ἀφανὴ διαμάχη, ἀνταγωνισμὸ τῶν ἐγώ. Ἀλλὰ ἡ ἀνάγκη πλεονεκτεῖ, αὐτὴ ὑποχρεώνει τὸ ἐγώ, προοδευτικὰ καὶ ἀνεπαίσθητα, νὰ ὑποταχθεῖ, νὰ καταβάλει τὸ ἔμπονο τίμημα τῆς αὐτοπαραίτησης ποὺ προϋποθέτει ἡ ἱκανοποίηση τῶν ἀναγκῶν.

Ἡ συζυγία, κατὰ κανόνα, εἶναι σκληρὴ ἀναμέτρηση ἐγωισμῶν, ἀπαιτήσεων αὐτονομίας καὶ ἐπιβολῆς −εἶναι καυγάδες, πικρὰ λόγια, σπαραγμὸς στὰ σωθικά. Ἔτσι, μὲ αὐτοὺς τοὺς πόνους γέννας, συντελεῖται ἀνεπίγνωστα ἡ μοιρασιὰ τῆς ὕπαρξης. Τὸ τίμημα τοῦ πόνου ἀπομακρύνει κάθε ὑπόνοια κατορθώματος, ἀπαίτησης ἐπαίνων γιὰ τὴν αὐτοπαραίτηση. Ἡ μοιρασιὰ τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὕπαρξης «οὐκ ἔρχεται μετὰ παρατηρήσεως», συντελεῖται ἐν ἀγνοίᾳ τῶν ἀθλουμένων. «Ὡς ἂν ἄνθρωπος βάλῃ τὸν σπόρον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ καθεύδῃ καὶ ἐγείρητε, νύκτα καὶ ἡμέραν, καὶ ὁ σπόρος βλαστάνῃ καὶ μηκύνηται ὡς οὐκ οἶδεν αὐτὸς −αὐτομάτῃ γὰρ ἡ γῆ καρποφορεῖ».

Ἡ μοιρασιὰ (σωστότερα: κοινωνία) τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὕπαρξης «κέκτηται διδάσκαλον τὴν ἁγίαν Τριάδα». Εἶναι ἡ ὄντως ζωὴ ἡ ἀθάνατη, ποὺ εὐαγγελίζεται ἡ Ἐκκλησία. Στὴν προοπτικὴ αὐτοῦ τοῦ «εὐ-αγγελίου» ὅ,τι εἶναι ἀτομικό, εἶναι θάνατος καὶ ὅ,τι εἶναι αὐθυπέρβαση, αὐτοπροσφορά, κοινωνία, συνιστᾶ ζωή. Ἀτομικὴ ἀρετή, ἀτομικὴ ἠθικότητα, ἀτομικὴ ἐπιδίωξη σωτηρίας δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὸν τριαδικὸ τρόπον τῆς ὑπάρξεως, τὸν ἀποκεκαλυμμένο στὸν κενωτικὸ τρόπο τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὁδὸς θανάτου. Ἀντίθετα, ὁδὸς ζωῆς καὶ σωτηρίας (τρόπος νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος «σῶος», ὁλόκληρος, νὰ μετάσχει στὴν ὁλοκληρία τῆς ὕπαρξης) εἶναι ἡ μίμηση τῆς τριαδικῆς ἀγαπητικῆς ἐλευθερίας, ἡ κενωτικὴ αὐταπάρνηση τοῦ Χριστοῦ: Παραίτηση, στὴν περίπτωση τοῦ κτιστοῦ ἀνθρώπου, θελημένη ἢ ἀθέλητη, ἀπὸ τὴν αὐτονομία τοῦ ἐγώ, μοίρασμα τοῦ ἐγώ, ἑκούσια ἢ καὶ ἀκούσια ταπείνωση.

Ὁ γέρων Παΐσιος ὁ κελλιώτης ἔλεγε: «Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ταπεινωθεῖ, ἔστω καὶ ἀκούσια, ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ὑποχρεωμένη νὰ ἔρθει ἐπάνω του». Μὲ μέτρο καὶ κριτήριο αὐτὴ τὴ φράση μποροῦμε νὰ καταλάβουμε «ἐκ μέρους» πῶς ὁ Θεὸς σώζει ἀνθρώπους ποὺ δὲν ὑποψιάστηκαν ποτὲ ὅτι εἶναι σεσωσμένοι −ἀνθρώπους βαφτισμένους στὴν Ἐκκλησία ἢ ἀλλογενεῖς καὶ ἀλλόθρησκους.

Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴ συζυγία, ἡ ἐπιλογὴ τοῦ μοναχικοῦ βίου μοιάζει νὰ ἔχει ἀφετηρία ὄχι τὴν ταπεινὴ ὑποταγὴ στὴν ἀνάγκη, ἀλλὰ τὴν ἀσυναίσθητα ἐπηρμένη στόχευση τῆς ἀξιομισθίας. Ἂν ἔτσι συμβαίνει, εἶναι παγιδευμένη ἡ ἐπιλογὴ τοῦ μοναχικοῦ βίου σὲ ἀναγκαιότητα φυσικῶν ἐγωκεντρικῶν ἐνορμήσεων, ἄλλων ἀπὸ αὐτὲς ποὺ παγιδεύουν καταγωγικὰ τὴ συζυγία. Εἶναι οἱ ναρκισσιστικὲς ἐνορμήσεις, ποὺ ὁ μοναχὸς δὲν μπορεῖ μὲ καμία δύναμη θέλησης νὰ τὶς μεταπλάσσει σὲ μοιρασιὰ τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὕπαρξης, σὲ ἀκούσια αὐταπαρνητικὴ ταπείνωση −«τὸ γὰρ νικῆσαι τινὰ τὴν ἑαυτοῦ φύσιν τῶν οὐκ ἐνδεχομένων ἐστίν». Ἀγωνίζεται ὁ μοναχὸς νὰ ἀποβάλει τὸν ναρκισσισμὸ μὲ σκληρὴ προσπάθεια παραίτησης ἀπὸ τὶς φυσικὲς ἀτομοκεντρικὲς ἐπιθυμίες, παραίτησης ἀπὸ τὸ ἴδιον θέλημα. Ὅμως τὸ ἀφετηριακό του κίνητρο εἶναι ἡ ἔγνοια γιὰ τὸ ἄτομό του, ὅλες οἱ μέθοδοι νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὸ ἐγώ του ὁριοθετοῦνται ἀπὸ τὸ ἐγωτικὸ ἐνδιαφέρον. Δὲν εἶναι ὁδὸς μοιρασιᾶς τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὕπαρξης, μοιρασιᾶς τοῦ κορμιοῦ, τοῦ ὁρατοῦ καὶ αἰσθητοῦ πυρήνα τῆς ἀτομικότητας, μοιρασιὰ τῆς χρείας, μοιρασιὰ τῆς καθημερινότητας.

Μέσα στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν κατατεθεῖ πολλὰ καὶ ἐπιφανὴ «παρθενίας ἐγκώμια». Δίνουν τὴν ἐντύπωση, ἴσως στὸν ἀνώριμο ἀναγνώστη, ὅτι κυριαρχοῦνται ἀπὸ ἕναν τυπικὰ ναρκισσιστικὸ πρωταθλητισμό. Καὶ συνοδεύεται ὁ ναρκισσισμὸς κατὰ κανόνα (ἡ κλινικὴ ψυχολογία ἑρμηνεύει ἐμπεριστατωμένα τὸ γιατί) ἀπὸ τὸν χθόνιο τρόμο γιὰ τὴ σεξουαλικότητα, τὴν ἄκρα ἐνοχοποίηση τῆς σεξουαλικότητας.

Σήμερα, στὰ πλαίσια τοῦ παγκοσμιοποιημένου πολιτισμοῦ τῆς ἀτομοκεντρικῆς χρησιμοθηρίας, καταλαβαίνουμε καὶ τὴν παρθενία κυρίως ὡς ἀγαμία, δηλαδὴ ὡς ἀποφυγὴ τοῦ γάμου γιὰ χάρη τῆς ἀπερίσπαστης ἀπὸ οἰκογενειακὲς μέριμνες στράτευσης στὸ ἔργο τῆς ἐκκλησίας. Καὶ εἶναι φυσικό, γιατὶ ὁ σημερινὸς πολιτισμὸς γεννήθηκε ἀπὸ τὸ ἀναποδογύρισμα τῶν προϋποθέσεων τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τρόπου ὕπαρξης καὶ ζωῆς −τὸν γέννησε ἡ μεσαιωνικὴ Δύση μετὰ τὴν ἀπόσχισή της ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας.

Οἱ αὐτονόητες στὸν πολιτισμό μας σήμερα προτεραιότητες, τοῦ ἀτομοκεντρισμοῦ καὶ τῆς χρησιμοθηρίας, ἔχουν στρεβλώσει συνολικὰ τὴ γλώσσα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ εὐ-αγγελίου: Καταλαβαίνουμε τὴ σωτηρία σὰν ἀτομικὴ ἐπιδίωξη καὶ νομικὴ καταξίωση, τὴν πίστη σὰν πακέτο ἀτομικῶν πεποιθήσεων, τὸν πρεσβύτερο τῆς Ἐκκλησίας σὰν «ἱερέα» θρησκείας, τὸν ἐπίσκοπο σὰν «δεσπότη», διοικητικὸ ἐξουσιαστὴ τοῦ ἰδεολογικοῦ καὶ ἱεροπρακτικοῦ μηχανισμοῦ τῆς θρησκείας. Μὲ τέτοιες προσλαμβάνουσες κατανοοῦμε καὶ τὴν ἀγαμία σὰν τυπικὸ προαπαιτούμενο γιὰ τὴ «βαθμίδα» ἱερωσύνης τοῦ πρεσβυτέρου καὶ τοῦ ἐπισκόπου στὸν Ρωμαιοκαθολικισμό, γιὰ τὴ «βαθμίδα» τοῦ ἐπισκόπου στὴν Ὀρθοδοξία. Ὡς τυπικὸ προσὸν ἡ ἀγαμία διαστέλλεται σιωπηρὰ ἀλλὰ σαφῶς ἀπὸ τὴν παρθενία τῶν παραδοσιακῶν «ἐγκωμίων» −καταξιώνεται μὲ κριτήρια χρησιμοθηρικῆς ἀποτελεσματικότητας: ἀπερίσπαστης ἀπὸ συζυγικὲς μέριμνες στράτευσης. Στὴν «ὀρθόδοξη» πρακτική, ὅταν ἡ ἀνάληψη τῆς ἱερωσύνης προηγεῖται χρονικά, τὸ ἐκκλησιαστικὸ μυστήριο τοῦ γάμου ἀποκλείεται −ἂν ὁ ἔγγαμος κληρικὸς χηρέψει, πρέπει στανικὰ νὰ μεταταχθεῖ στὶς τάξεις τοῦ ἄγαμου κλήρου.

