Το Χαμόγελο του Ετοιμοθάνατου Ήρωα
Η Μάχη της Κρήτης με τα Μάτια Γερμανού Αλεξιπτωτιστή
Αφήγηση ενός Γερμανού αξιωματικού των αλεξιπτωτιστών για περιστατικό που συνέβη στην περιοχή Γαλατά των Χανίων, όπου πραγματοποιήθηκε η κυρία προσπάθεια των Γερμανών στην Μάχη της Κρήτης (20 Μαΐου – 1 Ιουνίου 1941):
Στὸ λιγοστὸ φῶς τῆς ἡμέρας θυμᾶμαι ποὺ πετάχθηκε σὰν ἀγρίμι μέσα ἀπὸ τοὺς ἀγκαθωτοὺς θάμνους, σὰν ἀστραπή, μιὰ λεβεντόκορμη σιλουέτα, στὰ μαύρα ντυμένη, μὲ ψηλὲς μπότες καὶ σαρίκι στὸ κεφάλι, ποὺ δίχως καθυστέρηση φύτεψε μὲ τὸ γερμανικὸ αὐτόματο, ποὺ κρατοῦσε, πέντε σφαῖρες στὸ στομάχι δύο ἀλεξιπτωτιστῶν.
Πρὶν προλάβουμε νὰ ἀντιδράσουμε, ἔπεσε κάτω, γλιστρώντας σὰν φίδι μέσα στοὺς θάμνους μὲ δαιμονισμένη ταχύτητα. Ἀντιδρῶντας γρήγορα, τὸν κυκλώσαμε καὶ προσπαθήσαμε νὰ τὸν ἐξουδετερώσουμε. Αν και είχα υποσετί τη σκληρή εκπαίδευση των Γερμανών αλεξιπτωτιστών επί επτά μήνες στο Βερολίνο, με είχε συναρπάσει ο τρόπος που γλιστρούσε σέρνοντας το κορμί του πάνω στο χώμα. Ήταν μια τακτική αυτοσχέδια που θύμιζε περισσότερο ερπετό παρά άνθρωπο. Με πολύ κόπο καταφέραμε να τον κυκλώσουμε και ν ατον αχρηστέψουμε με μια χειροβομβίδα. Κατάφερε την τελευταία στιγμή να πληρώσει στον αριστερό μηρό ακόμα έναν αλεξιπτωτιστή. Μετά την έκρηξη της χειροβομβίδας πλησίασα με προφύλαξη. Ήθελα να δω από κοντά τον άγνωστο πολεμιστή που με εντυπωσίασε. Ὅταν ἔφθασα κοντά του δὲν εἶχε ἀκόμα πεθάνει. Τὰ μάτια του ἀνοικτά, κατάμαυρα, λὲς καὶ φοβέριζε τὸν ἐρχομὸ τοῦ θανάτου, ὅμως ὅλο σχεδὸν τὸ κορμί του ἦταν χτυπημένο ἀπὸ τὰ θραύσματα τῆς χειροβομβίδας. Τὸν σήκωσα καὶ ἀκούμπησα τὴν πλάτη του στὸν κορμὸ μιᾶς χοντρῆς ἐλιᾶς. Εἰλικρινὰ μὲ εἶχε συναρπάσει ἡ τακτικὴ ποὺ μαχόταν.
Η αιμορραγία είχε βάψει όλο το χώμα, θὰ ἦταν περίπου 18 χρονῶν. Το πρόσωπό του, με έντονα χαρακτηριστικά, αν και είχε σκεπαστεί με σκόνες και αίματα, έδειχνε τόσο νεανικό. Πρὶν ξεψυχήσει, κοίταξε βαθιὰ μέσα στὰ μάτια τὸ στοχασμό μου καὶ χαμογέλασε.
Ξαφνιάστηκα!
Δὲν ξέρω ἄν χαμογελοῦσε σὲ μένα ἤ στὸν θάνατο, ποὺ φτερούγιζε γιὰ νὰ τὸν πάρει. Σήκωσε μὲ κόπο τὸ δεξί του χέρι, πῆρε ἀπὸ τὸ λαιμό του ἕνα σταυρό ποὺ κρεμόταν, τὸν φίλησε κι ἔγειρε τὸ κεφάλι πλάγια, ξεψυχώντας μὲ καρφωμένο στὰ χείλη του τὸ χαμόγελο.
Ὅμως, ἡ ἔκπληξή μου ἔμελλε νὰ κορυφωθεῖ, ὅταν τραβῶντας τὸ σαρίκι του γιὰ νὰ τὸν ξαπλώσω χάμω, ξεχύθηκαν ἀπ’ τὸ κεφάλι του μισὸ μέτρο κατάμαυρα μαλλιά. Τότε μόνο κατάλαβα πὼς ἦταν γυναῖκα. Βουβάθηκα.
Ἦταν κάτι ποὺ δὲν τὸ περίμενα. Ἔνοιωσα στὸ λαιμό μου ἕναν κόμπο νὰ μὲ πνίγει. Ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ συνειδητοποίησα ὅτι ἡ μοίρα τῶν ἀλεξιπτωτιστῶν θὰ ‘ ταν πολὺ δύσκολη στὴν Κρήτη. Ἔφυγα, ἀφήνοντας τὴ σκέψη μου κάτω ἀπὸ τὴ γέρικη ἐλιά, κοντὰ στὴ νεκρὴ κοπέλα».
Πηγή: Στρατιωτική Επιθεώρηση ΓΕΣ (τ. 3-4/1991, σελ. 95)
Αναδημοσίευση από: Εφημερίδα Ρήξη τ. 144