Η δύναμη της προσευχή στις δυσκολίες

αγωνία απελπισία

Η ιστορία, που θα σας αφηγηθώ είναι πέρα για πέρα αληθινή όσα απίστευτα στοιχεία και αν έχει…. ήταν αρχές Δεκέμβρη 2007. Οι έννοιες και οι φροντίδες της καθημερινότητας με είχαν καταβάλει εκείνο τον καιρό και ιδιαίτερα κάποιες οικογενειακές υποθέσεις μου είχαν προκαλέσει μεγάλη στεναχώρια. Τέλος πάντων σκεφτόμουν, τα έχει αυτά η ζωή. Αυτό, όμως, που ένοιωσα εκείνο το πρωί ήταν για μένα -έτσι σκεφτόμουν τότε- τελειωτικό. Από την προηγούμενη είχα κάποιες εκκρεμότητες να φέρω σε πέρας και μάλιστα οικονομικές, που με είχαν στεναχωρήσει και με είχαν αγχώσει πολύ. Είχα πάει στο ταμείο των υπαλλήλων της υπηρεσίας που εργάζομαι και είχα εισπράξει το ποσό ενός δανείου 20.000 ευρώ, προκειμένου να εξοφλήσω την τράπεζα η οποία μας έβγαλε το εξοχικό σπίτι σε πλειστηριασμό και προχώρησε σε κατάσχεση. Ήμουν πολύ στεναχωρημένη, γιατί αυτό το σπίτι είχε φτιαχτεί με πολύ μόχθο και κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε με τα παιδιά εκεί για διακοπές. Δεν ήθελα με κανένα τρόπο να το χάσω, αν και οικονομικά ήμουν σε πολύ δύσκολη κατάσταση, αφού βασιζόμουν μόνο στο μισθό μου. Τέλος πάντων ζήτησα από τη υπηρεσία δάνειο, για το οποίο μου κρατάνε κάθε μήνα 250 ευρώ από το μισθό. Μόλις το εισέπραξα σε μετρητά πήγα στην τράπεζα και έστειλα 6.000 ευρώ σε έναν θείο, που είχε καταβάλει εγγύηση για να μη γίνει η κατάσχεση και τα υπόλοιπα 14.000 θα τα έβαζα σε λογαριασμό της τράπεζας τον οποίο όμως δεν είχα και έπρεπε να τηλεφωνήσω να μου τον πουν. Και ώσπου να τελειώσω με όλα αυτά η τράπεζα έκλεισε. Έτσι σκέφθηκα να αφήσω τα χρήματα, μαζί με όλα τα χαρτιά, όπως ήταν, μέσα στο αυτοκίνητό μου, στο τσεπάκι της πόρτας του οδηγού. Εκεί ποιος να τα πειράξει. Άλλωστε πρωί-πρωί θα πήγαινα να τα καταθέσω. Ποτέ δεν είχα χάσει κάτι από το αυτοκίνητο. Μάλιστα τα έβαλα σε ένα φάκελο από αυτούς των δημοσίων υπηρεσιών καθώς τους φύλαγα, όταν η ταμίας μας πλήρωνε και μας έβαζε τα χρήματα στο φάκελο. Εγώ πάντα της γκρίνιαζα γι’ αυτό ότι ο τρόπος αυτός είναι απηρχαιωμένος, αλλά εκείνη εξακολουθούσε το σύστημά της. Έτσι κρατούσα τους φακέλους κι όλο και κάπου μου χρησίμευαν. Ίσως σας κουράζω με λεπτομέρειες αλλά θα δείτε παρακάτω γιατί σας τις αναφέρω. Εκείνο το πρωί λοιπόν ξεκίνησα να πάω στη τράπεζα για την κατάθεση των χρημάτων. Το αυτοκίνητο, ενώ συνήθως το παρκάρω στην πυλωτή της πολυκατοικίας, εκείνο το βράδυ το είχα παρκάρει λίγο παραπέρα από το σπίτι, γιατί κάποιος μου είχε πιάσει το πάρκιν. Πηγαίνω εκεί που το είχα παρκάρει, πολύ κοντά στο σπίτι και σε σίγουρο μέρος, αλλά το αυτοκίνητο πουθενά. Κοπήκανε τα πόδια μου. Δεν ήταν δυνατόν. Στη γειτονιά. Λίγα μέτρα από το σπίτι. Ποτέ κανείς δεν είχε παραπονεθεί για κλοπές. Είμαστε ήσυχη γειτονιά. Κόντεψα να τρελαθώ. Δεν ήταν μόνο το αυτοκίνητο που έχασα, κι αν το εύρισκα και πως θα το εύρισκα, και πως θα πηγαίνω στη δουλειά και πως θα πηγαίνει ο γιος μου στο σχολείο που τον πήγαινα εγώ κάθε πρωί, δεν ήταν που δεν είχα καθόλου χρήματα να αγοράσω άλλο, ήταν ότι είχα μέσα και τις 14.000 ευρώ. Πήγα να τρελαθώ πραγματικά. Και εκτός αυτού και το σπίτι θα έχανα, αφού δεν πρόλαβα να στείλω τα χρήματα στην τράπεζα. Και το αυτοκίνητο και τα χρήματα, αλλά και θα μου κρατούσαν κι από τον μισθό μου 250 ευρώ το μήνα γι’ αυτό το δάνειο. Τρελάθηκα. Ένοιωσα δύσπνοια, κιτρίνισα. Γύρισα στο σπίτι και κάθισα μουδιασμένη. Τώρα τι να κάνω. Παίρνω αμέσως το 100 και καταγγέλλω τη κλοπή. -Τι να σας πω κυρία μου, μου λέει στην άλλη άκρη της γραμμής ο αστυνομικός, στην Αθήνα κάθε μέρα κλέβονται 100 αυτοκίνητα. Θα δώσουμε τα στοιχεία στα περιπολικά κι αν τύχει και πέσουμε επάνω.. αν είστε τυχερή… πηγαίνετε και στο αστυνομικό τμήμα να κάνετε και μήνυση κατά αγνώστων. Όλα μαύρα…Πηγαίνω στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής μου, κι εκεί τα ίδια. Εκεί ένα παιδί, νέος αστυνομικός, μου φέρνει ένα μπουκαλάκι νερό -πως θα με είδε το παιδί- και μου λέει. -Ηρεμήστε μπορεί και να το βρείτε… 

Γυρίζω σπίτι και περιμένω…Στη στιγμή άρχισα να σκέφτομαι τα γεγονότα. Πως συνέβη αυτό, γιατί συνέβη αυτό, γιατί ο Θεός να μου δώσει αυτή τη δοκιμασία…Εκεί μου ήρθε τότε στο νου μια κουβέντα, που μου είχε πει ένα σεβάσμιος γέροντας κάποτε, που πήγα κοντά του να εξομολογηθώ. Ήμουν τότε πολύ στενοχωρημένη και ανήσυχη για τα παιδιά μου, για τη ζωή μου…έκλαιγα, μιλούσα κι έκλαιγα…τότε μου λέει. -Μην κλαις. Ο Θεός μας δίνει τις δοκιμασίες για κάποιο λόγο. Είναι, όμως, πατέρας μας και αγαπάει τα παιδιά του. Το καλό μας θέλει. Πρέπει να του έχουμε εμπιστοσύνη. Για κάποιο λόγο μας τα στέλνει όλα τούτα. Μην κλαις. Είναι αμαρτία, γιατί δείχνεις ότι δεν τον εμπιστεύεσαι…Να κάνεις την προσευχή σου και να αφήνεσαι με εμπιστοσύνη στο θέλημά του. Εγώ, όμως, είμαι ένας άνθρωπος κοσμικός. Ψάχνω βέβαια τα πνευματικά μονοπάτια, αλλά πολύ μικρή είναι η πίστη μου. Θυμήθηκα τα λόγια τούτα του γέροντα και σκέφτηκα ξανά τα γεγονότα κάτω από άλλη ματιά. Για πιο λόγο γίνονται όλα, για κάποιο λόγο μας στέλνει ο Θεός τις δοκιμασίες. Για λίγο όμως, γιατί ξανά με κυρίευσε η απελπισία, αλλά πάλι ξανασκέφτηκα τα λόγια του γέροντα.. Και τότε ξαφνικά θυμήθηκα ότι μου είχε δώσει μια προσευχή να διαβάζω στα δύσκολα αλλά… και στα εύκολα μου είχε πει. Έψαξα πού την είχα καταχωνιάσει εδώ και τόσα χρόνια -θα είχαν περάσει 8-9 χρόνια από τότε. Τη βρήκα όμως, δεν την είχα πετάξει. Την διάβασα πολλές φορές. Ήταν η προσευχή των πατέρων της Όπτινα.

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ ΚΥΡΙΕ, βοήθησε με να αντιμετωπίσω με ψυχική γαλήνη όλα όσα θα μου φέρει ή σημερινή ήμερα. Βοήθησέ με να παραδοθώ ολοκληρωτικά στο άγιο θέλημα Σου. Στην κάθε ώρα αυτής της ημέρας φώτιζε με και δυνάμωνε με για το κάθε τι. Όποιες ειδήσεις κι αν λάβω στο διάστημα της σημερινής ημέρας, δίδαξε με να τις δεχθώ με ηρεμία και με την πεποίθησι ότι προέρχονται από το άγιο θέλημα Σου. Καθοδήγησε τις σκέψεις και τα συναισθήματα μου σε όλα τα έργα μου και τα λόγια μου. Σ’ όλες τις απρόοπτες περιστάσεις μη με αφήσεις να ξεχάσω, ότι τα πάντα προέρχονται από Σένα. Δίδαξε με να συμπεριφέρομαι σε κάθε μέλος της οικογενείας μου με ευθύτητα και σύνεση, ώστε να μην συγχύσω και στενοχωρήσω κανένα. ΚΥΡΙΕ, δος μου την δύναμη να υποφέρω τον κόπο και όλα τα γεγονότα της ημέρας αυτής καθ’ όλη την διάρκεια της. Καθοδήγησε την θέλησή μου κα δίδαξε με να προσεύχομαι, να πιστεύω, να υπομένω, να συγχωρώ και να αγαπώ. ΑΜΗΝ.