Ὁ «ἄγαμος κλῆρος» εἶναι μιὰ τρίτη κατηγορία: οὔτε μοναχοί, στὴν ἄσκηση τοῦ κοινοβίου ἢ τῆς ἀναχώρησης, οὔτε οἰκογενειάρχες, στὸ ἄθλημα μοιρασιᾶς τοῦ ἑαυτοῦ. Εἶναι (κατὰ κανόνα) οἱ καριερίστες τῆς θρησκευτικῆς ἐξουσίας, κάτι σὰν τοὺς εὐνούχους τῶν ἄλλοτε βασιλικῶν αὐλῶν. Φύονται καὶ αὐξάνονται, συνήθως, στὴν καμαρίλα ἐπισκοπικῶν αὐλῶν, μαθαίνουν νὰ ὑπαλλάσσουν τὴ σεξουαλικὴ στέρηση σὲ καριέρα μὲ στόχο τὸν δεσποτικὸ «θρόνο», τὴν ἐγωλαγνεία, θεσμοποιημένη: Νὰ ἐξουσιάζουν συνειδήσεις, νὰ ἐκμεταλλεύονται τὴν προβατώδη ὑποταγὴ τοῦ ποιμνίου, νὰ θυμιάζονται ὡς εἴδωλα καὶ νὰ πολυχρονίζονται ἀκαταπαύστως στὴ λατρεία. Μιὰ τέτοια καριέρα γοητεύει τὰ νεαρὰ ἀγαμίδια τῶν ἐπισκοπικῶν αὐλῶν, τὰ θέλγει ἐπιπλέον καὶ ἡ γυναικώδης ἐνασχόληση μὲ κοσμήματα, αὐτοκρατορικὲς μίτρες καὶ σκῆπτρα, χρυσοποίκιλτα ἐνδύματα. Στὴν ἱεράρχηση εὐθυνῶν, ἀξιωμάτων καὶ προβαδισμάτων τὰ ἀγαμίδια ὑποσκελίζουν αὐτονοήτως πολιούς πρεσβυτέρους, μόνο ἐπειδὴ «μετά γυναικὸς οὐκ ἐμολύνθησαν» −διέσωσαν τὴ ναρκισσιστικὴ αὐτονομία τους ἀνυπότακτοι σὲ συζυγία.

Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, δὲν ἔγραψε «παρθενίας ἐγκώμιον». Κατέγραψε τὴν πείρα του καὶ τὶς συμβουλές του γιὰ τὸ ἀσκητικὸ ἄθλημα. Στὴ δική του καταγραφὴ μπορεῖ ν’ ἀρχίσει κανεὶς νὰ ὑποψιάζεται τὴ σύγκλιση μοναχισμοῦ καὶ συζυγίας, ὅταν πρίσμα τῆς θεώρησης εἶναι τὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονός: ὁ τρόπος τῆς Τριαδικῆς ἀγαπητικῆς ἀλληλοπεριχώρησης, ὁ κενωτικὸς τρόπος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ μοναχός, γιὰ τὸν ἅγιο Ἰσαάκ, εἶναι πρὶν ἀπὸ κάθε τι ἄλλο, ὁ «ἐξερχόμενος» ἀπὸ τὸν κόσμο προκειμένου νὰ «παραδώσει ἑαυτὸν τῷ Θεῷ» −ὄχι ἀφηρημένα καὶ γενικὰ στὸν Θεό, ἀλλὰ στὸν τρόπο τοῦ Θεοῦ: τρόπο τῆς ἄσκησης ποὺ τὸν θεσμοποίησε ἡ πείρα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ συζυγία εἶναι ὑποταγὴ στὸν ζυγὸ τοῦ θελήματος τοῦ ἄλλου, μοιρασιὰ τοῦ ἑαυτοῦ, τῆς ζωῆς, τῆς καθημερινότητας, τοῦ κορμιοῦ καὶ τοῦ πόθου μὲ τὸν ἄλλον. Ἔτσι εἶναι καὶ γιὰ τὸν μοναχό, μόνο ποὺ ὁ «ἄλλος» γι’ αὐτὸν εἶναι μιὰ πολὺ-πολὺ συγκεκριμένη πρακτικὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀσκητικῆς, ἔνσαρκη ὡς ἀγαπητικὴ προστακτικὴ στὸ πρόσωπο τοῦ ἡγουμένου, τοῦ γέροντα −καὶ κάποτε, ἴσως, ἄμεσα στὸ πρόσωπο τῆς Κυρίας Θεοτόκου, στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Μὲ αὐτὴ τὴν ἀσκητικὴ πρακτικὴ τὴν ἐμπρόσωπη μοιράζεται ὁ μοναχὸς τὸ θέλημά του, τὴν τροφή του, τὸν σωματικό του μόχθο, τὴν ἐλπίδα του.

