Ἡ εὐλογία τοῦ χρόνου
Μιὰ φορὰ κι ἕναν καιρὸ – λέει τὸ παραμύθι – ὁ Θεὸς ἔσκυψε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ κι ἔριξε ἕνα βλέμμα στὴ γῆ. Δὲν ἔμεινε ὅμως εὐχαριστημένος μὲ ὅσα εἶδε ἐκεῖ. Οἱ ἄνθρωποι, ἂν καὶ τοὺς εἶχε δώσει ὅλα τὰ καλά, εἶχαν γεμίσει τὴ ζωή τους μὲ προβλήματα. Ὁ Θεὸς στενοχωρήθηκε πολύ, γιατὶ τοὺς ἀγαποῦσε καὶ ἤθελε νὰ εἶναι ὅλοι καλά. Ἔπεσε σὲ βαθειὰ συλλογή. Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ κάμει γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσει; Ποιὰ εὐλογία δὲν τοὺς ἔδωσε ἀκόμα; Σκέφθηκε τότε νὰ ἐπιστρατεύσει τὸν Χρόνο. Θὰ τὸν ἔστελνε στοὺς ἀνθρώπους, ὥστε νὰ ἔχουν κάθε εὐκαιρία μὲ ὅλη τους τὴν ἄνεση νὰ φτιάχνουν σωστὰ τὴ ζωή τους.
Τὸν φώναξε λοιπὸν ἀμέσως κοντά του, τὸν καθοδήγησε καὶ τὸν ἔστειλε στὴ γῆ γιὰ νὰ βοηθήσει τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Χρόνος, νεαρὸ παλληκάρι γεμάτος ὄρεξη, ξεκίνησε ἀμέσως τὸ ἔργο του. Δὲν εἶχε καιρὸ γιὰ χάσιμο. Ἔπρεπε νὰ γυρίσει ὅλη τὴ γῆ κι αὐτό, ἂν τὸ καλοσκεφθεῖς, δὲν ἦταν καθόλου εὔκολη καὶ ξεκούραστη δουλειά.
Σταμάτησε στὴν πρώτη πόρτα ποὺ συνάντησε μπροστά του καὶ χτύπησε. Τοῦ ἄνοιξε ἕνας συνομήλικός του νεαρός. Ὁ Χρόνος τοῦ εἶπε:
– Εἶναι καιρὸς νὰ ἀρχίσεις.
– Ν᾿ ἀρχίσω τί; ρώτησε μὲ φανερὴ ἀπορία ὁ νέος.
– Ὅλα τὰ σημαντικὰ ποὺ φτιάχνουν τὴ ζωή σου. Τὰ σχέδιά σου καὶ τὰ ὄνειρα ποὺ θὰ τῆς δώσουν ὀμορφιὰ καὶ νόημα.
– Μὰ εἶναι πολὺ νωρὶς ἀκόμα, ἀπάντησε ὁ νέος. Ἔχω καιρό. Τὸ μέλλον εἶναι μπροστά μου.
– Δὲν ξέρεις κάν, ἂν θὰ ἔρθει ποτὲ τὸ μέλλον, ἀπάντησε ὁ Χρόνος. Δικός σου χρόνος εἶναι μόνο αὐτὸς ποὺ τώρα ζεῖς. Αὐτὸ ποὺ κρατᾶς μὲ σιγουριὰ στὰ χέρια σου εἶναι μονάχα τὸ παρόν.
Μὰ ὁ νέος δὲν πείσθηκε.
– Ὄχι, εἶπε. Νοιώθω πὼς εἶναι πολὺ νωρὶς ἀκόμα γιὰ ὁτιδήποτε. Θὰ περιμένω τὸ μέλλον.
Ὁ Χρόνος δὲν μποροῦσε νὰ ἐπιμείνει περισσότερο. Εἶχε πολὺ δρόμο μπροστά του. Ἔφυγε στενοχωρημένος. Ἀπὸ πόλη σὲ πόλη, ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριό, ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, συνέχισε νὰ τρέχει πάνω στὴ γῆ, νὰ συναντήσει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
Ὅταν ἐπιτέλους συμπλήρωσε τὸ γύρο της, ὁ Χρόνος ἦταν πιὰ ἕνας γέρος μὲ χιονισμένα μαλλιά. Καὶ τότε βρέθηκε ξανὰ μιὰ νύχτα στὸ ἴδιο σημεῖο, ἀπ᾿ ὅπου εἶχε ξεκινήσει: στὴν πόρτα τοῦ νεαροῦ ποὺ εἶχε πρωτοσυναντήσει. Μὰ τώρα τοῦ ἄνοιξε ἕνας ἀσπρομάλλης γέρος.
– Πρόλαβες νὰ κάνεις κάτι σπουδαῖο στὴ ζωή σου; ρώτησε ὁ Χρόνος.
– Δυστυχῶς ὄχι, ἀπάντησε ὁ γέρος σκυθρωπός. Τὰ ἄφηνα πάντα ὅλα γιὰ τὸ μέλλον. Μὰ κάποτε κατάλαβα, πὼς εἶναι πιὰ πολὺ ἀργὰ γιὰ ὁτιδήποτε. Τὸ μέλλον δὲν ὑπῆρχε πιὰ γιὰ μένα. Μὲ εἶχε προσπεράσει. Χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθῶ, ἡ ζωή μου ἔγινε σιγὰ – σιγὰ ἕνα παρελθόν. Δὲν περιμένω τίποτε πιά.
– Σταμάτα νὰ κοιτᾶς αὐτὸ τὸ παρελθόν, εἶπε ὁ Χρόνος. Δὲν χάθηκε κάθε ἐλπίδα. Στὰ χέρια σου κρατᾶς ἀκόμα τὸ παρόν. Γιὰ ὅσο ζεῖς, αὐτὸ θὰ ὑπάρχει. Καὶ εἶναι δικό σου. Τὸ κάνεις ὅ,τι θέλεις ἐσύ. Κανένας δὲν μπορεῖ νὰ σοῦ τὸ πάρει. Τὸ παρόν, αὐτὸ μονάχα εἶχες πάντοτε δικό σου. Τὸ μέλλον δὲν ἤξερες ποτὲ ἂν θὰ σοῦ δινόταν. Τὸ παρελθόν σου πάλι δὲν γυρίζει πίσω. Μὰ τὸ παρόν σου, καὶ τώρα ἀκόμα, εἶναι ἐδῶ. Ἔχεις καιρό, ἐκμεταλλεύσου το. Ἔστω καὶ τώρα μπορεῖς νὰ κάνεις μιὰ ἀρχή, νὰ χτίσεις τουλάχιστον τὴ σχέση σου μὲ τὸν Θεό. Ἀρκεῖ νὰ τὸ θελήσεις μόνο.
Μὰ ὁ γέρος μόρφασε ἀπαισιόδοξα:
– Πολὺ ἀργὰ πιὰ γιὰ ὁτιδήποτε.
Τὸ ρολόι χτύπησε τρεῖς φορὲς μέσα στὴ νύχτα.
– Νά, αὐτὴ ἡ ὥρα ἐκφράζει ὅλη τὴ ζωή μου, ξαναμίλησε ὁ γέρος μελαγχολικά. «Τρεῖς τὴ νύχτα: πολὺ νωρὶς καὶ συνάμα πολὺ ἀργὰ γιὰ ὁτιδήποτε» (Ζὰν-Πὼλ Σάρτρ).
Ὁ Χρόνος τότε κίνησε νὰ φύγει.
«Μυστήριο πράγμα ὁ ἄνθρωπος», σκεφτόταν. «Πῶς καταφέρνει νὰ χαραμίζει τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, μεταστρέφοντας τὴν εὐλογία σὲ κατάρα;»
Πηγή: ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 366, Ἰαν. 2014
Μιὰ φορὰ κι ἕναν καιρὸ – λέει τὸ παραμύθι o κοσμος πεινουσε δεν ειχε χρηματα για θερμανση ουτε δουλεια ειχε να πληρωσει φορους πολλους για να μην του παρει το σπιτι που ηταν το μονο παρον που ειχε και συντομα θα γινονταν παρελθον και ο νεος και ολοι που εμεναν στο σπιτι θα χανοντουσταν στους δρομους μεσα στην πεινα στο κρυο.
.Κ ο θεος τους εστειλε τον χρονο να τους κανει πλακα .
Γιατι η εκκλησια δεν πληρωνει ΕΝΦΙΑ ουτε φορους τα εχει ολα ετοιμα γιατι τα πληρωνει ο νεος που δεν εχει χρονο για τιποτε αλλο παρα να μπορεσει να κρατησει το παρον πριν γινει περελθον….
Ο δε χρονος που εστειλε ο Θεος προφανως ηταν τυφλος γιατι δεν εβλεπε την πεινα και την δυστυχια.
Μεταξυ μας ουτε ο Θεος πρεπει να βλεπει καλα γιατι θα εβλεπε την δυστυχια του κοσμου και τα παιδακια που πεθαινουν απο τους πολεμους και την πεινα.Θα ειναι μαλλον πολυ ψηλα η δημοσιος υπαλληλος και νομιζει οτι εχει δωσει ολα τα καλα αλλα αν κοιταξει καλυτερα θα δει οτι τα 3/4 των ανθρωπων πεινανε στη γη.
Ωραια τα παραμυθια οσο τα διαβαζει κανεις αποχαυνωνεται
H Εκκλησία της Ελλάδος, οι Ιερές Μητροπόλεις με τα εκκλησιαστικά τους ιδρύματα, οι Ιερές Μονές και οι Ενορίες, οι οποίες είναι ξεχωριστά μεταξύ τους νομικά πρόσωπα, καταβάλλουν κάθε χρόνο στις κατά τόπους Δ.Ο.Υ. τις παρακάτω νομοθετημένες φορολογικές υποχρεώσεις τους :
1. Φόρο επί των κατ’ έτος μισθωμάτων, που εισπράττουν από ακίνητα, με συντελεστή 20% επί της αξίας τους,
2. Συμπληρωματικό φόρο επί των εισοδημάτων τους από οικοδομές και εκμισθώσεις γαιών με συντελεστή 3%,
3. Προκαταβολή του φόρου (για το επόμενο έτος) με συντελεστή 55% επί της αξίας του παραπάνω συμπληρωματικού φόρου,
4. Φόρο επί της ακινήτης περιουσίας τους με συντελεστή 3‰ επί της αντικειμενικής αξίας τους (εκτός εάν πρόκειται για οικοδομήματα λατρευτικής, εκπαιδευτικής, θρησκευτικής η κοινωφελούς χρήσεως π.χ. Ι. Ναοί, γηροκομεία, χώροι συσσιτίων),
5. Φόρο επί των κληρονομιών και δωρεών με συντελεστή 0,5% επί της αξίας τους,
Τέλος χαρτοσήμου και δικαιώματα ΟΓΑ συνολικού ποσοστού 2,40% επί κάθε χρηματικής παροχής πιστών προς τους Ι. Ναούς λόγω ιεροπραξιών.
1. Επίσης τα παραπάνω νομικά πρόσωπα της Εκκλησίας παρακρατούν και αποδίδουν στις Δ.Ο.Υ. τα παρακάτω φορολογικά έσοδα:
2. Φόρο μισθωτών υπηρεσιών για τους εκκλησιαστικούς υπαλλήλους και συνεργάτες τους, που αμείβονται από τον προϋπολογισμό τους,
3. Φ.Π.Α. με τους προβλεπομένους συντελεστές για υπηρεσίες και αγαθά,
4. Φόρο εισοδήματος με συντελεστή 8% σε όλα τα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών,
Φόρο εισοδήματος με συντελεστή 4% σε όλα τα δελτία αποστολής αγαθών και με συντελεστή 1% για τα υγρά καύσιμα.
Τέλος, η Εκκλησία της Ελλάδος επιθυμεί να τονίσει αφ’ ενός ότι η απαλλαγή από τον φόρο ακινήτης περιουσίας για τα ακίνητα λατρευτικής, θρησκευτικής και κοινωφελούς χρήσεως ισχύει από το έτος 2008 για όλα τα θρησκεύματα και δόγματα, που έχουν ακίνητη περιουσία εντός Ελλάδος και αφ’ ετέρου ότι, παρότι τα έσοδά Της προέρχονται μέχρι σήμερα από το υστέρημα πιστών και χρησιμοποιούνται για την συντήρηση των θρησκευτικών και κοινωφελών Της ιδρυμάτων, ουδέποτε ζήτησε κάποια άνιση φορολογική μεταχειρίση σε σχέση με τους υπολοίπους φορολογούμενους μη κερδοσκοπικούς οργανι-σμους της Χώρας.
Η Κεντρική Υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος, οι Ιερές Μητροπόλεις, οι Ενορίες, οι Ιερές Μονές και τα Εκκλησιαστικά Ιδρύματα κατά το έτος 2011 κατέβαλαν συνολικά φόρους ύψους 12.584.139,92€.