Σε λίγο ξαναπήρα τηλέφωνο το 100. Τίποτα. Το αστυνομικό τμήμα τίποτα. Ήρθε μεσημέρι. Γύρισαν τα παιδιά από τα σχολεία τους. Του είπα τα καθέκαστα. Στεναχωρέθηκαν πολύ. Εγώ μουδιασμένη, αλλά κάπου άρχισα να σκέφτομαι ότι πρέπει να αποδέχομαι αυτά που μου τυχαίνουν στην ζωή. Να έχω εμπιστοσύνη στο Θεό. Μάλλον, όμως, το ’κανα και αναγκαστικά, αφού δεν μπορούσα να κάνω και τίποτε άλλο. Όμως αυτή η κουβέντα του γέροντα όλο και μεγάλωνε στο μυαλό μου…Όλα γίνονται για κάποιο σκοπό… Όλα γίνονται για κάποιο σκοπό. Άρα πρέπει να σκεφτώ ποιος είναι ο σκοπός, είπα εγώ στον εαυτό μου, αφού αυτή είναι η πάγια τακτική μου, όλα να τα εξηγώ. Έλα, όμως, που ορισμένα είναι πάνω από τη δύναμη του νου μου. Έτσι πέρασε η μέρα. Κάνοντας τηλεφωνήματα, αγωνιώντας, ξανακάνοντας προσευχή. Κατά τις 11:30 η ώρα το βράδυ ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο. -Κυρία μου είμαστε από το αστυνομικό τμήμα Κάτω Πατησίων. Έχετε ένα αυτοκίνητο άσπρο, τάδε μάρκα με τάδε νούμερα. Η καρδιά μου κόντευε να σπάσει. Ναι. Τι έγινε· Έχουμε εδώ δυο άτομα που είχαν το αυτοκίνητό σας· τους σταματήσαμε για έλεγχο και βρήκαμε το δίπλωμα και τα χαρτιά σας. Ελάτε αμέσως.Έτρεξα κατευθείαν εκεί. Ήταν δυο νεαροί -όχι κακά παιδιά- με σκυμμένο το κεφάλι. Κυρία μου, μού λέει ο διοικητής τι είχατε στο αυτοκίνητό σας εκτός από τα χαρτιά σας; Χρήματα κύριε διοικητά. Πόσα; 14.000 ευρώ. Καλά κυρία μου, αφήνουμε τόσα λεφτά στο αυτοκίνητο; Τι να του πω δίκιο είχε. Βγάζει τότε από το συρτάρι του ένα φάκελο, τον φάκελο της υπηρεσίας μου, που είχα βάλει μέσα τα χρήματα και μου λέει. Μετρήστε τα. Κοπήκανε τα πόδια μου. Μα ήταν δυνατόν; Αρχίζω και μετράω. Τα χρήματα ήταν όλα εκεί δεν έλειπε ούτε ένα ευρώ. Δεν είναι δυνατόν λέω. Πως έγινε αυτό; Ρωτάει τότε ο διοικητής τους νεαρούς. Τι έγινε παιδιά; Πως και δεν πειράξατε τα χρήματα; Δεν τα βρήκατε; Όχι απαντάει ο ένας. Δηλαδή βρήκαμε τον φάκελο, αλλά δεν τον ανοίξαμε. Γιατί τους ρωτά ο αστυνομικός. Να καθώς ψάχναμε το αυτοκίνητο, στο ντουλαπάκι μπροστά, του συνοδηγού βρήκαμε τα διπλώματα της κυρίας και των παιδιών της, την άδεια του αυτοκινήτου και βρήκαμε κι έναν φάκελο ίδιο που είχε μέσα ένα κομμάτι ψωμί από την εκκλησία, ξερό. -Αντίδωρο το λένε ρε βλάκα, του λέει ο άλλος.-Ναι αντίδωρο. Ε, και καθώς ψάχναμε βρήκαμε στο τσεπάκι στο πλάι του αυτοκινήτου και αυτό τον φάκελο και είπαμε ότι αντίδωρο θα ’χει πάλι μέσα αυτή, όπως είχε στο άλλο. Φαίνεται ότι θα ’ναι καμιά θρήσκα… Και έτσι δεν ανοίξαμε τον φάκελο.. Μείναμε όλοι άφωνοι. Μαζεύτηκαν όλοι οι αστυνομικοί γύρω-γύρω και κοιτούσαν παραξενεμένοι. Κανείς δε μιλούσε.

Δεν θα σας κουράσω με άλλες λεπτομέρειες. Σε λίγο ήρθαν οι γονείς τους -καλοί άνθρωποι- απέσυρα τη μήνυση και γύρισα σπίτι. Εκεί έγινε πάλι άλλο σκηνικό. Τα παιδιά μου δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι το αυτοκίνητο βρέθηκε άθικτο, μόνο η βενζίνη είχε τελειώσει, και τα χρήματα όλα. Ήταν συγκλονιστικό. Δηλαδή ένα μικρό κομματάκι αντίδωρο μπόρεσε να ανατρέψει μια σειρά γεγονότων. Γιατί, αν είχαν βρει τα χρήματα, σίγουρα τα πράγματα θα έβαιναν αλλιώς. Και πότε το είχα βάλει εκεί το αντίδωρο ούτε που θυμόμουν. Εκείνο το ντουλαπάκι σπάνια το ανοίγω. Και το αντίδωρο θα το είχα από το καλοκαίρι ίσως, που πηγαίνω καμιά φορά σε κάποιο προσκύνημα. Αλλά πάλι πως το έβαλα μέσα στο φάκελο. Ούτε που μπορώ να θυμηθώ. Σημασία βέβαια έχει πως το γεγονός αυτό με έκανε να βλέπω τη ζωή αλλιώς. Να βλέπω με σεβασμό το καθετί και να αποδέχομαι με σεβασμό σχεδόν με ευγνωμοσύνη ακόμα και τα άσχημα, που μου συμβαίνουν στη ζωή. Το περιστατικό έγινε αιτία να επηρεαστούν αρκετοί άνθρωποι. Πρώτη εγώ. Μετά τα παιδιά μου, που συνήθως με κοντράρουν πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα, τώρα όλο και συζητούν θέματα πνευματικά και ο μικρός -τελειόφοιτος λυκείου- εφέτος για πρώτη φορά νήστεψε. Αυτό τον καιρό συμμετέχω σε κάποιο μεταπτυχιακό πρόγραμμα και επειδή εκείνη την ημέρα δεν πήγα στο μάθημα εξήγησα στον καθηγητή μου τι είχε συμβεί. Την άλλη μέρα, όταν του είπα την συνέχεια, κούνησε σκεφτικός το κεφάλι και με παρότρυνε να πάω να κοινωνήσω, πράγμα που έκανα καθώς πλησίαζε η γιορτή του αγίου Νικολάου. Περιττό να πω ότι ανέφερε το γεγονός σε όλο το τμήμα και έμειναν να με κοιτάζουν όλοι κατάπληκτοι. Η μητέρα του ενός από τα παιδιά, που είχαν πάρει το αυτοκίνητό μου τηλεφώνησε λίγο μετά τα Χριστούγεννα και μου είπε πως ο γιος της τής ζήτησε να νηστέψει και να πάει να κοινωνήσει, γιατί του έκανε λέει μεγάλη εντύπωση το γεγονός με το αντίδωρο και το ότι δεν είχε συνέπειες η κακή του αυτή πράξη για την οποία και είχε μετανιώσει πικρά… Οι συνάδελφοι στη δουλειά άκουσαν το γεγονός, ορισμένοι μπορεί να το ξέχασαν, ορισμένοι, όμως, που και μου το θυμίζουν και συχνά κουβεντιάζουμε για το αν υπάρχουν δυνάμεις πάνω από μας, που ρυθμίζουν τις ζωές μας. Και ακόμα η διήγηση του γεγονότος αυτού με έκανε να έρθω κοντά με μια φίλη, που με βοηθά να βαδίσω στον δρόμο τον πνευματικό με όλο και πιο σίγουρα βήματα. Τη λένε Αγγελική. Τα λόγια αυτά του γέροντα, τα λόγια της προσευχής, τα θυμάμαι πάντα στα δύσκολα, αλλά και στα εύκολα. Αυτή η προσευχή τυπώθηκε στο νου και στην καρδιά μου και τη ψιθυρίζω από τότε συχνά, σχεδόν κάθε μέρα… «Κύριε…Στις απρόοπτες καταστάσεις μη μ’ αφήσεις να ξεχάσω ότι όλα παραχωρούνται από σένα… Δίδαξε με να δέχομαι με ακλόνητη πεποίθηση ότι τίποτε δεν συμβαίνει, χωρίς να το επιτρέψεις εσύ… Κύριε, δος μου τη δύναμη να υποφέρω τον κόπο της ημέρας αυτής σε όλη τη διάρκειά της. Καθοδήγησε τη θέλησή μου και δίδαξε με να προσεύχομαι, να πιστεύω, να υπομένω, να συγχωρώ και ν’ αγαπώ. ΑΜΗΝ». Και μέσα στο τρέξιμο της καθημερινότητας δεν βάζει ο νους του ανθρώπου τι μπορεί να του ξημερώσει και τι πράγματα μπορεί να του συμβούν.-

«ΕΝΟΡΙΑΚΑ ΝΕΑ» Αγίου Γεωργίου Διονύσου Αττικής Ιούλιος – Αύγουστος 2008

Πηγή: Σωτηρία Ψυχής

18 σκέψεις σχετικά με το “Η δύναμη της προσευχή στις δυσκολίες

  • Αύγουστος 9, 2010, 12:06 μμ
    Permalink

    Συγκινητική ιστορία που αναδεικνύει τη δύναμη της προσευχής. Ένα παρόμοιο σχετικά περιστατικό είχα βιώσει και εγώ, 7 χρόνια πριν, το 2003, και περίπου 5.000 χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα, στην Αμερική, όπου βρισκόμουν με την οικογένειά μου για εργασία. Ένα απόγευμα γυρνώντας από το Super Market άφησα το τσαντάκι με όλα τα έγγραφα στην οροφή του αυτοκινήτου μέχρι να βάλω τα παιδιά στο αμαξι και ξεκίνησα ξεχνώντας το τσαντάκι. Σε κάποια στροφή προφανώς έπεσε και όταν φθάσαμε στο ξενοδοχείο αντιλήφθηκα ότι το τσαντάκι έλειπε. Πήγαμε πίσω στο super market, ψάξαμε στο δρόμο σπιθαμή προς σπιθαμή, τίποτα! Μέσα είχα πορτοφόλι με χρήματα και πιστωτικές κάρτες, διαβατήριο, ταυτότητα, χαρτιά εισόδου στη χώρα, τα πάντα. Με μεγάλη απογοήτευση και αγωνία ξεκινήσαμε για το ξενοδοχείο, με σκοπό να ρωτήσουμε στη reception για το που να απευθυνθούμε. Στη διαδρομή σκέφθηκα την πλαστικοποιημένη εικόνα που έχω μέσα στο σταντάκι με την Παναγία Βρεφοκρατούσα και σκέφθηκα «ας το ανοίξει όποιος το βρήκε, να ψάξει για λεφτά και να δει την εικόνα μπας και του …πει κάτι στην ψυχή του». Και συνεχώς έλεγα την αδιαλειπτη προσευχή (Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό, Υπαραγία Θεοτόκε σώσον ημάς). Φθάνωντας στο ξενοδοχείο, με το που μπαίνω στη reception με βλέπει η κοπέλα που εργαζόταν εκεί και σηκώνει και μου δείχνει το τσαντάκι. Μου κόπηκαν τα πόδια (ή τουλάχιστον, έτσι νόμιζα…)! Μόλις το είχε φέρει ένα ζευγάρι που το βρήκαν στο δρόμο και βρίσκοντας μια κάρτα του ξενοδοχείου στο πορτοφόλι, το έφεραν εκεί. Ευχαριστώντας τον άνδρα του ζευγαριού, προθυμοποιήθηκα να του δώσω όσα λεφτά είχε μέσα, αυτός όμως αρνούταν να τα δεχθεί. Τον ακολούθησα μέχρι το αυτοκίνητο, ευχαριστώντας τον και επιμένοντας να του δώσω χρήματα σαν ένδειξη ευγνομωσύνης. Αρνούνταν πεισματικά, μπήκε στο αμαξι και ενώ εγώ είχα κρεμαστεί στο παράθυρό του, βάζει μπρος και πριν ξεκινήσει γυρίζει το κεφάλι του και μου λέει «Το μόνο που θέλω είναι να κάνεις μια προσευχή και για εμάς, έχουμε την ίδια θρησκεία», και έβαλε ταχύτητα και έφυγε. Εκεί ήταν που μου κόπηκαν τα πόδια, και αισθάνθηκα τόσο ασήμαντος μπροστά στην απεραντοσύνη Του, τη μεγαλοψυχία Του και τους αδιανότηους (για εμάς) τρόπους που βρίσκει για να μας υπενθυμίζει την απέραντη Αγάπη Του! 7 χρόνια μετά, δεν μπορώ παρά να συνεχίζω να δακρύζω όποτε το σκέφτομαι…

    Σχολιάστε
  • Αύγουστος 9, 2010, 4:00 μμ
    Permalink

    🙂 η Προσευχή κάνει Θαύματα…
    Μαλακώνει τις καρδιές μας-φωτίζει το δρόμο μας και το μυαλό μας-γεμίζει την καρδιά μας ΑΓΑΠΗ+ΧΑΡΑ…
    Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΩΖΕΙ.
    Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΓΑΛΗΝΕΥΕΙ,
    ΕΝΔΥΝΑΜΩΝΕΙ ΚΑΙ ΔΙΝΕΙ ΕΛΠΙΔΑ…
    ΕΙΝΑΙ ΔΩΡΟ ΘΕΟΥ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ…
    ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΤΡΕΛΛΟ ΔΩΡΟ!!!!!!!!!!
    ΜΑΣ ΕΔΩΣΕ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΝΑ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΑΖΙ ΤΟΥ!
    ΕΝΑ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΠΑΝΤΟΣ ΚΑΙΡΟΥ!
    ΔΩΡΕΑΝ-ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΔΡΟΜΕΣ….
    ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΣ ΑΠΟ ΜΑΣ
    ΕΙΝΑΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ,ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΕΜΠΡΑΚΤΗ ΠΡΟΣ ΟΛΟΥΣ…ΜΟΝΟ ΤΟΤΕ ΔΕΝ ΑΠΟΣΤΡΕΦΕΤΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΑΣ….
    ΑΠΕΙΡΑ ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΠΟΥ ΔΕΙΧΝΟΥΝ
    ΠΩΣ Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΚΑΝΕΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ.
    Ο ΘΕΟΣ ΜΑΣ-ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ.
    ΕΙΝΑΙ ΓΕΝΝΑΙΟΔΩΡΟΣ ΣΕ ΤΕΛΕΙΟ ΒΑΘΜΟ.
    ΔΕΝ ΚΡΑΤΑΕΙ ΤΕΦΤΕΡΙ…ΜΑΣ ΧΑΡΙΖΕΙ ΑΠΛΟΧΕΡΑ ΤΟ ΚΑΘΕ ΤΙ.
    ΚΑΙ ΑΠΟ ΜΑΣ ΖΗΤΑΕΙ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΑΣ….

    ΔΟΞΑ ΤΩ ΘΕΩ ΠΑΝΤΩΝ ΕΝΕΚΕΝ+

    εμένα την ανάξια με έχει σώσει 10αδες φορες απο θανατο και χειροτερες ασθένειες,δινοντας μου απλα,
    κι αλλο χρονο μετανοίας….

    +ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ+ΔΟΞΑ ΣΟΙ+

    Σχολιάστε
  • Αύγουστος 9, 2010, 9:35 μμ
    Permalink

    @angel
    ΕΥΧΟΜΑΙ ΝΑ ΤΟΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΠΟΥ ΣΟΥ ΕΔΩΣΕ Ο ΘΕΟΣ ΠΡΟΣ ΩΦΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΣΟΥ ΥΓΕΙΑΣ!

    Σχολιάστε
  • Αύγουστος 10, 2010, 6:28 μμ
    Permalink

    🙂 ευχαριστω -επισης,ανωνυμη αδελφη./αδελφε.
    να εισαι καλα! ΚΑΛΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ+
    ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ.

    Σχολιάστε
  • Αύγουστος 11, 2010, 5:01 μμ
    Permalink

    ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΦΩΤΙΟΣ και ΑΝΙΚΗΤΟΣ
    Ό Φώτιος ήταν ανεψιός του Ανίκητου. Κατάγονταν και οι δύο από τη Νικομήδεια. Όταν ό Διοκλητιανός θέλησε να κινήσει διωγμό κατά των χριστιανών, μίλησε μπροστά στη Σύγκλητο με τους πιο υβριστικούς λόγους εναντίον τους. Εκεί ήταν παρών και ό Ανίκητος, πού όταν άκουσε αυτά τα λόγια του βασιλιά, όχι μόνο δεν φοβήθηκε, αλλά σηκώθηκε με θάρρος, δήλωσε ότι είναι χριστιανός και είπε στο Διοκλητιανό: «Πλανάσαι, βασιλιά, αν νομίζεις ότι με τα μέτρα κατά των Χριστιανών θα πετύχεις τους ασεβείς σκοπούς σου. Μάθε ότι οι χριστιανοί αποτελούν σήμερα την υγιέστερη μερίδα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Και θα ήταν ανόητοι και αναίσθητοι αν πίστευαν στα είδωλα. Γι’ αυτό όποια μέτρα και αν πάρεις εναντίον τους, στο τέλος ζημιωμένος θα είσαι εσύ, ενώ αυτοί ένδοξοι μάρτυρες». Ό Διοκλητιανός, προσβεβλημένος από την παρατήρηση του Ανίκητου, διέταξε και τον έριξαν τροφή σε ένα τρομερό λιοντάρι. Άλλα το λιοντάρι σταμάτησε την άγρια ορμή του και ημέρεψε σαν πρόβατο. Τότε έγινε μεγάλος σεισμός και συνετρίβησαν πολλά ειδωλολατρικά αγάλματα. Κατόπιν τον έβαλαν σε τροχό με αναμμένη φωτιά από κάτω. Αλλ’ ώ του θαύματος, ό τροχός σταμάτησε και ή φωτιά έσβησε. Τότε έτρεξε και τον αγκάλιασε ό ανεψιός του Φώτιος. Μόλις είδαν αυτό οι ειδωλολάτρες, έδεσαν και τους δύο μέσα στο λεγόμενο λουτρό του Αντωνίου. Και αφού υπερθέρμαναν το νερό, παρέδωσαν και οι δύο ένδοξα το πνεύμα τους.

    +Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
    Θείας πίστεως, τη συμφωνία, την οίκείωσιν, της συγγενείας, δι’ αγώνων ιερών έλαμπρύνατε, θεομακάριστε Μάρτυς Ανίκητε, σύν τώ Φωτίω φωτός τώ θεράποντι. Άλλ’ αίτήσασθε, δοθήναι πταισμάτων άφεσιν, τοις μέλπουσιν υμών την θείαν αθλησιν

    Σχολιάστε
  • Αύγουστος 15, 2010, 5:47 μμ
    Permalink

    🙂
    πολυαγαπημεεεεεεεεεεεενε μου ΑΓΙΕ ΒΑΣΙΙΙΙΙΙΙΙΛΕΙΕ!!!
    ΕΥΛΟΓΗΣΟΝ!
    ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛOYME ΠΟΛΥ-ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ
    ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ «ΣΚΑΣΜΕΝΩΝ»
    ΝΑ ΠΑΡΑΚΑΛΕΣΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΜΑΣ
    ΝΑ ΦΥΣΙΞΕΙ 7 ΜΠΟΦΩΡ ΕΩΣ ΤΕΛΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ-ΠΛΗΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖ-ΚΑΙ ΝΑΝΑΙ ΚΑΙ ΒΟΡΙΑΣ ΠΑΝΤΑ -ΟΧΙ ΝΟΤΙΑΣ-MONO BOPIAS!-
    ΚΑΙ ΝΑ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΕΙ ΑΥΤΗ Η ΠΑΛΙΟΥΓΡΑΣΙΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙ ΚΑΙ ΚΟΛΛΑΜΕ ΟΣΑ ΝΤΟΥΣ ΚΙ ΑΝ ΚΑΝΟΜΕΝ!
    ΟΚ?

    ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΘΕΡΜΑ
    ΚΑΙ ΣΕ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΑΣΤΕ…

    ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΟΜΕΝ ΑΛΛΟ ΚΑΥΣΩΝΑ ΜΕ ΥΓΡΑΣΙΑ….
    ΣΚΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΣΑΜΕ….

    ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ.
    ΣΕ ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΚΑΙ ΣΕ ΙΚΕΤΕΥΟΥΜΕ
    ΣΥΓΧΩΡΕΣΕ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΜΑΣ
    ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΜΕΛΕΙΕΣ ΜΑΣ…

    ΕΥΛΟΓΗΣΟΝ+

    + URGENT
    dear santa
    SEND SOME ICE COLD WEATHER TO GREECE PLEASE,CAUSE WE ARE GRILLED
    STA KARVOUNA-IF YOU KNOW WHAT I MEAN!!!!

    Σχολιάστε
  • Αύγουστος 15, 2010, 6:14 μμ
    Permalink

    Κι ένα παγωτάκι στο 3 παρακαλώ…
    Και που σαι,και μια παγωμένη ΑΜΣΤΕΛ…γιατί…έτσι μας αρέσει!

    Σχολιάστε
  • Αύγουστος 15, 2010, 7:03 μμ
    Permalink

    🙂 xaxa!!!

    poly plaka exeis anwnyme! 🙂

    Hmeis zitiksamen aeran kai drosian!
    pagwtaki kai amstel exei kai sta periftera!!!!

    euxes! 🙂

    kronia polla-imiliori aouguri apo misko!!!!!!!!!!!!! 🙂

    Σχολιάστε
  • Αύγουστος 16, 2010, 9:09 μμ
    Permalink

    Ειναι αληθεια οτι ο Κυριος μας δινει μονο αυτα που μπορουμε να αντεξουμε,να σηκωσει ο αμαρτωλος εαυτος μας.Εξαλλου ο Ιδιος ειχε πει ΄΄να σηκωσουμε τον σταυρο μας και οποιος θελει να τον ακολουθησει¨Η ζωη ειναι δυσκολη αλλα και συναμα ομορφη οταν ξερεις οτι ο Κυριος δεν θα σε αφησει ποτε και οτι παντα σε κρατα στα θεικα του Χερια ωσπου να μπορεσεις ΄΄να πεις πετω ξανα΄΄ προς τα ωραια,τα ψηλα.

    Σχολιάστε
  • Αύγουστος 17, 2010, 3:42 μμ
    Permalink

    +Πριν από το τέλος κάθε δέησης, και όταν ο ιερεύς προτρέπει τον λαό λέγοντας «ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα», ο λαός απαντάει: «Σοί, Κύριε». «Σε σένα Κύριε».

    Αυτές οι λέξεις είναι πολύ γνωστές. Και εύκολα τις θυμώμαστε. Και κάθε Χριστιανός μπορεί να τις χρησιμοποιεί σε κάθε περίσταση της ζωής του.

    Όταν έχεις υγεία, και πηγαίνουν καλά οι δουλειές σου, πες με όλη σου την καρδιά: «Σοί, Κύριε». «Σε Σένα», Κύριε, οφείλουμε την ευχαριστία.

    Όταν οι άνθρωποι σε τιμούν και λένε καλά λόγια για σένα, πες από μέσα σου: «Αυτά δεν αξίζουν να αποδοθούν σε μένα, αλλά Σοί, Κύριε». «Σε Σένα», Κύριε, οφείλουμε τη δοξολογία.

    Και όταν υποπέσεις στο φθόνο των ανθρώπων και στην προδοσία των φίλων σου, να μη παρεκκλίνει η καρδιά σου και τους κρατήσεις κακία· αλλά πες: Όλα αυτά τα αναθέτω στην κρίση Σου και στην δικαιοσύνη Σου. «Σε Σένα», Κύριε.

    Και όταν θα ξεπροβοδίζεις μέσα στο φέρετρο την πιο λατρευτή σου αγάπη, βάδιζε με γενναιότητα, σαν να πηγαίνεις δώρο στον πιο καρδιακό σου φίλο. Και πες: Αυτή την αγαπημένη μου ψυχή, Σού την προσφέρω σαν δώρο. «Σοί, Κύριε».

    Και όταν σε περικυκλώνουν σύννεφα δαιμονικά, θλίψεις, αρρώστειες και δοκιμασίες, μην απελπίζεσαι. Αλλά πες: Στην βοήθεια και στο έλεός Σου καταφεύγω. «Σε Σένα», Κύριε.

    Και όταν ο Άγγελος έλθει στην επιθανάτια κλίνη σου, μην κλάψεις! Φίλος σου είναι! Αλλά φρόντισε να συγχωρηθείς με τους δικούς σου. Και πες: Την ψυχή μου τη μετανοημένη, την παραδίδω στα χέρια Σου. «Σε Σένα, Κύριε».

    AGIOU+ Νικολάου Βελιμίροβιτς, επισκόπου Αχρίδος
    http://ahdoni.blogspot.com/

    Σχολιάστε
  • Αύγουστος 23, 2010, 11:02 πμ
    Permalink

    Ο Κοσμάς ο Αιτωλός, μοναχός, υπήρξε διδάσκαλος και φωτιστής του Γένους, εθνομάρτυρας και άγιος της Εκκλησίας. Καμιά προσωπικότητα των χρόνων της δουλείας δεν έχει απασχολήσει τόσο πολύ την επιστήμη, τη λογοτεχνία και τη θεολογία, όσο ο Πατροκοσμάς, όπως επικράτησε να ονομάζεται από τα πλατιά λαϊκά στρώματα.

    Ανήκει στις φωτισμένες μορφές, που προετοίμασαν το Γένος για την παλιγγενεσία του. Η εμφάνιση του συνέπεσε με μια κρισιμότατη περίοδο της ιστορίας του δούλου Γένους. Τον 18ο αιώνα συντελείται η ανασυγκρότηση του ελληνισμού σε όλους τους τομείς.

    Μέσα στο προστατευτικό πλαίσιο της εθναρχούσας Εκκλησίας διατήρησε την ακεραιότητα του και μπόρεσε να επιβιώσει στους ιδιαίτερα δύσκολους 16ο και 17ο αιώνες.

    Βιογραφικά

    Γεννήθηκε το 1714 στο Μέγα Δένδρο (κατ’ άλλους στον Ταξιάρχη), της επαρχίας Αποκούρου της Αιτωλίας. Το Μέγα Δένδρο δέχεται ως τόπο καταγωγής του ο πρώτος βιογράφος και σύγχρονος του Νικόδημος ο Αγιορείτης.

    Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο ιεροδιδασκαλείο του Λύτσικα στη Σιγδίτσα της Παρνασσίδος και στη μονή Αγίας Παρασκευής στα Βραγγιανά των Αγράφων.

    Δίδαξε ως «υποδιδάσκαλος» στη Λομποτινά Ναυπακτίας και σε άλλα χωριά. Επιθυμώντας να λάβει μιαν ανώτερη παιδεία πήγε στην Αθωνιάδα Σχολή (μονή Βατοπεδίου) γύρω στο 1750, όπου είχε δασκάλους τον Παν. Παλαμά, τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Νικ. Τζαρτζούλη.

    Στο Άγιο Όρος επιδόθηκε στην άσκηση και τη μελέτη της Αγίας Γραφής και των εκκλησιαστικών Πατέρων. «Μελετώντας το άγιον και ιερόν Εύαγγέλιον -έλεγε στο κήρυγμα του-εύρον μέσα πολλά και διάφορα νοήματα, τα οποία είναι όλα μαργαριτάρια, διαμάντια, θησαυρός, πλούτος, χαρά, ευφροσύνη, ζωή αιώνιος».

    Μολονότι το περιεχόμενο της παιδείας του δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια, από το κήρυγμα του συνάγεται ότι είχε μια βαθιά εκκλησιαστική γνώση και μια επαρκή γενικότερη «θύραθεν» παιδεία. Γνώριζε καλά Ελληνικά, έμαθε ξένες γλώσσες («Εβραϊκά, Τουρκικά, Φράγκικα») και δείχνει κάποια άνεση στη χρήση και της αρχαίας ελληνικής γραμματείας.

    Άλλωστε, και μετά τη φοίτηση του στην Αθωνιάδα, ως μοναχός μπορούσε να συνεχίσει την κατάρτιση του «κατ’ ιδίαν» («… έφθειρα την ζωήν μου είς την σπουδήν σαράντα πενήντα χρόνους… τα βάθη της σοφίας ήρεύνησα» -θα ομολογήσει). Το 1759 έγινε μοναχός στη μονή Φιλόθεου. Τότε άλλαξε το κοσμικό του όνομα Κώνστας με το μοναχικό Κοσμάς.

    Στον χώρο της μετανοίας του φλεγόταν από τον πόθο να βοηθήσει το υπόδουλο Γένος, συμβάλλοντας στον κατά Θεόν φωτισμό του.

    «Άκούοντας και εγώ, αδελφοί μου -θα πει αργότερα-τούτον τον γλυκύτατον λόγον, όπου λέγει ο Χριστός μας, να φροντίζωμεν και δια τους αδελφούς μας, μ’ έτρωγεν εκείνος ο λόγος μέσα είς την καρδίαν τόσους χρόνους, ωσάν το σκουλήκι, όπου τρώγει το ξύλον… Όθεν άφησα την Ιδικήν μου προκοπήν, το ιδικόν μου καλόν, και εβγήκα να περιπατώ από τόπον είς τόπον και διδάσκω τους αδελφούς μου». Και αλλού θα συμπληρώσει: «Επειδή το Γένος μας έπεσεν εις αμάθειαν, είπα: Ας χάση ο Χριστός εμένα, ένα πρόβατον, και ας κερδίση τα άλλα. Ίσως η ευσπλαγχνία του Θεού και η ευχή σας σώση και εμένα».

    Στα τέλη του 1760, πιθανότατα, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και έλαβε άδεια και ευλογία του οικουμενικού πατριάρχη Σωφρονίου Β’, για να αρχίσει το ιεραποστολικό του έργο, το οποίο συνέχισε για μια περίπου εικοσαετία και το επισφράγισε με το μαρτύριο του.

    Ο Κοσμάς πραγματοποίησε τέσσερεις ή κατ’ άλλους τρεις περιοδείες, σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Οι πορείες του δεν μπορούν να οριστούν με ακρίβεια. Διάφορες «ενθυμήσεις» εκκλησιαστικών βιβλίων, τοπικές παραδόσεις και οι επιστολές του βεβαιώνουν ότι περιόδευσε τα μέρη της Κωνσταντινούπολης, τη Θράκη, το Άγιο Όρος, τη Στερεά Ελλάδα, την Αχαΐα, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, την Ήπειρο, τα νησιά του Αιγαίου και Ιονίου, τμήμα της Σερβίας και τη Βόρειο Ήπειρο, όπου υπήρχε ελληνικό στοιχείο.

    Κήρυττε σε πόλεις και χωριά, σε ορεινές και απομονωμένες περιοχές, αψηφώντας μόχθο και κινδύνους. Παρά την ηπιότητα και πατρικότητα του κηρύγματος του, που έβρισκε μεγάλη λαϊκή ανταπόκριση, δεν έλειψαν οι αντιδράσεις.

    Τους πλουσίους και κάθε είδους δυνατούς προκαλούσε ο λόγος του να δώσουν «το άδικον οπίσω»· πολλούς από τους κοτζαμπάσηδες ο λόγος του για δικαιοσύνη- τους Ενετούς και το επτανησιακό αρχοντολόι η ρωμαίικη παράδοση, που αυτός εκπροσωπούσε· και τέλος τους Εβραίους η μεταφορά, με ενέργειες του, του παζαριού από την Κυριακή στο Σάββατο και οι λαϊκές αντιεβραϊκές παραδόσεις, που χρησιμοποιούσε.

    Η επιβουλή των Εβραίων εναντίον του έγινε ο μεγαλύτερος κίνδυνος του: «Να τον παρακαλέσετε (τον Χριστό) -έλεγε-να με φυλάγη από τις παγίδες του Διαβόλου και μάλιστα των Εβραίων, όπου εξοδιάζουν χιλιάδες πουγγιά δια να με θανατώσουν».

    Στις 2 Μαρτίου 1779 έγραφε στον λόγιο αδελφό του Χρύσανθο: «Δέκα χιλιάδες Χριστιανοί με άγαπώσι και ένας με μισεί. Χίλιοι Τούρκοι με άγαπώσι και ένας όχι τόσον. Χιλιάδες Εβραίοι θέλουν τον θάνατον μου και ένας όχι».

    Οι Εβραίοι τον συκοφάντησαν ότι δήθεν ήταν όργανο της Ρωσίας και υποκινούσε επανάσταση. Ενώ κήρυσσε στο χωριό Κολικόντασι του Βερατίου, συνελήφθη με εντολή του Κουρτ πασά, στις 23 Αυγούστου 1779, και την επομένη κρεμάστηκε από δέντρο στις όχθες του ποταμού Άψος, χωρίς καμιά δίκη και καταδικαστική απόφαση.

    Το σώμα του γυμνώθηκε και ρίχτηκε οτον ποταμό, απ’ όπου το ανέσυρε ύστερα από τρεις μέρες ο εφημέριος του χωριού και το έθαψε στον ναό του.

    Η δράση

    Ο Κοσμάς επέλεξε τον αποστολικό τρόπο δράσης, υπακούοντας σε εντολές και ευρύτερο σχέδιο του οικουμενικού πατριαρχείου. Η έναρξη ιεραποστολικής δράσης σχεδόν ταυτόχρονα με τον Κοσμά και από τον λόγιο ιεροκήρυκα του πατριαρχείου Δωρόθεο Βουλησμά ενισχύει αυτή την εκδοχή.

    Οι περιοδείες του Πατροκοσμά αποσκοπούσαν στην ενίσχυση της λαϊκής ενότητας μέσα στην εκκλησιαστική παράδοση, που ήταν και εθνική. Πρωταρχικός στόχος του ήταν η ανάσχεση των εξισλαμισμών, που είχαν πυκνωθεί τον 18ο αιώνα.

    Το κήρυγμα του Πατροκοσμά μπόρεσε να βρει απήχηση και συνεπώς να έχει και διάρκεια, γιατί ο Κοσμάς μπορούσε να μιλεί με τρόπο κατανοητό στον λαό, αντίθετα με άλλους λογίους ιεροκήρυκες της εποχής του.

    Ο λόγος του φανερώνει το λαϊκό φρόνημα του. Χρησιμοποίησε τον γλωσσικό κώδικα επικοινωνίας των λαϊκών στρωμάτων, για να μπορεί να βρει απήχηση ο λόγος του. Διάνθιζε το κήρυγμα του με ελεύθερη απόδοση αγιογραφικών και πατερικών χωρίων, με τα οποία ο λαός ήταν εξοικειωμένος στη λειτουργική ζωή του.

    Ο «δημοτικισμός» όμως του Πατροκοσμά δεν ήταν τεχνητός, αλλά φυσικός και αβίαστος. Δεν επεδίωκε, άλλωστε, τον εντυπωσιασμό του λαού, αλλά την πνευματική προκοπή του. Στην απλουστευμένη μορφή του λόγου του σώζεται ατόφιος ο ελληνικός γλωσσικός πλούτος, μέσα σε μια φυσική και ανεπιτήδευτη ρητορικότητα, που παρουσιάζει σε πολλά σημεία σπάνια λογοτεχνική δύναμη.

    Ο Πατροκοσμάς δεν κατέχεται από κάποιο γλωσσικό μονισμό. Γνωρίζει την ελληνική γλώσσα σ’ όλη τη διαχρονία της. Γι’ αυτό χρησιμοποιεί με άνεση διάφορες γλωσσικές μορφές, ανάλογα με τις περιστάσεις. Αρκεί να παραβάλει κανείς τη γλώσσα του κηρύγματος του με εκείνη της αλληλογραφίας του.

    Η αγάπη του Κοσμά για τον λαό φανερώνεται συχνά στο κήρυγμα του. «Χρέος έχουν εκείνοι, όπου σπουδάζουν -σημειώνει-να μη τρέχουν εις αρχοντικά και αυλάς μεγάλων και να ματαιώνωσι (να χαραμίζουν) τη σπουδή τους, δια να αποκτήσουν πλούτον και αξίωμα, αλλά να διδάσκωσι μάλιστα τον κοινόν λαόν, όπου ζώσι με πολλήν απαιδευσίαν και βαρβαρότητα».

    Πρότυπα του σε αυτό το πλησίασμα του λαού, που επιχείρησε, είχε ασφαλώς τον Φραγκίσκο Σκούφο (1644-1697), τον Ηλία Μηνιάτη (1669-1714) και τον Βικέντιο Δαμοδό (1700-1752). Την ίδια δε παράδοση θα ακολουθήσει και ο νεώτερος του Κοσμά Νικηφόρος Θεοτόκης (1730-1800).

    Το κήρυγμα του Πατροκοσμά και η διδασκαλία του αποτυπώθηκαν στις περίφημες Διδαχές του, ο οποίες δείχνουν την πατερικότητα και παραδοσιακότητά τους. Στον λιτό και ανεπιτήδευτο λόγο του ανακεφαλαιώνεται όλη η πατερική παράδοση. Το φιλολογικό πρόβλημα των Διδαχών εξέτασε εκτεταμένα ο Ι. Μενούνος στη διατριβή του.

    Ο λόγος του Πατροκοσμά δεν έχει μεγάλη ποικιλία. Είναι μια βασική διδασκαλία, που ο «σκελετός» της παρέμενε βασικά ο ίδιος, με ανάλογες προσαρμογές κατά τις περιστάσεις.

    Το θεολογικό του σχήμα είναι: δημιουργία από τον Θεό -πτώση- σωτηρία εν Χριστώ -μέθοδος οικειώσεως της εν Χριστώ σωτηρίας (λυτρωτικά μέσα της Εκκλησίας: άσκηση -μυστήρια). Ο Ι. Μενούνος διακρίνει πέντε τύπους Διδαχών (συνολικά 26 κείμενα) του Κοσμά, των τελευταίων ετών της δράσης του. Κανένα αυτόγραφο του δεν σώζεται. Τα κηρύγματα του καταγράφονταν από ακροατές του.

    Ο Κοσμάς ακολουθούσε συγκεκριμένη πορεία στο κήρυγμα του. Σε κάθε τόπο έκανε μια πρώτη ομιλία το βράδυ, γιατί η μετακίνηση του γινόταν στη διάρκεια της ημέρας.