Τὸ μυστικὸ εἶναι ἴδιο μὲ τῆς συζυγίας: Ἡ ταπείνωση τῆς ἐγωκεντρικῆς ἀνάγκης, αὐτὴ ἐξαφανίζει ἀπὸ τὸ ἄθλημα κάθε ὑποψία ἀξιομισθίας. Ὁ ἀποκλεισμὸς κάθε ενδεχομένου ἀνταλλάγματος, ἡ ὁλοκληρωτικὴ (ἀλλὰ ἐρωτική, δηλαδή ἐκκλησιαστικὴ) αὐτοπαραίτηση καὶ αὐτοπροσφορά, καρποφορεῖ μὲ τὸν καιρὸ «αὐτομάτῃ» τὴ χάρη νὰ εἶναι ὁ μοναχὸς «πάντων χωρισθεὶς καὶ πᾶσι συνημμένος» −τὴ μοιρασιὰ τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὕπαρξης «ἥτις κέκτηται διδάσκαλον τὴν Ἁγίαν Τριάδα».

Συνήθως, λέει ὁ ἔμπειρος Ἰσαάκ, ἡ χάρη χαρίζεται ὅταν ἡ ἄσκηση μένει γιὰ χρόνια πολλὰ ἀναπάντητη καὶ ὁ ἀσκητὴς (σύζυγος ἢ μοναχὸς) βυθισμένος στὴν ἀπόγνωση δὲν παραιτεῖται. Ἐπιμένει στὴν πίστη-ἐμπιστοσύνη του.

«Συζυγίας ἐγκώμιον» σημαίνει: Νὰ ἀναδείξουμε τὴ συζυγία μέτρο καὶ τύπο τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἀθλήματος, συζυγικοῦ καὶ μοναστικοῦ.

πηγή: Επίγνωση

15 σκέψεις σχετικά με το “Συζυγίας ἐγκώμιον

  • Δεκέμβριος 30, 2009, 11:24 μμ
    Permalink

    αφωνος… πολυ ομορφο και γεννα δυνατες σκέψεις για ζυμωση…

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 7, 2010, 11:14 πμ
    Permalink

    εγώ πάλι το βρίσκω κάπως…κριτικό και απόλυτο!…..Όλοι στοχεύουμε στη θέωση, ας το πετύχει ο καθένας μας από το δικό του δρόμο!

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 10, 2010, 11:27 μμ
    Permalink

    Ο συγγραφέας δεν καταλαβαίνει ούτε το νόημα και το σκοπό του μοναχισμού -και ούτε δυστυχώς του γάμο.
    1. Επί το πλειστων οι μοναχοί ζούν σε κοινοβία και μοιράζουν την ζωήν με άλλους. Εργάζουνται μαζί, τρώνε μαζί όλα κοινό εξ’ού ‘ΚΟΙΝΟ βιο’ Το πρώτο παράγραφο είναι απόλυτο.
    2. Η ανιδιότελη αγάπη – το να βάλλεις τον άλλον πρώτο – είναι άρετη, για τους άγαμους και τους εγγάμους, ομοίος. Το κάνει ο μοναχός κάθε μέρα στο κοινόβιο, το κάνει ο έγγαμος στην γυναικά του (και πιο πολύ βλέπω στα παιδιά του!)
    3. Όποίος νομίζει ότι η μοναχική ζωή είναι ατομική -δεν έχει καταλάβει η Ορθόδοξη κατανόηση του μοναχισμού και δεν έχει καταλάβει την διαφορά ατόμου και προσώπου.
    4. Ναι, ο γάμος είναι όδος ταπεινώσεως, και είναι ένα λόγος γιατί ο σωστός γάμος, όπως η σωστή βίωση του μοναχισμού, είναι σωτήριος δρόμος.
    5. Το όλο άρθρο βρώμαει μιάς δυτικής νοότροπίας και αντι-μοναχισμού ξένο στην Εκκλησία μας . Ὀπως επίσης η περιφρόνηση ή υποτίμηση του γάμου είναι ξένο στην Παράδοση μας.
    Γάμος και μοναχισμός είναι απλώς δυο διαφορετικούς οδούς πρός την Θέωση.

    Γράφω από την Eυρώπη και συγγνώμη για τα ελληνικά μου – αλλά το άρθρο δεν τιμαέι το <> σαν site!

    mp3

    http://194.42.142.126/data/omilies%20GERONTA/%cf%ec%e9%eb%df%e5%f2%20%d0%e1%ed%e5%f0%e9%f3%f4%e7%ec%df%ef%f5%20%d3%e5%e9%f1%e1%201/1081_1%20YPOMONH%20KAI%20TAPEINOSH%20MESA%20STO%20GAMO.mp3

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 15, 2010, 8:23 μμ
    Permalink

    Από το ύφος, το θέμα και το λεξιλόγιο του κειμένου δεν μου μένει απολύτως καμία αμφιβολία ότι ο συγγραφέας είναι ο Γιανναράς. Κι επειδή οι απόψεις του Γιανναρά για τον μοναχισμό είναι γνωστές, σε καμία περίπτωση δεν κατηγορεί ή υπονοεί κάτι κακό για τον μοναχισμό, τουναντίον. Δεν μιλά τόσο για κατηγορίες, παντρεμένους ή αγάμους, ιερείς ή μη, δεσποτάδες κ.λπ. όσο για τις εσωτερικές προϋποθέσεις και κίνητρα με τα οποία ξεκινά κανείς τον έναν ή τον άλλο δρόμο και ποιες είναι οι συνθήκες στους δρόμους αυτούς. Και η αλήθεια είναι ότι η μοναξιά γενικά δημιουργεί στον άνθρωπο ναρκισσισμό. Ακόμα και σε καθαγιασμένα περιβάλλοντα όπως τα μοναστήρια. Και είναι γεγονός ότι ο γάμος είναι μέγιστο άθλημα. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πόσο δύσκολο μας είναι να ανεχθούμε το ελάχιστο πρόβλημα της επιφανειακότερης κοινωνικής μας επαφής. Θα καταλάβουμε πόσο αγώνα θέλει και τί ταπείνωση δημιουργεί η υπομονή με έναν άνθρωπο υπό κοινή στέγη.

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 17, 2010, 5:21 μμ
    Permalink

    Μου άρεσε το σχόλιο του Αλέξανδρου.

    Με την ευκαιρία, Αλέξανδρε, εάν δεις αυτό το μήνυμα, μου απαντάς σε μία ερώτησή μου;

    Θέλω σχόλια πάνω στη φράση σου «η μοναξιά γενικά δημιουργεί ναρκισσισμό». Θες να σχολιάσεις;

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 21, 2010, 8:28 μμ
    Permalink

    «αγαμίδια» οι εικόνες του Θεού?όσο λερωμένες και αν είναι?δε νομίζω ότι το το παραπάνω κείμενο εiναiεγκώμιο στο μυστήριο του γάμου,αλλά στις σεξουαλικες σχεσεις που ευλογούνtαι στον χριστιανικο γαμο,αλλα που πρεπει κατα τους αγιους πατέρες(παλαιους και νεωτερους) να μειωνονται συν τω χρονω,οσο οι συζυγοι προοδευουν πνευματικα ! αφηνω τη σημασια του μοναχισμου,(ο οποιος ειναι μια παλαιστρα με νικες και ηττες),την προσφορα του,αλλα και το οτι ακομα και η ενδυμασια των μοναχων ειναι θεοσδοτη(με εμφανιση αγιου αγγέλου στον αγιο Παχώμιο)

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 22, 2010, 1:37 μμ
    Permalink

    Ο άνθρωπος από τη φύση του είναι πλάσμα ερωτικό. Έχει την τάση να κινείται προς ένωση. Το επίπεδο στο οποίο πραγματοποιείται η ένωση αυτή είναι τριπλό. Κινείται προς ένωση με το Θεό, με το συνάνθρωπο, και ενώνει με τα ψυχικά και διανοητικά του χαρίσματα όλες τις δυναμικές που χαρακτηρίζουν την προσωπικότητά του. Πιο πρακτικά δοσμένο αυτό το σχήμα θέλει τον άνθρωπο:

    α) Να έχει αναζητήσεις για τη ζωή και το θάνατο και για τα πέρα από την οριζόντια πραγματικότητα,

    β) Να θέλει να έχει κοινωνία με τους άλλους ανθρώπους,

    γ) Να προσπαθεί να ξεπεράσει τους εσωτερικούς διχασμούς που τον ταράσσουν και τον κομματιάζουν.

    Η προσπάθεια για το κάθε ένα από τα προηγούμενα είναι ερωτική. Η ερωτική πορεία κρύβει πάντα μέσα της μια έξοδο. Έξοδο προς το Θεό, τους ανθρώπους και από την εγωιστική αυταρέσκειά μας.

    Χωρίς την ανακάλυψη και βίωση του προαναφερομένου τριπλού ερωτικού επιπέδου, ο άνθρωπος ζει μια πρακτική βαθιά αναπηρία. Αν αναπτύσσει μέρος μόνο από τις ερωτικές του δυνατότητες, ζει ελλιπείς και αρρωστημένες τις πτυχές της προσωπικότητάς του. Αν π.χ. κοινωνικοποιείται χωρίς ταυτόχρονη αναζήτηση ερωτικής μορφής προς το Θεό, καταλήγει σε καρκινογόνο κοινωνικότητα. Αν πάλι προσπαθεί να ισορροπήσει τις εσωτερικές του αντίρροπες δυνάμεις χωρίς έξοδο προς το Θεό και τους ανθρώπους, καταλήγει σε ένα διαλογιζόμενο ον που ψάχνοντας να βρει τον εαυτό του χάνει τον ορίζοντα του περιβάλλοντός του.

    Ο έρωτας, επειδή είναι πράξη ζωής τριττώς εκφραζομένη, μόνο με ενιαία τριπλή αντιμετώπιση μπορεί να βιωθεί. Όταν λέμε «ενιαία τριπλή αντιμετώπιση» εννοούμε ένα γεγονός που μπορεί να αναπτύξει ταυτόχρονα και να γιατρέψει τρία παράλληλα και ομοειδή στοιχεία που, ενώ είναι διακρινόμενα στις εκδηλώσεις τους, έχουν κοινό παράγοντα που τα τρέφει και τα καλλιεργεί.

    Αυτός ο κοινός παράγοντας που ενεργοποιεί ισορροπημένα όλα τα στοιχεία του έρωτα είναι ο «γάμος». Τη λέξη «γάμος» σήμερα την κατανοούμε αποσπασματικά, ως σχέση του ανδρός με τη γυναίκα. Η γλώσσα όμως της Γραφής είναι πολύ ευρύτερη. Ο γάμος ορίζεται ως σχέση Χριστού και Εκκλησίας. Είναι ένα μυστήριο πρακτικό και ταυτόχρονα ακατανόητο. Είναι η παρουσία της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος που «όλως συγκροτεί» τον άνθρωπο σε ερωτική ισορροπία. Η αποδοχή αυτού του δεδομένου της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος κάνει τον άνθρωπο προσωπικότητα που ζει μέσα από το γάμο. Που αποδέχεται την αγάπη του Θεού, όπως εκείνη εκφράζεται μέσα από το μυστήριο της Εκκλησίας και της εκχύσεως του Αγίου Πνεύματος. Ο έρωτας είναι γεγονός γαμικό και μόνο ως τέτοιο προσεγγίζεται. Είναι, δηλαδή, γεγονός ισχυρής ενώσεως που μόνο ακατάλυτα δεσμά μπορούν να το συγκρατήσουν. Χωρίς αυτές τις δυνάμεις του γάμου ο έρωτας δεν μπορεί να θεραπεύσει τις αναζητήσεις του ανθρώπου για υπέρβαση, κοινωνία και εσωτερική ισορροπία.

    Ο άνθρωπος, λοιπόν, είναι, μαζί με την ιδιότητα του ερωτικού, και πλάσμα γαμικό. Η σχέση του με το Άγιο Πνεύμα τον χαρακτηρίζει. Κανείς μέσα στο χώρο της Εκκλησίας δεν μπορεί να είναι ανέραστος ή αγαμικός. Ο μοναχός και ο παντρεμένος μέσα από το γεγονός αυτό του συνεκτικού δεσμού του γάμου μπορούν να είναι όντως μοναχοί και όντως έγγαμοι.
    π.Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος
    Καθένας λοιπόν που δεν ζει έτσι το γεγονος του «γάμου » είναι αγαμίδιο.

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 22, 2010, 7:04 μμ
    Permalink

    Δεν παιζω με τις λεξεις,ουτε ειμαι εναντια στο γαμο..αναφερομουν στο ειρωνικο και προσβλητικο τροπο και υφος που χρησιμοποιηθηκαν για συνανθρωπους μας και μαλιστα ιερεις στο εν λογω κειμενο.ας θυμησω οτι οσοι αγιοι πατερες εγκωμιασαν την παρθενια,δεν προσεβαλαν στο ελαχιστο την συζυγια,οπως αντιθετα γινεται εδω.και ναι ο γαμος ειναι ευλογημενος,αλλα η εν Χριστω παρθενια ειναι πιο πανω.ας μην παμε μακρια,αλλα στα λογια του αποστολου Παυλου,επιθυμει οι ανθρωποι να ζουν ως αγαμοι,αλλα οσοι δεν μπορουν ευλογημενο να νυμφευονται!

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 22, 2010, 7:37 μμ
    Permalink

    Άσχετο:
    Νομίζω πως καλό για την εκκλησία είναι να μην τα λέτε αυτά φωναχτά.

    Αν εφάρμοζε τη διδαχή του απ. Παύλου η εκκλησία, έλεγε πως η παρθενία είναι πιο πάνω κι έθετε ως πνευματική προτεραιότητα την καθοδήγηση των παιδιών στο μοναχισμό, θα την έκαναν με πλάγια βηματάκια οι περισσότεροι.
    Κάτι ξέρει και δεν το τονίζει το θέμα.

    Πόσοι γονείς νομίζεις πως θα δεχόντουσαν τέτοια κατήχηση για τα παιδιά τους;
    Κάτι ξέρουν κι αυτοί…

    (Υ.Γ.
    Το κείμενο παρα πάνω, κάνει ξεκάθαρη διάκριση:
    Άλλο οι μοναχοί που εγκαταβιούν σε μοναστήρι και άλλο οι φιλόδοξοι «ελεύθεροι» ιερομόναχοι. Αυτοί ήταν ο στόχος του. Ακόμα κι εγώ το κατάλαβα βρε!)

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 22, 2010, 7:45 μμ
    Permalink

    Η Εκκλησια νομιζω δεν τονιζει τιποτα απο τα δυο.Η Εκκλησια τονιζει την αγαπη στο προσωπο του Χριστου και ο καθενας αναλόγως αποφασίζει.»(Υ.Γ.
    Το κείμενο παρα πάνω, κάνει ξεκάθαρη διάκριση:
    Άλλο οι μοναχοί που εγκαταβιούν σε μοναστήρι και άλλο οι φιλόδοξοι «ελεύθεροι» ιερομόναχοι. Αυτοί ήταν ο στόχος του. Ακόμα κι εγώ το κατάλαβα βρε!)»?Συνεπως το κειμενο δεν ειναι συζυγιας εγκωμιον αλλα σχολιασμος στο φαινομενο αγαμοι κληρικοι?

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 22, 2010, 11:05 μμ
    Permalink

    Παρεμπιπτόντως, τουλάχιστον. 😉
    Σε ότι αφορά στα «αγαμίδια» νομίζω ακριβώς εκεί πάει.

    Σχολιάστε
  • Σεπτέμβριος 12, 2012, 5:12 μμ
    Permalink

    Γραφόμενα και ύφος δηλώνουν τον μέγιστο ναρκισισμό του γράφοντος!Συμφωνώ οτι….. μυρίζουν Γιανναρά.Ειδικά τα αγαμίδια.Ο ίδιος δοκίμασε τον μοναχισμό και τα βρήκε σκούρα.Μήπως εξ ιδίων κρίνει τα αλλότρια?

    Σχολιάστε

Απάντηση

Subscribe without commenting

  • Κέρασμα

    Ό,τι δεν είναι αγκαλιά, δεν είναι Εκκλησία.
    - Μητροπολίτης Μεσογαίας Νικόλαος
  • Αρέσει σε %d bloggers: