Ο ποδηλάτης του Θεού Γέρων Χατζηφλουρέντζος
Σε κάθε εποχή, αλλά ιδιαίτερα στη δική μας, δίνεται μεγάλη έμφαση σε προφητικά κείμενα. Ο άνθρωπος διαχρονικά θέλει να πληροφορείται για το μέλλον. Αυτό σε ένα βαθμό οφείλεται στην έλλειψη πίστης και στις φοβίες που μας διακατέχουν για το μέλλον, που είναι πάντα αβέβαιο. Σε ένα άλλο επίπεδο αυτή η εμμονή με τις προφητείες είναι μια πιο light εκδοχή του εκκλησιαστικού μηνύματος. Προκειμένου να αποφύγουμε την οδύνη του αληθινού πνευματικού αγώνα, προσηλωνόμαστε και κατατριβόμαστε με τα θέματα των μελλοντικών συμβάντων, τα έσχατα κ.λπ.
Ο Κύριος όμως μας προτρέπει να μην ενθουσιαζόμαστε από τα σημεία ή την πραγματοποίηση των προφητειών αλλά να δίνουμε έμφαση στο γεγονός ότι Εκείνος μας υιοθέτησε, μας χάρισε τη σωτηρία και έχει γράψει τα ονόματά μας στον ουρανό.
Ωστόσο η προφητεία για τα μελλόμενα μας πληροφορεί για την πνευματική γνησιότητα ανθρώπων, αφανών, ταπεινών, που έζησαν στο περιθώριο της ιστορίας, συχνά λοιδωρούμενοι και παραπεταμένοι. Άνθρωποι που φωτίστηκε από τη θεία Χάρη απέκτησαν το χάρισμα να μας ειδοποιούν και να μας προετοιμάζουν για τα ερχόμενα…
Μια τέτοια σύγχρονη μορφή αποτελεί και ο Γέροντας Χατζηφλουρέντζος Μιχαήλ Πατσιάς από τη Μηλιά Αμμοχώστου.
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ (ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ)
Γεννήθηκε στη Μηλιά Αμμοχώστου το 1901 από τον Μιχαήλ Πατσιά και την Τζυρκά (Κυριακού), το γένος Χατζηρούσου, θεοσεβούμενους αγρότες. Ήταν ο τρίτος από τα έξι παιδιά τους. Ζούσε μια συνηθισμένη κοσμική ζωή. Δεν πήγε στο σχολείο και για μεγάλο μέρος της ζωής του δεν ήξερε γράμματα. Όταν έγινε περίπου 40 ετών ξεκίνησε να περιεργάζεται και να μελετά δειλά-δειλά τα ιερά βιβλία της εκκλησίας. Έτσι σιγά-σιγά έμαθε να διαβάζει. Ασχολούνταν με τη γη και την κτηνοτροφία και με διάφορες άλλες εργασίες.
Παντρεύτηκε την Αννεζού, ένα κορίτσι καλοσυνάτο, υιοθετημένο. Μαζί της απέκτησε πέντε γιούς και μία κόρη.Όταν ήταν ακόμα αρραβωνιασμένος, συνέβη ένα περιστατικό που τον οδήγησε να ψάξει βαθιά μέσα του. Δούλευαν μια μέρα μαζί με τον πεθερό του. Εκείνος εργαζόταν με μεγάλη ταχύτητα, πίστη στον εαυτό του και αυθορμητισμό. Ο πεθερός βλέποντας τον υπερήφανο και εξωστρεφή τρόπο που δούλευε, τον επέπληξε έντονα. Εκείνος χαμήλωσε το κεφάλι και δεν είπε τίποτα. Κατάλαβε, όμως, πως κάτι έπρεπε να αλλάξει στη ζωή του. Από το σημείο αυτό ξεκίνησε η μετάνοιά του, η πραγματική αλλαγή του νοός του. Έσκυψε μέσα του και άρχισε να καλλιεργεί τον εαυτό του. Σιγά-σιγά έμαθε να διεκπεραιώνει οποιαδήποτε εργασία πολύ προσεκτικά, ενώ αργότερα την έβλεπε όπως το εργόχειρο των μοναχών και την έκανε προσευχόμενος, για να αγιάζεται και να τελεσφορεί.
Το 1945 πήρε την ονομασία Χατζής μετά από προσκύνημα στους Αγίους Τόπους. Το προσκύνημα αυτό ήταν η αφετηρία για μια καινή πολιτεία. Η προσωπικότητα του Χατζηφλουρέντζου είχε υποστεί μια αγαθή αλλοίωση, γιατί φαίνεται ότι εκεί τον είχε επισκιάσει η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Άρχισε όπως το ηλιοτρόπι να στρέφεται πια ολοκληρωτικά προς τον Θεό.
Ζούσε με συνεχή προσευχή. Καθώς προσευχόταν έκλαιγε με πολλά δάκρυα. Το χάρισμα των δακρύων δημιουργούσε στον Χατζηφλουρέντζο το «χαροποιόν πένθος», τη χαρμολύπη, που λένε οι Πατέρες. Ήταν ένα κλάψιμο ανακατεμένο με τη γλυκύτητα του μελιού, γιατί με τα δάκρυα και την ταπείνωση τον αξίωνε ο Θεός να περάσει τη σκιασμένη χώρα των παθών και να φτάσει στο φωτεινό και πλατύ ξέφωτο της καθαρότητας της ψυχής. Εκεί συναντούσε την παρηγοριά που δεν υπάρχει σε τούτο τον κόσμο, μια παρηγοριά πέρα από τα όρια της λύπης. Ένιωθε τούτη τη χαρά των δακρύων, και μέσα σ’ αυτήν μπορούσε να δει τον Κύριο. «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται»… Με τη δύναμη της προσευχής του νάρκωνε τις νάρκες και στόμωνε τις κάνες των όπλων ώστε να μην χαθούν ανθρώπινες ζωές. Ο πύρινος ποταμός της ικεσίας του πολιορκούσε τον θρόνο του Θεού και καταργούνταν οι φυσικοί νόμοι…
Έκανε αυστηρότατη νηστεία, παρόλο που ο ύπνος του ήταν ελάχιστος και η δουλειά πολλή. Μεταλάμβανε πολύ τακτικά το σώμα και το αίμα του Χριστού. Θεωρούσε τον εαυτό του αμαρτωλό και το φρόνημα του ήταν πάντα ταπεινό. Βοηθούσε όποιον είχε ανάγκη στα χωράφια χωρίς ποτέ να πάρει χρήματα. Μετά το τέλος της εργασίας μάζευε τους αγρότες και διάβαζαν το “απόδειπνο”. Καθημερινά μετέβαινε στις εκκλησίες του χωριού καθώς και άλλες εκκλησίες της περιοχής όπου βοηθούσε τους ιερείς στην τέλεση των ακολουθιών και φρόντιζε για την ευπρέπεια των ναών. Αξιώθηκε από τον Κύριο να αποκτήσει το προορατικό χάρισμα.
Προφήτευσε την Τουρκική εισβολή και κατοχή. Συνέτιζε τους συγχωριανούς και συνανθρώπους του αποκαλύπτοντας τους πολλά κακά που θα συνέβαιναν. Είχε προσωπική εμπειρία του Ακτίστου Φωτός. Με την δακρύβρεκτη προσευχή του αποσοβήθηκαν δεινά και τέλως προείπε για το θάνατο του για τον οποίο προετοιμάστηκε με απόλυτη νηστεία για δεκαπέντε ολόκληρες μέρες. Υπέστη πολλούς χλευασμούς για την αγάπη του Χριστού. Πολλοί συγχωριανοί του τον θεωρούσαν τρελό. Ο παππούς Χατζηφλουρέντζος κοιμήθηκε ειρηνικά στη Μονή της Παναγίας της Αυγασίδας την 10η Οκτωμβρίου 1969 αφού μετάλαβε των Θείων Δώρων.
Ο παππούς Χατζηφλουρέντζος διένυσε χιλιόμετρα με το παλιό του ποδήλατο μέσα σε βροχές και άνεμο, μέσα στο λιοπύρι και την υγρασία. Περνούσε από ρουμάνια και διάσελα, ανέβαινε ανηφοριές, διέσχιζε πεδιάδες και μεγάλες πολιτείες καταπονημένος και ακατάβλητος, να προειδοποιήσει, να κηρύξει μετάνοια. Με την προφητική του διόραση έβλεπε τη σκοτεινή νεφέλη να έρχεται απειλητική και έτρεχε να προλάβει, μήπως θα μπορούσε να αποτραπεί το κακό. Έβλεπε τις βόρειες ακτές να μαυρίζουν από τα εχθρικά πλοία, τους Τούρκους να προχωρούν ακάθεκτοι σκορπίζοντας όλεθρο και φρίκη… κι ακόμα μακρύτερα, τα πέτρινα χρόνια της προσφυγιάς, της ευμάρειας και της κρίσης, μέχρι την ώρα της απελευθέρωσης της Κύπρου, ως και την επανάκτηση της Πόλης
Ο παππούς Χατζηφλουρέντζος υπήρξε ο ατόφιος, ο ανυπόκριτος και αυθεντικός ρωμιός της Κύπρου, βγαλμένος από τη μακραίωνη παράδοση αγιότητας του τόπου, στάχυ ολόκαρπο με αρετές, που γεώργησε ο Θεός στον μέγα κάμπο της Μεσαορίας, ποτισμένο με τις ροές των διακρύων του και τη δρόσο του Αγίου Πνεύματος, για να θρέψει σε καιρούς λιμού τον λαό του Κυρίου.
Ήταν μια λαμπάδα προσευχής και ικεσίας αναμμένη συνεχώς μπροστά στα εικονίσματα, ένας στυλίτης δεόμενος αδιάκοπα στην Παναγία, μια πύρινη στήλη δύναμης πνευματικής και έρωτα προς τον Θεό, ένας ωκεανός δακρύων που πολιορκούσε μερόνυχτα το Θείο Έλεος.
Συνέχεια του άρθρου: Πεμπτουσία
Η κ. Γιώτα Παρασκευά – Χατζηκώστα, Φιλόλογος, διδάκτωρ Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, με γλαφυρό λογοτεχνικό τρόπο, γράφει για τον «ποδηλάτη του Θεού» που ζούσε και κήρυττε την μετάνοια ανά το παγκύπριο. Έγγαμος, με πέντε αγόρια και μία κόρη, ζούσε ασκητικά, με πολλή προσευχή και δάκρυα. Γι’ αυτό και τον χαρίτωσε ο Θεός, ώστε να μιλήσει και για τα επερχόμενα δεινά του 1974.
Ο πρόλογος από το Μητροπολίτη Λεμεσού Αθανάσιο και τα σχόλια από το Μητροπολίτη Μόρφου Νεόφυτο δίνουν στο βιβλίο, εκκλησιαστική βάση και στον περιγραφόμενο Γέροντα το χαρακτηρισμό του οσίου.