    Το πρωί έκανε μια δεύτερη ομιλία. Στην πρώτη μιλούσε για τη δημιουργία και την πτώση, στη δεύτερη για τη σωτηρία. Το δεύτερο βράδυ έκανε τρίτη ομιλία με θέμα την ανάσταση και την εξάπλωση της πίστης, μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία.

    Η ευρύτερη θεματική των ομιλιών του είχε στόχο την ανταπόκριση στις άμεσες ανάγκες και στους προβληματισμούς του Γένους. Θα μπορούσαν να διακριθούν εδώ τρεις άξονες:

    α) Η ορθόδοξη πίστη και παράδοση

    Απέβλεπε στην αναζωπύρηση του πατερικού φρονήματος, για την επανεύρεση των υπαρκτικών θεμελίων του Γένους. Γιαυτό έκανε συνεχώς έκκληση στην ορθόδοξη συνείδηση του λαού: «Έμαθα -έλεγε-πώς με την χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου και Θεού δεν είσθενε Έλληνες (δηλ. ειδωλολάτρες), δεν είσθενε ασεβείς αιρετικοί άθεοι, αλλ’ είσθενε ευσεβείς ορθόδοξοι Χριστιανοί, πιστεύετε και είσθενε βαπτισμένοι εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και είσθενε τέκνα και θυγατέρες του Χριστού μας…».

    Η δική του (δια)φωτιστική προσπάθεια διαφοροποιούνταν ριζικά από εκείνη των δυτικόφρονων Διαφωτιστών της εποχής και επεδίωκε να προφυλάξει τον λαό από τη σύγχυση των διαφόρων προπαγανδών, που άρδευαν κατακλυσμικά τη συνείδηση του: «Όλες οι πίστες -ήταν το κήρυγμα του Πατροκοσμά-είναι ψεύτικες, κάλπικες, όλες του Διαβόλου.

    Τούτο εκατάλαβα αληθινόν, θείον, ούράνιον, σωστόν, τέλειον και δια λόγου μου και δια λόγου σας, πως μόνη η πίστις των ευσεβών και ορθοδόξων Χριστιανών είναι καλή και αγία…».

    Το κήρυγμα του, τριαδοκεντρικό οπωσδήποτε, εστιάζεται συχνά στο πρόσωπο του Χριστού, αφού το «κινδυνευόμενον και προκείμενον» ήταν η χριστιανική (ορθόδοξη) υπόσταση του Έθνους.

    Ο Χριστός είναι για τον Κοσμά «ό γλυκύτατος αύθέντης και δεσπότης». Χρυσοστομικές εξάρσεις στον λόγο του είναι συχνές: «Άνίσως, αδελφοί μου, και ήταν δυνατόν να ανεβώ εις τον ούρανόν, να φωνάξω μίαν φωνήν μεγάλην, να κηρύξω εις δλον τον κόσμον πώς μόνος ό Χριστός μου είναι Υιός και Λόγος του Θεού και Θεός αληθινός και ζωή των απάντων, ήθελα να το κάμω».

    Το κήρυγμα του δεν ήταν άχρωμη ηθικολογία, αλλά θεολογία, πατερικό στην ουσία του και δογματικό παρά την απλότητα του.

    Προέβαλλε το ορθοδοξοπατερικό ήθος μέσα από τον ρεαλισμό της εν Χριστώ σωτηρίας. Ζητούσε καθαρότητα της καρδιάς, για να μπορεί να βλαστήσει ο Θείος σπόρος (πρβλ. Λουκ, η’ 5 κ.εξ.) και μετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας.

    Γι’ αυτό έστηνε έναν ξύλινο σταυρό (πολλοί από αυτούς έχουν σωθεί) και δίδασκε στη σκιά του, καλώντας τον λαό στα μυστήρια (ευχέλαιο, εξομολόγηση, Θεία Ευχαριστία). Από την ορθόδοξη παράδοση προχωρούσε στο ορθόδοξο ήθος, προβάλλοντας την τριάδα των αρετών: ταπείνωση, συγχωρητικότητα, αγάπη, ως θεμέλιο της εκκλησιαστικής κοινωνικότητας.

    Ζητούσε από τον Θεό να «φύτευση και να ρίζωση εις την καρδίαν (των ακροατών του) την εϊρήνην, την άγάπην, την όμόνοιαν, την πραότητα, την θερμήν πίστιν, την όρθήν έξομολόγησιν». Οικοδομούσε, έτσι, τον σύνδεσμο ατομικότητας και κοινωνικότητας μέσα στο εκκλησιαστικό σώμα.

    β) Η γνήσια παιδεία

    Ο Πατροκοσμάς υπήρξε απόστολος όχι μόνο της Ορθόδοξης πίστης, αλλά και της ελληνικής παιδείας. Σ’ αυτό το σημείο δεν έλειψαν οι αντιφατικές κρίσεις και ιδεολογικές ακόμη χρήσεις των λόγων του.

    Την παιδεία συνδύαζε με τον φωτισμό του ανθρώπου και γι’ αυτό θεωρούσε αμάρτημα την αδιαφορία απέναντι της: «Άμαρτάνετε πολύ να τα αφήνετε (=τα παιδιά) αγράμματα και τυφλά, και μη μόνον φροντίζετε να τους αφήσετε πλούτη καί υποστατικά, και μετά τον θάνατο σας να τα τρων και να τα πίνουν και να σας όπισολογοϋν (κατηγορούν; δυσφημούν;).

    Καλύτερα να τα αφήσετε φτωχά και γραμματισμένα, παρά πλούσια και αγράμματα». Η παιδεία όμως, που αυτός συνιστά, είναι η παιδεία του Γένους, ελληνική. Δεν τον κινεί κάποιος εθνικιστικός σωβινισμός στο αίτημα αυτό, αλλά η ιστορία του Γένους.

    Μιλεί για την παιδεία των Πατέρων, η οποία ως γνήσια ζήτηση της αλήθειας (φιλοσοφία) ανοίγει τον δρόμο προς το Ευαγγέλιο, τον λόγο της σωτηρίας. «Ή Εκκλησία μας -λέγει-είναι εις την έλληνικήν.

    Και αν δεν σπουδάσης τα Ελληνικά, δεν ημπορείς να καταλάβης εκείνα πού ομολογεί η Εκκλησία μας». Για να περιορίσει και να εξαφανίσει από τους Έλληνες τη χρήση του βλάχικου ή αρβανίτικου γλωσσικού ιδιώματος, θα φθάσει σε σημείο να δηλώσει: «Όποιος χριστιανός, άνδρας ή γυναίκα, υπόσχεται μέσα είς το σπίτι του να μη κουβεντιάζη Αρβανίτικα, ας σηκωθή επάνω να μου είπη και να πάρω όλα του τα αμαρτήματα εις τον λαιμόν μου από τον καιρόν όπου εγεννήθηκε, έως τώρα, και να βάλω όλους τους χριστιανούς να τον συγχωρέσουν…».

    Η παιδεία που διέδιδε ο Πατροκοσμάς απέβλεπε στην αναγέννηση του Έθνους. Όπως έγραφε στους Παργίους, το ελληνικό σχολείο που θα ίδρυαν, έπρεπε να συντελέσει «εις την διαφύλαξιν της πίστεως και ελευθερίαν της πατρίδος».

    Ήταν μια παιδεία που ανταποκρινόταν στις άμεσες ανάγκες του δούλου Γένους και διαφοροποιούνταν ριζικά από εκείνη των δυτικοπλήκτων και τα «άθεα γράμματα» μερικών Διαφωτιστών.

    Το αυθεντικό πατερικό φρόνημα του αποτυπώνουν τα λόγια του: «Αι πολλαί Εκκλησίαι ούτε διατηρούν, ούτε ενισχύουν την πίστιν μας, όσον και όπως πρέπει, εάν οι εις Θεόν πιστεύοντες δεν είναι φωτισμένοι υπό των παλαιών και νέων Γραφών.

    Η πίστις μας δεν εστερεώθη από αμαθείς Αγίους, αλλά από σοφούς και πεπαιδευμένους, οίτινες και τας αγίας Γραφάς ακριβώς μας εξήγησαν και δια θεοπνεύστων λόγων αρκούντως μας εφώτισαν…». Πάνω σε παρόμοιες θέσεις του Πατροκοσμά, φαίνεται, στηρίχθηκε η άποψη ότι γκρέμισε στη Χειμάρρα εκκλησίες, για να γίνουν σχολεία. Δεν είναι όμως απίθανο, ερειπωμένες και εγκαταλελειμμένες εκκλησίες να όριζε να τις μετατρέψουν σε σχολεία.

    Το σχολείο όμως του Κοσμά ήταν προέκταση της Εκκλησίας: «Από το σχολείο μανθάνομεν, το κατά δύναμιν, τί είναι Θεός, τί είναι ή Αγία Τριάς, τί είναι άγγελοι, τί είναι αρχάγγελοι, τί είναι δαίμονες, τί είναι παράδεισος, τί είναι κόλασις, τί είναι αμαρτία, αρετή.

    Από το σχολείον μανθάνομεν τι είναι Αγία Κοινωνία, τι είναι Βάπτισμα, τι είναι το άγιον Εύχέλαιον, ο τίμιος γάμος, τι είναι ψυχή, τι είναι κορμί, τα πάντα από το σχολείον τα μανθάνομεν». Έβλεπε, συνεπώς, το σχολείο ως ναό της αληθινής γνώσης και θεοκεντρικής παιδείας.

    Ο διαφωτισμός του Πατροκοσμά ήταν ορθοδοξοκεντρικός. Το παιδευτικό του πρότυπο ήταν ο Θεάνθρωπος, όχι ο κατά κόσμον σοφός, αλλ’ ο θεούμενος. Πλήρης η ταύτιση του με τους συγχρόνους του Κολυβάδες.

    Ως φωτιστής του Γένους δεν μπορεί να τοποθετηθεί δίπλα στους δυτικόφρονες, αλλά δίπλα στον Βούλγαρι και τον Νικόδημο τον Αγιορείτη. Ο ζήλος του για την παιδεία των ομοεθνών του φαίνεται από τα ίδια τα έργα του.

    Στον αδελφό του Χρύσανθο έγραφε (1779) ότι ίδρυσε 10 ελληνικά σχολεία και 200 για τα κοινά γράμματα (δημοτικά), στις 30 επαρχίες που είχε επισκεφθεί.

    γ) Ορθόδοξη κοινωνικότητα

    Ο Πατροκοσμάς απέβλεπε με το κήρυγμα του να σώσει και τα υπαρκτικά θεμέλια του Γένους στις διαστάσεις της ρωμαίικης κοινωνικότητας. Αποσκοπούσε όχι μόνο στην αναγέννηση του ανθρώπινου προσώπου, αλλά και σύνολης της κοινωνίας.

    Την κοινωνικότητα έβλεπε ως οριζόντια θρησκευτικότητα. Κήρυττε ισότητα και αδελφότητα όλων των ανθρώπων («από ένα άνδρα και μίαν γυναίκα εγεννήθημεν και όλοι είμεθα αδελφοί»). Δεν παρέλειπε όμως να συμπληρώνει: «Όλοι είμεθα αδελφοί, μόνον η πίστις μας χωρίζει», δείχνοντας την πατερική και εδώ θεμελίωση του.

    Η υπερφυλετική παναδελφοσύνη των ανθρώπων απέρρεε από τη ρωμαίικη οικουμενικότητα του φρονήματος του, που θεμελιωνόταν όχι στο όμαιμο, αλλά στο ομόπιστο, στο ομόδοξο.

    Παράλληλα όμως κήρυττε την ισότητα ανδρών και γυναικών και την ιερότητα του γάμου, μέσα όμως στη λειτουργική ιδιαιτερότητα των φύλων και της αποστολής τους στο κοινωνικό σώμα (ήθελε τον άνδρα «ωσάν βασιλέα» στην οικογένεια και την γυναίκα «ωσάν βεζίρη»).

    Συνιστούσε την πρακτική δικαιοσύνη, την αποφυγή «της αρπαγής και αδικίας» και να δίνεται «το άδικον οπίσω», σ’ όποιον και αν είχε γίνει η αδικία («… όσοι αδικήσατε Χριστιανούς, ή Εβραίους, ή Τούρκους»).

    Ιδιαίτερα εντυπωσιάζει το γεγονός ότι ο Πατροκοσμάς έδειχνε σημαντικό ενδιαφέρον για τη συλλογική -κοινωνική συμπεριφορά και οργάνωση, για κοινή-κοινοτική ύπαρξη και σύμπραξη: «Άμή τί είναι ή πλερωμή μου; Να καθίστετε από πέντε-δέκα να συνομιλήσετε αυτά τα θεϊα νοήματα, να τα βάλετε μέσα είς την καρδίαν σας, δια να σας προξενήσουν την ζωήν την αίώνιον».

    Σε κάθε τόπο, που επισκεπτόταν, συνιστούσε στη συσσωμάτωση σε αδελφότητα, για τη συλλογική δραστηριοποίηση της κοινωνικής ομάδας, στα όρια όμως μιας κοινής και εθνωφελούς στοχοθεσίας.

    Όριζε εκλογή των υπευθύνων με βάση δημοκρατική («με τη γνώμη όλων των χριστιανών»). Σύμφωνα με μαρτυρία του προβλεπτή της Λευκάδας, που είχε πάρει από τον κατάσκοπο του αγίου, άρχοντα Μαμωνά, ο Πατροκοσμάς απέτρεπε τους κατοίκους της Πρέβεζας να εκκλησιάζονται στις ενορίες εκείνες που δεν είχαν συσσωματωθεί σε αδελφότητα. Είναι φανερό ότι το κοινοβιακό πρότυπο του Αγιορείτη μοναχού Πατροκοσμά μεταφυτευόταν στις κοσμικές ενορίες και κοινότητες.

    Την κοινωνική ενότητα στήριζε στον αλληλοσεβασμό «αρχόντων και αρχομένων». Προέτρεπε τους πιστούς να τιμούν τους ιερείς παραπάνω από τους βασιλείς και τους αγγέλους, αλλά και τους προεστούς και τους γεροντότερους, χωρίς «να καταφρονούν κανένα… ότι ο Θεός όμοια μας έχει όλους». Τις ρωμαίικες-ορθόδοξες ρίζες της κοινωνικής του θεωρίας αποκαλύπτει η θέση του για τους προεστούς: «Ό,τι χρεία τύχη της χώρας, τους προεστούς γυρεύουν και σεις κοιμάσθε ξέγνοιαστοι…».

    Στη συνάφεια αυτή έχει σημασία η τοποθέτηση του Πατροκοσμά απέναντι στον κατακτητή. Συνιστά στον λαό νομιμοφροσύνη, αλλ’ όχι δουλικότητα: «Περιπατώ -γράφει σε κάποιον κατή-και διδάσκω τους Χριστιανούς να φυλάγουσι τας εντολάς του Θεού και να πείθωνται (υπακούουν) εις τας κατά Θεόν βασιλικάς προσταγάς» (Πράξ. ε’ 29). Συνιστούσε υπακοή σε όσα «δεν αντιστέκονται στο Ευαγγέλιο».

    Στη θέση του απέναντι στους Τούρκους μένει πιστός στη χαραγμένη ήδη από τον πατριάρχη Γεννάδιο Β’ τον Σχολάριο τακτική. Βραχυπρόθεσμη συνεργασία και κατευνασμός του «θηρίου» και πρόκριση του Τούρκου, ως λιγότερο επικίνδυνου για την «ψυχή», από τον Φράγκο: «Και διατί δεν έφερεν ο Θεός άλλον βασιλέα, που ήταν τόσα ρηγάτα εδώ κοντά να τους το δώση, μόνον ήφερε τον Τούρκον μέσαθε από την Κόκκινην Μηλιά και του το έχάρισεν; Ήξερεν ο Θεός, πως τα άλλα ρηγάτα μας βλάπτουν εις την πίστιν, και ο Τούρκος δεν μας βλάπτει. Άσπρα (χρήματα) δώσ’ του καί καβαλλίκευσέ τον από το κεφάλι…». Έδινε έτσι μιαν απάντηση στους δυτικόφρονες ενωτικούς.

    Δεν δίσταζε όμως, όταν έπρεπε, να αποκαλύπτει τους εχθρούς της πίστεως και του Γένους: «Ό αντίχριστος ο ένας είναι ο Πάπας και ο έτερος είναι αυτός, που είναι εις το κεφάλι μας. Χωρίς να είπω το όνομα του, το καταλαβαίνετε…»

    Ο οραματισμός

    Η μεγαλόπνοη δράση του Πατροκοσμά δέχθηκε πολλές ερμηνείες, αναζητήθηκαν διάφορες σκοπιμότητες και επισημάνθηκαν ανάλογοι στόχοι. Θεωρήθηκε «εθνικιστής», «κοινωνικός επαναστάτης», «δημοτικιστής» κ.ά.

    Οι τοποθετήσεις όμως αυτές μάλλον τον αδικούν, διότι είναι ευδιάκριτη η πατερικότητά του.

    Ο άγιος Κοσμάς ανήκε ολόκληρος στην ορθόδοξη πατερική παράδοση, είχε ευρύ πατερικό πνεύμα και οι στόχοι και τα μέσα του καθορίζονταν από τη ζωή και πράξη της Εκκλησίας. Απέβλεπε στον αναβαπτισμό του Έθνους στην πατερική παράδοση, όπως αυτή σώζεται στην πραγματικότητα της Εκκλησίας.

    Οραματιζόταν μια ελληνική κοινωνία «κατοικία του Θεού, κατοικία των αγγέλων». Τίποτε λιγότερο, δηλαδή, ή περισσότερο από ό,τι ο ιερός Χρυσόστομος, όταν έλεγε: «γήν ούρανόν ποιήσωμεν».

    Το κήρυγμα του, προϋποθέτοντας την ακαταστασία των καιρών, οδηγούσε σε μια χριστοκεντρική κοινωνία, σε μια αταξική αδελφοποιία, μέσα στην ελευθερία και τη δικαιοσύνη: «Να ζήσουν (οι άνθρωποι) -έλεγε-και εδώ καλά, ειρηνικά και αγαπημένα, και μετά να πηγαίνουν εις τον παράδεισον να χαίρωνται πάντοτε».

    Έξω από κάθε ουτοπία, κινούνταν στον πνευματοκρατικό ρεαλισμό της Ορθοδοξίας, στα όρια του -υπαρκτού Χριστιανισμού», όπως σώζεται στη μοναστική αδελφότητα-ενορία. Αδιανόητη ήταν γι’ αυτόν μια Ελλάδα χωρίς Χριστό, χωρίς Ορθοδοξία.

    Η φιλοπατρία του διεπόταν από τη διπολικότητα πρόσκαιρου – αιωνίου, με έμφαση βέβαια στο δεύτερο:

    α) «Ή πατρίδα μου η ψεύτικη, η γήινη και ματαία, είναι από του Αγίου Άρτης και από την έπαρχίαν Άπόκουρον». Αλλά συμπλήρωνε:

    β) «Ημείς, Χριστιανοί μου, δεν έχομεν εδώ πατρίδα (Εβρ. ιγ’ 14). Δια τούτο και ό Θεός μας έβαλε τον νουν εις το επάνω μέρος, δια να στοχαζώμασθε πάντοτε την ούράνιον βασιλείαν, την αληθινήν πατρίδα μας».

    Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να ιδωθεί και η εθνική του προσδοκία, η οποία δεν πρέπει να χωριστεί από τη ρωμαίικη οικουμενικότητα, που, όπως στους Κολυβάδες, σωζόταν και στον Πατροκοσμά.

    Μιλούσε για το ρωμαίικο («αυτό μια μέρα θα γίνη ρωμαίικο»). Η ανάσταση του Γένους προσανατολιζόταν στην Πόλη και την Ελληνορθόδοξη αυτοκρατορία της Ρωμανίας. Αυτή την αποκατάσταση του Γένους υπαινίσσονταν και οι σπουδαίες προφητείες του.

    Με υπονοούμενα και συμβολικές φράσεις, εξάλλου, προσπαθούσε να εμπνεύσει στις ψυχές των υποδούλων τον πόθο της παλιγγενεσίας και να συντηρήσει την ελπίδα για την έλευση του «ποθούμενου».

    Και ως μόνο μέσο γι’ αυτή την ενδυνάμωση της συλλογικής συνείδησης θεωρούσε την εμμονή στην πίστη: «Το κορμί σας ας το καύσουν, ας το τηγανίσουν· τα πράγματα σας ας τα πάρουν, μη σας μέλλει.

    Δώσατε τα. Δεν είναι δικά σας. Ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται. Αυτά τα δύο όλος ο κόσμος να πέση δεν ημπορεί να σας τα πάρη, εκτός και τα δώσετε με το θέλημα σας. Αυτά τα δύο να τα φυλάττετε, να μη τα χάσετε».

    Μετά τις αποτυχίες των ρωσοτουρκικών συγκρούσεων (1774 κ.ε.) πρέπει να συνειδητοποίησε ο Κοσμάς την ανάγκη της εσωτερικής σποράς μέσα στη λαϊκή ψυχή, ώστε να βρει μόνη της τον δρόμο της ελευθερίας, με την αναζωπύρηση της αυτοσυνειδησίας της.

    Η απήχηση

    Το κήρυγμα του Πατροκοσμά είχε τεράστια απήχηση στον λαό. Σε κάθε τόπο, που επισκεπτόταν, προκαλούσε σεισμό στις συνειδήσεις, συνοδευόμενο από μετάνοια. Εχθροί συμφιλιώνονταν, κλέπτες επέστρεφαν τα κλοπιμαία, ληστές μεταβάλλονταν, πλούσιες γυναίκες πρόσφεραν τα χρυσάφια τους για έργα φιλανθρωπίας κ.λπ.

    Κατά τον βιογράφο του Νικόδημο μοίρασε συνολικά «υπέρ τα πεντακόσιας χιλιάδας σταυρούδια».

    Τις ομιλίες του παρακολουθούσαν χιλιάδες (τουλάχιστον 6.000 ήταν οι ακροατές του στο χωριό Μαύρο Μανδήλι κοντά στην Πρέβεζα κατά τον κατάσκοπο του Μαμωνά).

    Ακόμη και σήμερα όλη η βορειοδυτική Ελλάδα διατηρεί τη μνήμη της παρουσίας του. Σε πολλά μέρη της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας, των Αγράφων και της Στερεάς άρχιζε η επανάσταση με το δίστιχο: «Βοήθα μας, άγιε Γιώργη, και συ άγιε Κοσμά να πάρουμε την Πόλη και την Αγιά-Σοφιά».

    Ιδιαίτερη εκτίμηση έτρεφε για τον άγιο ο διαβόητος Αλή πασάς των Ιωαννίνων, του οποίου το μέλλον είχε προφητεύσει ο Κοσμάς. Γι’ αυτό και ανήγειρε μεγαλοπρεπή ναό στον τόπο της ταφής του αγίου.

    Διέταξε ακόμη να κατασκευάσουν αργυρά θήκη για την κάρα του, την οποία πολλές φορές έφερε στα Γιάννινα, για να την προσκυνήσει.

    Όταν κάποιοι τον χλεύασαν για την πράξη του αυτή, απάντησε με οργή: «Φέρετε μου ένα μουσουλμάνο σαν κι αυτόν τον Χριστιανό και να του φιλήσω και τα πόδια».

    Ο Πατροκοσμάς είχε και το χάρισμα της θαυματουργίας, ευρύτατα γνωστό στον λαό, που είχε, έτσι, τη βεβαίωση του αγιοπνευματικού φωτισμού του.

    Δείγματα της αγιότητας του ήταν και οι προφητείες του, πολλές από τις οποίες βρήκαν την πραγμάτωση τους. Έλεγε λ.χ. «το ποθούμενο θα γίνη στην τρίτη γενεά. Θα τα δουν τα εγγόνια σας».

    Πράγματι, η γενεά του 1821 ήταν η τρίτη από την εποχή του Κοσμά. «Πότε θαρθή το ποθούμενο;» -τον ρώτησαν στα Τσαραπλανά της Ηπείρου. «Όταν ενωθούν αυτά», απάντησε, δείχνοντας δύο μικρά δένδρα, τα οποία πράγματι μεγάλωσαν και ενώθηκαν το 1912.

    Ο λαός τον τιμούσε γι’ αυτό ως άγιο ήδη πριν από το μαρτύριο του, μετά το οποίο του αποδίδονταν τιμές μάρτυρα της πίστεως. Αυτή την πράξη έλαβε υπ’ όψιν το οικουμενικό πατριαρχείο, το οποίο με πράξη του τον κατέταξε μεταξύ των αγίων της Εκκλησίας, στις 20 Απριλίου 1961, υπογραμμίζοντας, ότι «άπασαν την πατρώαν γήν διέδραμε, κηρύττων ιεραποστολικώς τον λόγον του θεού, σχολεία πολλαχού ιδρύων, ασθενούντας θεραπεύων, την άγίαν αυτού εκκλησίαν κρατύνων, τύπον δ’ εαυτόν ταπεινώσεως, αύταπαρνήσεως, αρετής και εγκράτειας άναδείξας, έως ου και τον μαρτυρικόν ύπέμεινε θάνατον».

    Η μνήμη του τιμάται στις 24 Αυγούστου, μέρα του μαρτυρίου του.

    Ο άγιος Κοσμάς ονομάστηκε «ο μεγαλύτερος μετά την άλωση Έλληνας» και πατέρας του νεοελληνικού Έθνους.

    Ίσως θα πρέπει να προστεθεί ότι υπήρξε πρότυπο νεοελληνικού ήθους και αναστηλωτής του αυθεντικού ελληνορθόδοξου ιδεώδους.

    Ο Κοσμάς ο Αιτωλός, μοναχός, υπήρξε διδάσκαλος και φωτιστής του Γένους, εθνομάρτυρας και άγιος της Εκκλησίας. Καμιά προσωπικότητα των χρόνων της δουλείας δεν έχει απασχολήσει τόσο πολύ την επιστήμη, τη λογοτεχνία και τη θεολογία, όσο ο Πατροκοσμάς, όπως επικράτησε να ονομάζεται από τα πλατιά λαϊκά στρώματα.

    Ανήκει στις φωτισμένες μορφές, που προετοίμασαν το Γένος για την παλιγγενεσία του. Η εμφάνιση του συνέπεσε με μια κρισιμότατη περίοδο της ιστορίας του δούλου Γένους. Τον 18ο αιώνα συντελείται η ανασυγκρότηση του ελληνισμού σε όλους τους τομείς.

    Μέσα στο προστατευτικό πλαίσιο της εθναρχούσας Εκκλησίας διατήρησε την ακεραιότητα του και μπόρεσε να επιβιώσει στους ιδιαίτερα δύσκολους 16ο και 17ο αιώνες.

    Βιογραφικά

    Γεννήθηκε το 1714 στο Μέγα Δένδρο (κατ’ άλλους στον Ταξιάρχη), της επαρχίας Αποκούρου της Αιτωλίας. Το Μέγα Δένδρο δέχεται ως τόπο καταγωγής του ο πρώτος βιογράφος και σύγχρονος του Νικόδημος ο Αγιορείτης.

    Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο ιεροδιδασκαλείο του Λύτσικα στη Σιγδίτσα της Παρνασσίδος και στη μονή Αγίας Παρασκευής στα Βραγγιανά των Αγράφων.

    Δίδαξε ως «υποδιδάσκαλος» στη Λομποτινά Ναυπακτίας και σε άλλα χωριά. Επιθυμώντας να λάβει μιαν ανώτερη παιδεία πήγε στην Αθωνιάδα Σχολή (μονή Βατοπεδίου) γύρω στο 1750, όπου είχε δασκάλους τον Παν. Παλαμά, τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Νικ. Τζαρτζούλη.

    Στο Άγιο Όρος επιδόθηκε στην άσκηση και τη μελέτη της Αγίας Γραφής και των εκκλησιαστικών Πατέρων. «Μελετώντας το άγιον και ιερόν Εύαγγέλιον -έλεγε στο κήρυγμα του-εύρον μέσα πολλά και διάφορα νοήματα, τα οποία είναι όλα μαργαριτάρια, διαμάντια, θησαυρός, πλούτος, χαρά, ευφροσύνη, ζωή αιώνιος».

    Μολονότι το περιεχόμενο της παιδείας του δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια, από το κήρυγμα του συνάγεται ότι είχε μια βαθιά εκκλησιαστική γνώση και μια επαρκή γενικότερη «θύραθεν» παιδεία. Γνώριζε καλά Ελληνικά, έμαθε ξένες γλώσσες («Εβραϊκά, Τουρκικά, Φράγκικα») και δείχνει κάποια άνεση στη χρήση και της αρχαίας ελληνικής γραμματείας.

    Άλλωστε, και μετά τη φοίτηση του στην Αθωνιάδα, ως μοναχός μπορούσε να συνεχίσει την κατάρτιση του «κατ’ ιδίαν» («… έφθειρα την ζωήν μου είς την σπουδήν σαράντα πενήντα χρόνους… τα βάθη της σοφίας ήρεύνησα» -θα ομολογήσει). Το 1759 έγινε μοναχός στη μονή Φιλόθεου. Τότε άλλαξε το κοσμικό του όνομα Κώνστας με το μοναχικό Κοσμάς.

    Στον χώρο της μετανοίας του φλεγόταν από τον πόθο να βοηθήσει το υπόδουλο Γένος, συμβάλλοντας στον κατά Θεόν φωτισμό του.

    «Άκούοντας και εγώ, αδελφοί μου -θα πει αργότερα-τούτον τον γλυκύτατον λόγον, όπου λέγει ο Χριστός μας, να φροντίζωμεν και δια τους αδελφούς μας, μ’ έτρωγεν εκείνος ο λόγος μέσα είς την καρδίαν τόσους χρόνους, ωσάν το σκουλήκι, όπου τρώγει το ξύλον… Όθεν άφησα την Ιδικήν μου προκοπήν, το ιδικόν μου καλόν, και εβγήκα να περιπατώ από τόπον είς τόπον και διδάσκω τους αδελφούς μου». Και αλλού θα συμπληρώσει: «Επειδή το Γένος μας έπεσεν εις αμάθειαν, είπα: Ας χάση ο Χριστός εμένα, ένα πρόβατον, και ας κερδίση τα άλλα. Ίσως η ευσπλαγχνία του Θεού και η ευχή σας σώση και εμένα».

    Στα τέλη του 1760, πιθανότατα, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και έλαβε άδεια και ευλογία του οικουμενικού πατριάρχη Σωφρονίου Β’, για να αρχίσει το ιεραποστολικό του έργο, το οποίο συνέχισε για μια περίπου εικοσαετία και το επισφράγισε με το μαρτύριο του.

    Ο Κοσμάς πραγματοποίησε τέσσερεις ή κατ’ άλλους τρεις περιοδείες, σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Οι πορείες του δεν μπορούν να οριστούν με ακρίβεια. Διάφορες «ενθυμήσεις» εκκλησιαστικών βιβλίων, τοπικές παραδόσεις και οι επιστολές του βεβαιώνουν ότι περιόδευσε τα μέρη της Κωνσταντινούπολης, τη Θράκη, το Άγιο Όρος, τη Στερεά Ελλάδα, την Αχαΐα, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, την Ήπειρο, τα νησιά του Αιγαίου και Ιονίου, τμήμα της Σερβίας και τη Βόρειο Ήπειρο, όπου υπήρχε ελληνικό στοιχείο.

    Κήρυττε σε πόλεις και χωριά, σε ορεινές και απομονωμένες περιοχές, αψηφώντας μόχθο και κινδύνους. Παρά την ηπιότητα και πατρικότητα του κηρύγματος του, που έβρισκε μεγάλη λαϊκή ανταπόκριση, δεν έλειψαν οι αντιδράσεις.

    Τους πλουσίους και κάθε είδους δυνατούς προκαλούσε ο λόγος του να δώσουν «το άδικον οπίσω»· πολλούς από τους κοτζαμπάσηδες ο λόγος του για δικαιοσύνη- τους Ενετούς και το επτανησιακό αρχοντολόι η ρωμαίικη παράδοση, που αυτός εκπροσωπούσε· και τέλος τους Εβραίους η μεταφορά, με ενέργειες του, του παζαριού από την Κυριακή στο Σάββατο και οι λαϊκές αντιεβραϊκές παραδόσεις, που χρησιμοποιούσε.

    Η επιβουλή των Εβραίων εναντίον του έγινε ο μεγαλύτερος κίνδυνος του: «Να τον παρακαλέσετε (τον Χριστό) -έλεγε-να με φυλάγη από τις παγίδες του Διαβόλου και μάλιστα των Εβραίων, όπου εξοδιάζουν χιλιάδες πουγγιά δια να με θανατώσουν».

    Στις 2 Μαρτίου 1779 έγραφε στον λόγιο αδελφό του Χρύσανθο: «Δέκα χιλιάδες Χριστιανοί με άγαπώσι και ένας με μισεί. Χίλιοι Τούρκοι με άγαπώσι και ένας όχι τόσον. Χιλιάδες Εβραίοι θέλουν τον θάνατον μου και ένας όχι».

    Οι Εβραίοι τον συκοφάντησαν ότι δήθεν ήταν όργανο της Ρωσίας και υποκινούσε επανάσταση. Ενώ κήρυσσε στο χωριό Κολικόντασι του Βερατίου, συνελήφθη με εντολή του Κουρτ πασά, στις 23 Αυγούστου 1779, και την επομένη κρεμάστηκε από δέντρο στις όχθες του ποταμού Άψος, χωρίς καμιά δίκη και καταδικαστική απόφαση.

    Το σώμα του γυμνώθηκε και ρίχτηκε οτον ποταμό, απ’ όπου το ανέσυρε ύστερα από τρεις μέρες ο εφημέριος του χωριού και το έθαψε στον ναό του.

    Η δράση

    Ο Κοσμάς επέλεξε τον αποστολικό τρόπο δράσης, υπακούοντας σε εντολές και ευρύτερο σχέδιο του οικουμενικού πατριαρχείου. Η έναρξη ιεραποστολικής δράσης σχεδόν ταυτόχρονα με τον Κοσμά και από τον λόγιο ιεροκήρυκα του πατριαρχείου Δωρόθεο Βουλησμά ενισχύει αυτή την εκδοχή.

    Οι περιοδείες του Πατροκοσμά αποσκοπούσαν στην ενίσχυση της λαϊκής ενότητας μέσα στην εκκλησιαστική παράδοση, που ήταν και εθνική. Πρωταρχικός στόχος του ήταν η ανάσχεση των εξισλαμισμών, που είχαν πυκνωθεί τον 18ο αιώνα.

    Το κήρυγμα του Πατροκοσμά μπόρεσε να βρει απήχηση και συνεπώς να έχει και διάρκεια, γιατί ο Κοσμάς μπορούσε να μιλεί με τρόπο κατανοητό στον λαό, αντίθετα με άλλους λογίους ιεροκήρυκες της εποχής του.

    Ο λόγος του φανερώνει το λαϊκό φρόνημα του. Χρησιμοποίησε τον γλωσσικό κώδικα επικοινωνίας των λαϊκών στρωμάτων, για να μπορεί να βρει απήχηση ο λόγος του. Διάνθιζε το κήρυγμα του με ελεύθερη απόδοση αγιογραφικών και πατερικών χωρίων, με τα οποία ο λαός ήταν εξοικειωμένος στη λειτουργική ζωή του.

    Ο «δημοτικισμός» όμως του Πατροκοσμά δεν ήταν τεχνητός, αλλά φυσικός και αβίαστος. Δεν επεδίωκε, άλλωστε, τον εντυπωσιασμό του λαού, αλλά την πνευματική προκοπή του. Στην απλουστευμένη μορφή του λόγου του σώζεται ατόφιος ο ελληνικός γλωσσικός πλούτος, μέσα σε μια φυσική και ανεπιτήδευτη ρητορικότητα, που παρουσιάζει σε πολλά σημεία σπάνια λογοτεχνική δύναμη.

    Ο Πατροκοσμάς δεν κατέχεται από κάποιο γλωσσικό μονισμό. Γνωρίζει την ελληνική γλώσσα σ’ όλη τη διαχρονία της. Γι’ αυτό χρησιμοποιεί με άνεση διάφορες γλωσσικές μορφές, ανάλογα με τις περιστάσεις. Αρκεί να παραβάλει κανείς τη γλώσσα του κηρύγματος του με εκείνη της αλληλογραφίας του.

    Η αγάπη του Κοσμά για τον λαό φανερώνεται συχνά στο κήρυγμα του. «Χρέος έχουν εκείνοι, όπου σπουδάζουν -σημειώνει-να μη τρέχουν εις αρχοντικά και αυλάς μεγάλων και να ματαιώνωσι (να χαραμίζουν) τη σπουδή τους, δια να αποκτήσουν πλούτον και αξίωμα, αλλά να διδάσκωσι μάλιστα τον κοινόν λαόν, όπου ζώσι με πολλήν απαιδευσίαν και βαρβαρότητα».

    Πρότυπα του σε αυτό το πλησίασμα του λαού, που επιχείρησε, είχε ασφαλώς τον Φραγκίσκο Σκούφο (1644-1697), τον Ηλία Μηνιάτη (1669-1714) και τον Βικέντιο Δαμοδό (1700-1752). Την ίδια δε παράδοση θα ακολουθήσει και ο νεώτερος του Κοσμά Νικηφόρος Θεοτόκης (1730-1800).

    Το κήρυγμα του Πατροκοσμά και η διδασκαλία του αποτυπώθηκαν στις περίφημες Διδαχές του, ο οποίες δείχνουν την πατερικότητα και παραδοσιακότητά τους. Στον λιτό και ανεπιτήδευτο λόγο του ανακεφαλαιώνεται όλη η πατερική παράδοση. Το φιλολογικό πρόβλημα των Διδαχών εξέτασε εκτεταμένα ο Ι. Μενούνος στη διατριβή του.

    Ο λόγος του Πατροκοσμά δεν έχει μεγάλη ποικιλία. Είναι μια βασική διδασκαλία, που ο «σκελετός» της παρέμενε βασικά ο ίδιος, με ανάλογες προσαρμογές κατά τις περιστάσεις.

    Το θεολογικό του σχήμα είναι: δημιουργία από τον Θεό -πτώση- σωτηρία εν Χριστώ -μέθοδος οικειώσεως της εν Χριστώ σωτηρίας (λυτρωτικά μέσα της Εκκλησίας: άσκηση -μυστήρια). Ο Ι. Μενούνος διακρίνει πέντε τύπους Διδαχών (συνολικά 26 κείμενα) του Κοσμά, των τελευταίων ετών της δράσης του. Κανένα αυτόγραφο του δεν σώζεται. Τα κηρύγματα του καταγράφονταν από ακροατές του.

    Ο Κοσμάς ακολουθούσε συγκεκριμένη πορεία στο κήρυγμα του. Σε κάθε τόπο έκανε μια πρώτη ομιλία το βράδυ, γιατί η μετακίνηση του γινόταν στη διάρκεια της ημέρας.

    Το πρωί έκανε μια δεύτερη ομιλία. Στην πρώτη μιλούσε για τη δημιουργία και την πτώση, στη δεύτερη για τη σωτηρία. Το δεύτερο βράδυ έκανε τρίτη ομιλία με θέμα την ανάσταση και την εξάπλωση της πίστης, μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία.

    Η ευρύτερη θεματική των ομιλιών του είχε στόχο την ανταπόκριση στις άμεσες ανάγκες και στους προβληματισμούς του Γένους. Θα μπορούσαν να διακριθούν εδώ τρεις άξονες:

    α) Η ορθόδοξη πίστη και παράδοση

    Απέβλεπε στην αναζωπύρηση του πατερικού φρονήματος, για την επανεύρεση των υπαρκτικών θεμελίων του Γένους. Γιαυτό έκανε συνεχώς έκκληση στην ορθόδοξη συνείδηση του λαού: «Έμαθα -έλεγε-πώς με την χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου και Θεού δεν είσθενε Έλληνες (δηλ. ειδωλολάτρες), δεν είσθενε ασεβείς αιρετικοί άθεοι, αλλ’ είσθενε ευσεβείς ορθόδοξοι Χριστιανοί, πιστεύετε και είσθενε βαπτισμένοι εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και είσθενε τέκνα και θυγατέρες του Χριστού μας…».

    Η δική του (δια)φωτιστική προσπάθεια διαφοροποιούνταν ριζικά από εκείνη των δυτικόφρονων Διαφωτιστών της εποχής και επεδίωκε να προφυλάξει τον λαό από τη σύγχυση των διαφόρων προπαγανδών, που άρδευαν κατακλυσμικά τη συνείδηση του: «Όλες οι πίστες -ήταν το κήρυγμα του Πατροκοσμά-είναι ψεύτικες, κάλπικες, όλες του Διαβόλου.

    Τούτο εκατάλαβα αληθινόν, θείον, ούράνιον, σωστόν, τέλειον και δια λόγου μου και δια λόγου σας, πως μόνη η πίστις των ευσεβών και ορθοδόξων Χριστιανών είναι καλή και αγία…».

    Το κήρυγμα του, τριαδοκεντρικό οπωσδήποτε, εστιάζεται συχνά στο πρόσωπο του Χριστού, αφού το «κινδυνευόμενον και προκείμενον» ήταν η χριστιανική (ορθόδοξη) υπόσταση του Έθνους.

    Ο Χριστός είναι για τον Κοσμά «ό γλυκύτατος αύθέντης και δεσπότης». Χρυσοστομικές εξάρσεις στον λόγο του είναι συχνές: «Άνίσως, αδελφοί μου, και ήταν δυνατόν να ανεβώ εις τον ούρανόν, να φωνάξω μίαν φωνήν μεγάλην, να κηρύξω εις δλον τον κόσμον πώς μόνος ό Χριστός μου είναι Υιός και Λόγος του Θεού και Θεός αληθινός και ζωή των απάντων, ήθελα να το κάμω».

    Το κήρυγμα του δεν ήταν άχρωμη ηθικολογία, αλλά θεολογία, πατερικό στην ουσία του και δογματικό παρά την απλότητα του.

    Προέβαλλε το ορθοδοξοπατερικό ήθος μέσα από τον ρεαλισμό της εν Χριστώ σωτηρίας. Ζητούσε καθαρότητα της καρδιάς, για να μπορεί να βλαστήσει ο Θείος σπόρος (πρβλ. Λουκ, η’ 5 κ.εξ.) και μετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας.

    Γι’ αυτό έστηνε έναν ξύλινο σταυρό (πολλοί από αυτούς έχουν σωθεί) και δίδασκε στη σκιά του, καλώντας τον λαό στα μυστήρια (ευχέλαιο, εξομολόγηση, Θεία Ευχαριστία). Από την ορθόδοξη παράδοση προχωρούσε στο ορθόδοξο ήθος, προβάλλοντας την τριάδα των αρετών: ταπείνωση, συγχωρητικότητα, αγάπη, ως θεμέλιο της εκκλησιαστικής κοινωνικότητας.

    Ζητούσε από τον Θεό να «φύτευση και να ρίζωση ε

    Σχολιάστε
  • Νοέμβριος 6, 2010, 4:44 μμ
    Permalink

    ελπίζω να έχεις σακούλα κοντά. Αλλά αφού κατάλαβες ότι
    πρόκειται για θρησκευτική »σελίδα» γιατί έβαλες σε τόσο μεγάλη δοκιμασία τον εαυτό σου; Εγώ όταν κατά λάθος διαβάζω κάτι από αυτά που θα αναπαύουν εσένα, ούτε που ασχολούμαι να γράψω πόσο εμετικά είναι.

    Σχολιάστε
  • Νοέμβριος 13, 2010, 4:36 μμ
    Permalink

    … είπε η μάπα.

    Επειδή οι μπαρούφες αυτές είναι αναρτημένες στο διαδίκτυο, έχω κάθε δικαίωμα να εκφράζω γνώμη.

    Σχολιάστε
  • Νοέμβριος 15, 2010, 8:06 μμ
    Permalink

    Στην άθεη με τις… γαστρεντερικές διαταραχές…ευχόμαστε ταχεία ανάρρωση…

    Σχολιάστε
  • Νοέμβριος 23, 2010, 1:51 πμ
    Permalink

    Σίγουρα… Το δικαίωμα να εκφράζεις τη γνώμη σου κανένας δε θα στο στερήσει. Ο/η «mafa» παρ’ όλα αυτά λέει κάτι εντελώς διαφορετικό από την απάντηση που έδωσες «άθεη, εντελώς όμως»…
    Αν ξερνάς με τέτοια, τότε γιατί να μπεις στον κόπο να τα διαβάσεις… (αυτό με λίγα λόγια βασικά…)
    Απο κει και πέρα, εύχομαι κι εγώ να δράσουν τα αντιεμετικά σου…

    So long…

    Σχολιάστε
  • Δεκέμβριος 25, 2010, 9:49 μμ
    Permalink

    Ελληνίδα & άθεη + επιθετική = πληγωμένη ψυχή.
    Δυστυχώς δε μπορώ να προσφέρω κάτι, πέρα από ένα ταπεινό χριστουγεννιάτικο κέρασμα:
    α) «Ηθικισμός; Όχι ευχαριστώ!»: http://o-nekros.blogspot.com/2010/08/blog-post_28.html.
    β) «Και ο Θεός έπλασε τη Γυναίκα – Η θέση της Γυναίκας στο χριστιανισμό»: http://www.oodegr.com/oode/orthod/praktikes/orthod_gynaikes_1.htm.
    Ελπίζω να έχεις την υπομονή και τη διάθεση να τα διαβάσεις ώς το τέλος.
    Χρόνια πολλά, καλές άγιες Μέρες (σε όλο τον κόσμο)!…

    Σχολιάστε
  • Ιανουάριος 26, 2013, 1:10 πμ
    Permalink

    ΕΥΧΟΜΑΙ ΝΑ ΜΑΣ ΔΩΣΕΙ Ο ΘΕΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. ΜΟΝΟ ΕΚΕΙΝΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΙΝΗΣΕΙ ΤΑ ΝΗΜΑΤΑ, ΑΣ ΓΙΝΕΙ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ…

    Σχολιάστε

Απάντηση σε αθεη, εντελώς όμως Ακύρωση απάντησης

Subscribe without commenting

  • Κέρασμα

    Ὁ ἔρωτας πρὸς τὸν Χριστὸ εἶναι κάτι ἄλλο. Δὲν ἔχει τέλος, δὲν ἔχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει ὑγεία, δίνει, δίνει, δίνει... Κι ὅσο δίνει, τόσο πιὸ πολὺ ὁ ἄνθρωπος θέλει νὰ ἐρωτεύεται. Ἐνῷ ὁ ἀνθρώπινος ἔρωτας μπορεῖ νὰ φθείρει τὸν ἄνθρωπο, νὰ τὸν τρελάνει. Ὅταν ἀγαπήσομε τὸν Χριστό, ὅλες οἱ ἄλλες ἀγάπες ὑποχωροῦν. Οἱ ἄλλες ἀγάπες ἔχουν κορεσμό.. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δὲν ἔχει κορεσμό. Ἡ σαρκικὴ ἀγάπη ἔχει κορεσμό. Μετὰ μπορεῖ ν᾿ ἀρχίσει ἡ ζήλια, ἡ γκρίνια, μέχρι κι ὁ φόνος. Μπορεῖ νὰ μεταβληθεῖ σὲ μῖσος. Ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη δὲν ἀλλοιώνεται. Ἡ κοσμικὴ ἀγάπη λίγο διατηρεῖται καὶ σιγὰ-σιγὰ σβήνει, ἐνῷ ἡ θεία ἀγάπη ὁλοένα μεγαλώνει καὶ βαθαίνει. Κάθε ἄλλος ἔρωτας μπορεῖ νὰ φέρει τὸν ἄνθρωπο σὲ ἀπελπισία. Ὁ θεῖος ἔρως, ὅμως, μᾶς ἀνεβάζει στὴ σφαῖρα τοῦ Θεοῦ, μᾶς χαρίζει γαλήνη, χαρά, πληρότητα. Οἱ ἄλλες ἡδονὲς κουράζουν, ἐνῷ αὐτὴ διαρκῶς δὲν χορταίνεται. Εἶναι μία ἡδονὴ ἀκόρεστος, ποὺ δὲν τὴν βαριέται κανεὶς ποτέ. Εἶναι τὸ ἄκρον ἀγαθόν.
    - Γέροντας Πορφύριος
  • Αρέσει σε %d bloggers: