Μή με λησμόνει!

Snow, Again, Out Front Window

Δὲν ἔχω ἕνα φύλλο ἀπ᾿ τὰ παλιὰ πράσινα δέντρα.

Σοῦ γράφω τὴ λύπη μου σ᾿ αὐτὸ τὸ χαρτί.
τόσο ἐλαφριὰ ποὺ νὰ στὴ φέρει ὁ ἄνεμος,
τόσο καλὴ καὶ τρυφερὴ ποὺ νὰ μὴ παραξενευτεῖ ὁ ἥλιος,
εὐγενικὴ σὰν τὴ σιωπὴ ποὺ περπατεῖ στὸ χορτάρι
τὴ νύχτα, ἁπλὴ καὶ καθαρὴ σὰν τὸ νεράκι ποὺ τρέχει
καὶ δὲ μαντεύεις πὼς τὸ γέννησε ἡ χτεσινὴ καταιγίδα.

Πολλοὶ σκοτώθηκαν. Πολλοὶ ζοῦμε. Ὅλοι μας εἴμαστε
λαβωμένοι. Εἶναι βαρὺς ἀπὸ τὸν πόνο μας ὁ κόσμος.

Μὲ τὴ σιωπὴ τῆς θάλασσας θὰ λάβεις τὴ λύπη μου.
Σοῦ στέλνω αὐτὸ τὸ αἰώνιό μου Μή με λησμόνει!
Εἶναι ἕνα φῶς διπλωμένο ἀνάμεσα σ᾿ ἕνα μικρὸ συννεφάκι.
Σοῦ στέλνω αὐτὸ τὸ ἀρνάκι, μιὰ κ᾿ εἶσαι κοντὰ στὸ θεό,
νὰ τ᾿ ὁδηγήσεις σ᾿ ἕνα πράσινο κῆπο του.

Σοῦ στέλνω αὐτὸ τὸ βρέφος μὲ τὸ τσακισμένο ποδαράκι.
Ἀνεβασέ το στὸ παράθυρο μὲ τὸν αὐγερινό,
κοντὰ στὸν κόσμο, κοντὰ στὸ ὄνειρο,
κοντὰ στὴν καλοσύνη σου,ποὺ εἶναι ζεστὴ σὰ μιὰ ἀνάσα μητέρας,
κοντὰ στὸ τζάκι ποὺ ὀνειρεύεσαι μὲ τὸ χέρι στὸ μέτωπο
τὴν εὐτυχία τοῦ πεινασμένου, τοῦ στρατιώτη, τοῦ ἄρρωστου.
Βάλτο κοντὰ στὴν πράσινη σημαία. Κοντὰ στὸ κόκκινο
ἄλογο. Στὴ μητέρα σου πλάι, ποὺ τριγυρισμένη
ἀπ᾿ τοῦ Γενάρη τοὺς σπουργῖτες, γνέθει τὴν ἐλπίδα.
ἄλτο κοντὰ στὸ στεναγμὸ τῆς φιλίας. Κοντὰ-κοντά.
Βάλτο νὰ κάτσει, κι ἄνοιχτου σὰν ἕνα γέλιο τὸ παράθυρο
νὰ ἰδεῖ τὸν κόσμο.

Ευχαριστίες στην Ιωάννα Ι.

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Μή με λησμόνει!

  • Μάρτιος 27, 2013, 10:41 πμ
    Permalink

    Οι στίχοι είναι Νικηφόρου Βρεττάκου
    Θα ΕΠΡΕΠΕ αυτός που το προωθεί ΝΑ ΓΡΑΦΕΙ το ΟΝΟΜΑ του ποιητή αλλιώς σαν πνευματικη κλοπή φαίνεται..

    Σχολιάστε

Απάντηση

Subscribe without commenting

  • Κέρασμα

    …Θυμάμαι τι μου συνέβη, όταν για πρώτη φορά με αληθινή συντριβή για τις αμαρτίες μου πήγα για εξομολόγηση. Όλη η ζωή που έζησα ορθώθηκε μπροστά μου ως αδικία από την αρχή ώς το τέλος. Όταν συνάντησα τον ιερέα, δεν μπορούσα να μιλήσω καθόλου από τη θλίψη, τα δάκρυα, τον καρδιακό πόνο, αλλά μόνον έκλαιγα.

    Και πιστέψτε με, πριν ακόμη αρχίσω να μιλώ για τις αμαρτίες μου, ο Ίδιος ο Κύριος «εξήλθε προς συνάντησίν μου» και έπεσε στον τράχηλό μου και με καταφίλησε, και ήμουν γι’ Αυτόν αγαπητός, χωρίς να περιμένει από μένα πότε θα πω «συγχώρησον», όπως και στην παραβολή ο άσωτος είπε «Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν Σου», όταν ήδη ο Πατέρας τον δέχτηκε στην αγκαλιά Του.

    Κατηγορούσα τον εαυτό μου για όλα. Ο Κύριος όμως δεν πρόφερε ούτε ένα λόγο μομφής× μόνο χαιρόταν «ότι ο υιός αυτός απολωλώς ην και ευρέθη, νεκρός ην και ανέστη». Τι νύχτα ήταν εκείνη! Μου είναι αδύνατο να τη διηγηθώ. Πόσο μας αγαπά ο Κύριος!
    - Γέροντας Σωφρόνιος
  • Αρέσει σε %d bloggers: