Μη Φοβάστε τους Γίγαντες, Θυμηθείτε τους Μέρμηγκες

Εν τη απαρχή, εις την πεδιάδα της Γαιας, όπου οι ελιές εψιθύριζον αρχαία μυστικά και οι πέτραι ανεμιμνήσκοντο των αιώνων, διηνοίγετο διαμάχη ατέρμων μεταξύ δύο φυλών: των Μυρμηκόβιων και των Γιγαντοκρατών.

Οι Μυρμηκόβιοι, λαός ταπεινός, εσμίλευαν την γην των προγόνων των με φιλοπονίαν και αδάμαστον πνεύμα, ενώ οι Γιγαντοκράτες, υψιπετείς και υπεροπτικοί, εθεώρουν εαυτούς ως εκλεκτούς του ουράνιου Δαιμονίου, κραδαίνοντες την ισχύν των εν υπερηφανεία.

Οι Μυρμηκόβιοι, αν και μικροί τη δυνάμει, είχον καρδίαν ακατάβλητον. Εις τας εσχατιάς της πεδιάδος, όπου οι ελαιώνες εστέκοντο ως φύλακες της μνήμης, έκτιζον οικίσκους εκ πηλού και λίθου, διαφυλάττοντες την κληρονομίαν των. Εκάστη πέτρα, εκάστη ρίζα, ήτο δι’ αυτούς σύμβολον αθανασίας, αψευδής μαρτυρία της συνοχής των μετά της γης. Αλλ’ οι Γιγαντοκράτες, με τας περικεφαλαίας των λάμπουσας υπό το φως του ηλίου, επόρθουν τας εστίες των Μυρμηκοβίων, κηρύττοντες ότι η γη αύτη ήτο προωρισμένη δι’ αυτούς, κατ’ εντολήν του ουράνιου Δαιμονίου, όπερ, κατά την αυθαίρετον ερμηνείαν των, εθεώρει αυτούς ως μοναδικούς κληρονόμους.

«Ω Μυρμηκόβιοι, ταπεινοί και ασήμαντοι», εβόων οι Γιγαντοκράτες, «τις ημίν αντιτάσσεσθε; Ημείς είμεθα οι εκλεκτοί, οι κραταιοί, οι αήττητοι! Υποκύψατε, ή εξαφανισθήσεσθε υπό την σκιά των πελώριων ημών βημάτων!» Και εν τη υπεροψία των, έκτιζον πύργους υψηλούς, οχυρώματα απόρθητα, και εκαυχώντο δια την ισχύν των, λησμονούντες ότι η αλαζονεία εστίν ο προάγγελος της πτώσεως.

Αλλ’ οι Μυρμηκόβιοι, αν και δεχόμενοι τα πλήγματα των Γιγαντοκρατών, δεν εκαμφθησαν. Εν τη σιωπή της νυκτός, ότε οι γίγαντες εκαραύγνων εις τας οργιαστικάς των εορτάς, οι Μυρμηκόβιοι συνεκρότουν μυστικάς συνάξεις. Εκεί, υπό το φως των δαυλών, εψιθύριζον τα αρχαία λόγια των προγόνων: «Η γη αύτη εστίν η μήτηρ ημών, και ουδείς δύναται να αποσπάση την καρδίαν εκ του σώματος.» Με φιλοτεχνίαν και επινοητικότητα, έκτιζον υπόγειους οδούς, διαφυλάττοντες τας ρίζας των δένδρων και τας πηγάς του ύδατος, αι οποίαι ήσαν η ζωή αυτών.

Εν μια τοιαύτη νυκτί, ο αρχηγός των Μυρμηκοβίων, ονόματι Ελπιδοφόρος, ανήρ μικρόσωμος μεν, αλλά μέγας τη ψυχή, ελάλησε προς τον λαόν του: «Μη δεδοίκατε τους γίγαντας, διότι η ισχύς αυτών εστίν φενάκη. Ως οι μέρμηγκες, ημείς δυνάμεθα να υπερνικήσωμεν δια της ομονοίας και της επιμονής. Εάν εκάστη πέτρα, εκάστη ρίζα, γίνη όπλον εν ταις χερσί μας, τότε οι γίγαντες ου δύνανται να ημάς καταβάλουν.»

Και ιδού, οι Μυρμηκόβιοι, εν τη ταπεινότητι αυτών, εμηχανεύθησαν σχέδιον ευφυές. Αντί να αντιπαρατάσσονται εις μάχην άνισον, εχρησιμοποίησαν την γην αυτών ως σύμμαχον. Εσκαψαν λαγούμια κάτωθεν των πύργων των Γιγαντοκρατών, αποδυναμούντες τα θεμέλια αυτών. Εν καιρώ, οι πύργοι, οίτινες εφαίνοντο απόρθητοι, ήρξαντο να κλυδωνίζονται, και οι Γιγαντοκράτες, εν τη συγχύσει των, εθεώρουν το έργον των καταρρέον, ενώ οι Μυρμηκόβιοι, ως μέρμηγκες, εξηκολούθουν το έργον των εν σιωπή.

Και τοιουτοτρόπως, η πεδιάς της Γαιας εγένετο μάρτυς παραδόξου: οι γίγαντες, εν τη υπεροψία των, ηττήθησαν υπό των ταπεινών Μυρμηκοβίων, οίτινες, διά της αντοχής και της ευφυΐας αυτών, διεφύλαξαν την γην των.

Και ο μύθος ούτος διεδόθη εις τας γενεάς, διδάσκων ότι η ισχύς ουκ έστιν εν τω μεγέθει, αλλά εν τη καρδία και τη συνεργασία.

Και έτσι όταν τα σύννεφα πυκνώνουν… μη φοβάστε τους γίγαντας, Θυμηθείτε τους μέρμηγκες!

Δρ. Ιωάννης Δρίτσας, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών (FB)

Απάντηση

Subscribe without commenting

  • Κέρασμα

    Μάθηση ταπεινώσεως δίνει στην ψυχή η μνήμη του θανάτου. Τότε θέλοντας και μη η υπερηφάνεια του θνητού και περαστικού από αυτή τη ζωή ανθρώπου χαμηλώνει, ταπεινώνεται.
    - π. Μωυσής Αγιορείτης
  • Αρέσει σε %d bloggers: