Η φωτιά που έκαψε τον παγετώνα
Αυτή η ιστορία άρχισε πριν 45 χρόνια, όταν ο Θεός έστειλε κάποιον ν’ ανάψει φωτιά σ’ ένα Παγετώνα. Ήταν ένας παγετώνας μεγάλος και όμορφος αλλά ωστόσο παγετώνας. Για έναν ορθολογιστή αυτό είναι το άκρον άωτον της ανοησίας ( να βάλεις φωτιά στο νερό και ν’ αρχίσει να καίει ) ενώ αυτό το πράγμα ένας τρελός το πιστεύει.
Οι αρχές του Παγετώνα ούτε που έδωσαν πολλη σημασία στον Τρελό. Βρήκε ο Άνθρωπός μας μια απόμερη γωνία στην άκρη του παγετώνα για να μην ενοχλεί κανένα. Έτσι ασχολούμενοι με την παγίωση του κράτους του παγετώνα άφησαν τον τρελό ήσυχο για πολλά χρόνια.
Όταν μετά από πολλά χρόνια τον θυμήθηκαν σκέφτηκαν να πάνε να δουν τι κάνει ο τρελός και η φωτιά του και τον επισκέφτηκαν. Φτάνοντας στην άκρη του παγετώνα όπου ο Τρελός είχε φτιάξει μια μικρή καλύβα με τη βοήθεια κάποιων νέων, έμειναν λίγο έκπληκτοι όταν είδαν τη φλόγα να καίει. Αλλά δεν είχαν καταλάβει ότι πέρασαν τόσα πολλά χρόνια και δεν έδωσαν μεγάλη σημασία. Έτσι από ευγένεια τον ρώτησαν τι κάνει, πως αισθάνεται και λίγο ειρωνικά μ’ έναν αέρα ανωτερότητας του είπαν : πρόσεχε με αυτήν τη φωτιά που άναψες στο νερό μην κάψεις όλο τον παγετώνα επειδή ….. ο νόμος είναι νόμος.
Ο Γέρος αφού τους ευχαρίστησε που ήρθαν μέχρι εκεί μ’ ένα χαμόγελο τους είπε : « Ελπίζω να είστε κοντά όταν πιάσει φωτιά όλος ο παγετώνας, γιατί δεν ξέρω πως θα σβήσετε το νερό που θα μετατραπεί σε φωτιά ». αυτοί γέλασαν αν και δεν κατάλαβαν το αστείο, λέγοντας ο ένας στον άλλο : « λόγια Τρελού ….»
Αλλά ο Τρελός, όταν αυτοί έφυγαν, ευχαρίστησε το Θεό που δεν πρόσεξαν τι είχε συμβεί, ούτε ότι είχαν περάσει τόσα χρόνια απ’ όταν ήρθε, επειδή αυτός είχε μιαν άλλη αντίληψη του χρόνου.
Για εκείνον ο χρόνος σήμαινε τη δυνατότητα να ενωθείς με τον αιώνιο Θεό. Γι’ αυτό ποτέ δεν είπε σε κανένα ΔΕΝ ΕΧΩ ΧΡΟΝΟ, επειδή γι’ αυτόν ο χρόνος δεν ήταν χρήμα, αλλά αγκαλιάζοντας με την φλόγα του τον καθένα απ’ αυτούς που η καρδιά τους, τους έσπρωχνε να τον γνωρίσουν, έλεγε : « Ο χρόνος είναι ο καρπός της αγάπης, ας γευτούμε αυτόν τον καρπό » και επειδή είχε πολλή αγάπη έλεγε : « Η αγάπη ποτέ δεν έχει χρόνο, επειδή συνεχώς είναι απασχολημένη να σε πάρει πέρα από το χρόνο ».
Πρέπει να ξέρετε ότι αυτός ο Τρελός δεν ήταν σαν τους άλλους τρελούς, αλλά είχε σαν δάσκαλο στα της τρέλας έναν πιο Τρελό, που είχε μάθει την τρέλα του σταυρού από τον Τρελό των τρελών. Ενώ η φλόγα που είχε φέρει μαζί του στον Παγετώνα δεν ήταν μια συνηθισμένη φλόγα, αλλά ήταν μια ειδική φωτιά που είχε λάβει από τον Δάσκαλό του ο οποίος με τη σειρά του την είχε λάβει από τον Τρελό των Τρελών. Τ’ όνομα αυτής της φλόγας που καίει και στο νερό είναι – Η ΦΩΤΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ.
Γι’ αυτό ο Γέρος χαμογελούσε επειδή οι παγετομανείς δεν ήξεραν ότι ο Τρελός είχε ανάψει μια φωτιά που έκαιγε εσωτερικά.
Έτσι δεν είδαν πολλά πράγματα στην επιφάνεια αλλά μόνο έναν τρελό και μια φλόγα να τρεμολάμπει, αλλά η οποία εσωτερικά είχε λιώσει ένα μεγάλο μέρος του Παγετώνα.
Αλλά εκεί συνέβαιναν θαυμαστά πράγματα : ο πάγος γινόταν νερό και το νερό με μια μυστηριώδη δύναμη γινόταν φλόγα η οποία καίγοντας έφτιαξε υπόγεια τούνελ, λιώνοντας τον Παγετώνα σιγά – σιγά.
Μετά από χρόνια οι μεγάλοι του Παγετώνα κατάλαβαν ότι κάτι δεν πάει καλά με το πείραμα του Τρελού και έστειλαν την πυροσβεστική και την αστυνομία, αλλά αυτοί δεν είδαν κάτι σπουδαίο παρά μια φλόγα λίγο πιο μεγάλη και γύρω από το γέρο μερικοί άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες, πιθανόν τρελοί και αυτοί που τον άκουγαν με αγάπη και σεβασμό. Ενώ στη θέση της καλύβας είχαν φτιαχτεί τώρα με την άδεια των αρχών βέβαια καινούργια κτίρια.
Τους έλεγξαν αν έχουν πληρώσει τους φόρους, έλεγξαν τα δωμάτιά τους και δεν βρήκαν τίποτα εκτός απ’ τ’ ότι …….. ήταν όλοι τους πολύ συμπαθητικοί.
Κι όλο ερχόταν κόσμος και είχε γίνει πια γνωστό ότι στο Tiptree village, ένας τρελός είχε φυτέψει στον πάγο ένα σπόρο φωτιάς και ότι τώρα είχε μεγαλώσει ένα δέντρο κάτω από τον Παγετώνα, ενώ στην κορυφή του δέντρου (Tiptree) υπήρχε μια μεγάλη φλόγα. Έτσι αποφάσισαν να στείλουν πυροσβέστες ξανά να σβήσουν την φωτιά, να κόψουν το δέντρο και να πάρουν τον γέρο. Αλλά είχαν φτάσει πολύ αργά, επειδή τον γέρο τον είχε πάρει Κάποιος Άλλος, πριν απ’ αυτούς, ενώ το δέντρο όντας από φωτιά και με ρίζες απλωμένες κάτω από τον Παγετώνα, δεν είχαν πώς να το κόψουν, ούτε πώς να το σβήσουν τόσο νερό που συνεχώς μεταμορφωνόταν σε φωτιά.
Έτσι συνέταξαν μια αναφορά στην οποία σημείωσαν ότι , είχε ακουστεί για τη φωτιά είναι αλήθεια αλλά δεν πρέπει ν’ ανησυχούν διότι :
1) Η φωτιά αυτή μη όντας υλική δεν καίει αυτό που ενδιαφέρει την Κυβέρνηση, αλλά μόνο πράγματα μη υλικά, όπως οι ψυχές, συνεπώς κανένα πρόβλημα.
2) Το συγκεκριμένο δέντρο, ακόμα κι αν είναι από φωτιά και καίει συνεχώς υπόγεια, ο Παγετώνας είναι τόσο μεγάλος που δεν πρέπει ν’ ανησυχούμε.
3) Οι άνθρωποι που μένουν εκεί είναι πολύ ευγενικοί και συμπαθητικοί, αν και έχουν κολλήσει την τρέλα του γέρου.
Επιπλέον ο μεγάλος αριθμός ξένων που επισκέπτονται το μέρος μόνο κέρδος
φέρνει στον Παγετώνα μας.
4) Ενώ ο γέρος που έφερε τη φωτιά και την έσπειρε στον Παγετώνα, πέθανε. Αυτοί λένε ότι ζει και ότι είναι μεγάλος άγιος. Αλλά ξέρετε ….. λόγια τρελών.
Υπέγραψαν την αναφορά κι έφυγαν.
Λίγα χρόνια μετά απ’ αυτούς επήγαμε εμείς. Ήρθαμε επειδή είδαμε από μακριά τη λάμψη της φλόγας του Παγετώνα την οποία βλέπουν μόνο όσοι έχουν καταλάβει ότι έχασαν το δρόμο.
Φτάνοντας εδώ είδαμε κι εμείς το θαυμαστό δέντρο της φωτιάς αλλά και τον Γέρο εν ταπεινώσει στην κορυφή του δέντρου ( Tiptree ) λάμποντας σαν ένα αστέρι, δίνοντας ζωή σ’ ένα άλλο αστέρι και σ’ άλλο ένα, αγκαλιάζοντας τα με τα κλαδιά του που έμοιαζαν με χέρια και παρηγοριτική αγκαλιά, λέγοντας σ’ όλους : αγαπάτε αλλήλους γιατί η αγάπη θα μας πάει στον Παράδεισο όπου σας περιμένω.
Τώρα είναι η στιγμή να κλείσουμε αυτή τη διήγηση για τον πατέρα Σοφρώνιο και τη μονή του Εσσεξ στη Μεγάλη Βρετανία και ν’ αποχαιρετήσουμε τους αδελφούς και τις αδελφές της μονής. Και αν ερμηνεύσουμε τ’ όνομά του χωριού όπου βρίσκεται το μοναστήρι – Tollshunt Knight – δηλ. οι ιππότες του πηγαδιού του Tolle, τότε δεν θα σας πούμε « goodbye Tollshunt Knight » αλλά « Goodbye Siluanriver Knight ».
Ιερ. Dionisie Ignat περιοδικό »Lumea Monahilor»
Πηγή: Προσκυνητής
τι ωραία λόγια
Kύριε φώτισον μου το ε εμοί σκότος…