Ἀλληλεγγύη ἤ Φθόνος; Τό Κουσούρι τῆς Ἐπιτυχίας καί ἡ Κατσίκα τοῦ Γείτονα

Σημειώσεις για έναν τόπο – Η νεοελληνίς μετριότητα έχει δικό της libro d’oro

του Κώστα Κουτσουρέλη*

Η περίφημη ”πολιτικοποίηση” του Ρωμιού, το έντονο ενδιαφέρον του για τα κοινά, είναι μύθος. Ποια πολιτική σκέψη παρήγαγε ποτέ αυτή η ”πολιτικοποίηση”, ποια ιδέα, ποια εικόνα του κόσμου γέννησε ποτέ; Όλα τα ”κοινά” στην αντίληψή του αρχίζουν και τελειώνουν στον κρατικό κορβανά. Σύμβολό τους αειθαλές έχουν την κουτάλα, εκείνο το ”κοχλιάριον” του Ροΐδη.

***

Η συλλογική αποτυχία είναι η καλύτερη κρυψώνα. Μέσα της κρύβονται καλά απ′ τα αδιάκριτα βλέμματα οι μύριες όσες ατομικές αποτυχίες που την έθρεψαν. Η ”αγανάκτηση” είναι η πιο έξυπνή τους μάσκα.

Ο αεριτζής που βρήκε ξέρα, μιλάει για Κρίση λες και πρόκειται για φυσικό φαινόμενο.

Ο ραντιέρης ρητορεύει για την υπανάπτυξη της παραγωγής.

Ο κατ’ επάγγελμα φοροφυγάς μέμφεται το γκουβέρνο.

Ο καρτοδίαιτος και ο δανειοκίνητος μοστράρονται για θύμα.

Ο μπαταξήςο ποσαπαίρνηςο τρεχέδειπνος, ο αργόμισθοςο ατσίδας, όλοι τους φωνασκούν σαν παλαβοί. Τους προστατεύει η βολική αμνησία του βάλτου.

***

Η αξία παρ’ ημίν είναι κουσούρι – αναστατώνει τους συσχετισμούς, χαλάει την πιάτσα. Και μόνο που ξεχώρισες αρκεί ώστε να κάνει τον πριν φίλο σου ορκισμένο εχθρό σου. Η νεοελληνίς μετριότητα έχει δικό της libro d’oro.

***

Όποια προβιά ιδεολογική και να ντυθεί, ο λύκος της εύνοιας στην Ελλάδα τη μουσούδα του δεν γίνεται να την κρύψει. Για συγγενείς και σύντεκνους, συγχωριανούς και συντοπίτες, συμμαθητές, συμφοιτητές, συνάδελφους, συντεχνίτες, συντρόφους και συνοδοιπόρους, συμπότες και συμμαχητές όλες οι πόρτες είναι ανοιχτές, κάθε γκισέ είναι ελεύθερο. Για όλους τους άλλους…

***

Στον αναποδογυρισμένο του κόσμο, ο Έλληνας βαφτίζει αλληλεγγύη τον φθόνο. Ξεσπαθώνει όλη την ώρα για το δίκιο των ”από κάτω”, αλλά τους ”από πάνω” είναι που έχει μονίμως στο μάτι. Είναι o Ιάγος αλλά φαντάζεται ότι είναι o Ρομπέν των Δασών.

***

″Από πάνω” εν Ελλάδι είναι κατά περίπτωση οι πάντες: ο γείτονας με την πισίνα, η κόρη του συγχωριανού που βολεύτηκε στο Δημόσιο, ο ταλαντούχος που το έργο του διακρίθηκε, ο ευσυνείδητος υπάλληλος που πήρε προαγωγή. ”Από κάτω” είμαστε πάντοτε εμείς.

***

Τίποτα δεν συνεγείρει περισσότερο τη λύσσα του Συνέλληνος απ′ το εγχείρημα που αναλήφθηκε υπό τους πλέον δυσμενείς όρους και παρ’ ελπίδα ευοδώθηκε. Κι αυτό γιατί τον κάνει να δείχνει όπως είναι στ’ αλήθεια: μοιρολάτρης και άεργος.

***

Κάθε λαός υπερψηφίζει εκείνους που ενσαρκώνουν τα ιδεώδη του. Έτσι, στην Αμερική οι επιτυχημένοι πολιτικοί είναι εκατομμυριούχοι, στη Γερμανία διδάκτορες, στη Γαλλία καρδιοκατακτητές. Κι εδώ σε μας, ανεπάγγελτοι.

***

Ο κοινωνικός φθόνος στην Ελλάδα είναι η άλλη όψη της συλλογικής αντίληψης του έθνους περί ”κοινωνικής αδικίας”. Επειδή αυτή τη δεύτερη τη θεωρούμε καθεστώς, ”μοίρα” που λίγο πολύ είναι ανυπέρβλητη, βλέπουμε με καχυποψία αυτοματική την επιτυχία. Και δεν αργούμε, στην πρώτη βρώμα που θα κυκλοφορήσει για δαύτη, να την αναγορεύσουμε σκάνδαλο.

***

«Όσες γυναίκες έχω γνωρίσει / έφυγαν δίχως αφορμή / όμως δεν έχω καμιά μισήσει / το ριζικό μου έχει γραφτεί.» Δεν γνωρίζω άλλο κείμενο που να αποδίδει με τόση πληρότητα, με τόση ειλικρίνεια την αυτοκατανόηση του Νεοέλληνα: Ότι υποφέρει τα πάνδεινα, ότι είναι ωστόσο αναξιοπαθής, ότι όχι μόνο αιτία, ούτε καν αφορμή δεν έδωσε για τα πάθη του, ότι οι πάντες είναι στραμμένοι εναντίον του, ότι η μοίρα αυτοπροσώπως τον εχθρεύεται, ότι ο ίδιος δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να την αλλάξει, ότι παρ’ όλα αυτά διατηρεί ακλόνητη την ηθική του υπεροχή, ότι μακρόθυμος κανέναν δεν μισεί, ότι σ’ αυτόν τον ψεύτη τον ντουνιά όπου ζει, μόνος αυτός ξέρει να κάνει τον καημό του τραγούδι.

***

Η Αριστερά είναι εδώ σε μας ό,τι είναι στα λαϊκά άσματα η καψούρα. Ντέρτι, νταλκάς, βαριοστέναγμα, το χτύπημα στον ώμο του καρντάση που βαρυγγωμεί. Οι ηγέτες της επικαλούνται τον Άρη ή τον Τσε. Το ίνδαλμά τους όμως είναι ο Καζαντζίδης.

***

Γιατροί και νοσοκόμοι που με ύφος ζαχαρωμένο σου προσφέρουν μια παντογνώστρια συμβουλή. Ασθενείς ζαρωμένοι να υποδύονται τα νιάνιαρα. Η μεταξύ τους γλώσσα ανάλογη: το ματάκι, το χεράκι, το χαπάκι. Όλη η ανηλικότητα μιας κοινωνίας σ′ ένα απόγευμα.

* Ο Κώστας Κουτσουρέλης γεννήθηκε το 1967 στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά στην Ελλάδα και τη Γερμανία. Είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Διευθύνει την επιθεώρηση λόγου και ιδεών «Νέο Πλανόδιον» (www.neoplanodion.gr).

Πηγή: Huffpost

Απάντηση

Subscribe without commenting

  • Κέρασμα

    Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ συγκεντρωθεῖτε ἰδιαίτερα γιὰ νὰ πεῖτε τὴν εὐχή. Δὲν χρειάζεται καμιὰ προσπάθεια ὅταν ἔχεις θεῖο ἔρωτα. Ὅπου βρίσκεσθε, σὲ σκαμνί, σὲ καρέκλα, σὲ αὐτοκίνητο, παντοῦ, στὸν δρόμο, στὸ σχολεῖο, στὸ γραφεῖο, στὴ δουλειὰ μπορεῖτε νὰ λέτε τὴν εὐχή, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», ἁπαλά, χωρὶς πίεση, χωρὶς σφίξιμο.
    - Γέροντας Πορφύριος
  • Αρέσει σε %d bloggers: