Ζητεῖται ἡγέτης
Της Αργυρώς Σταθερού, Δημοσιογράφου
Πόσες φορές αναρωτιέμαι μήπως πρέπει να βάλουμε “αγγελία” ευρέσεως κατάλληλων πολιτικών εκπροσώπων και προπαντός ενός άξιου ηγέτη, αντάξιου των προσδοκιών και του καλού ολόκληρου του έθνους μας. Ως κουρασμένοι Έλληνες πολίτες από τις πολιτικές που εφάρμοσαν όλα τα προηγούμενα χρόνια οι κυβερνώντες της, κατά τα άλλα, ευλογημένης αυτής χώρας που αξιωθήκαμε να γεννηθούμε, φτάσαμε στην ώρα μηδέν της ιστορίας μας, πιάσαμε πάτο στο πηγάδι της απόγνωσης. Η Ελλάδα είναι, ομολογουμένως, μοναδική σε ομορφιά και κλιματικές συνθήκες κι αυτό δεν είναι μεροληπτική, αλλά διεθνής διαπίστωση. Κι ενώ έχουμε δεδομένο τον ήλιο, τη θάλασσα, την πλούσια πανίδα και χλωρίδα και άλλους φυσικούς πόρους, μια πλούσια πολιτιστική κληρονομιά με ρίζες στους αρχαίους χρόνους και ένα ένδοξο ιστορικό παρελθόν με προγόνους πατριώτες – γνήσιους αγωνιστές κάπου «κολλήσαμε», στο σύγχρονο σήμερα και φαινόμαστε, όχι απλώς οι «ουραγοί» της Ευρώπης, αλλά τα «τεμπέλικα λαμόγια» που θέλουν να ζουν με δανεικά και να καλοπερνούν “αραχτοί και light”.
Πόσο απογοητευτική είναι η εικόνα των σύγχρονων Ελλήνων όλων των ηλικιών που κάθονται σωρηδόν ως «λουσάτοι» άνεργοι στις καφετέριες, ενώ στα χωράφια, τις οικοδομές, τα δημόσια έργα, τα λιμάνια κ.ά. δουλεύουν ένα σωρό αλλοδαποί όλων των εθνικοτήτων.
Πόσο τραγικό είναι ένας έξυπνος λαός να καταπίνει ως «κουτορνίθι» ό,τι του σερβίρουν τα Μ.Μ.Ε., να προσπαθεί να εντυπωσιάσει με κραυγαλέες εμφανίσεις και να τρώει το χρόνο του σε παιχνίδια κοινωνικών δικτύων. Φυσικά, αυτό δεν συντελέστηκε αίφνης και αυτόματα στη δική μας γενιά. Πήρε χρόνια για να «δηλητηριαστεί» το ιδιαίτερο εκείνο DNA που μας άφησαν κληρονομιά οι γνήσιοι Έλληνες πρόγονοί μας. Δεν ξυπνήσαμε μια μέρα στον καναπέ να πίνουμε φραπέ. Γίναμε αργά και μεθοδικά λάτρεις και εκφραστές του δυτικόφερτου τρόπου ζωής σε όλες της τις εκφάνσεις. Φρόντισαν για αυτό καταρχήν η τηλεόραση με την πλύση εγκεφάλου που έκανε και στη συνέχεια τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης, αλλά και οι εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες της χώρας που ξέχασαν τις ρίζες τους και λάτρεψαν τη «δύση», άρα και την κτήση, απομακρύνθηκαν από το Θεό και σταδιακά έχασαν το «μπούσουλα», τα ιερά και όσιά μας. Και δημιουργήθηκαν κινήματα στην πολιτική που συμβάδισαν με τις τάσεις της μόδας που ποτέ, όμως, δε ντύνει τον απλό λαό. Κοσμεί μόνο τους προύχοντες, τους έχοντες και κατέχοντες. Άλλοι πήγαν αριστερά και προσπάθησαν να εφαρμόσουν ουτοπικές για την Ελλάδα πολιτικές ιδεολογίες του Μαρξ και του Λένιν, άλλοι πήγαν δεξιά και προσπάθησαν να εφαρμόσουν ανεδαφικές για τον τόπο καπιταλιστικές θεωρίες που δεν εξυπηρετούσαν παρά μόνο τα ξένα και αργότερα πολυεθνικά συμφέροντα. Άλλοι πήγαν ακόμα δεξιότερα και προσπάθησαν απολυταρχικά να εφαρμόσουν τους νόμους και την τάξη με στρατιωτικά πρότυπα. Κι αυτό αποτυχημένο, καθώς, όσο κι αν βολεύει η οργάνωση και η εργατικότητα του στρατού δεν μπορεί μια χώρα με φιλελεύθερους πολίτες να λειτουργεί σαν «καλοκουρδισμένο» στρατόπεδο! Άλλος είναι ο ρόλος του στρατού κι άλλος του κράτους. Κάποιοι ισορρόπησαν κάπου στο κέντρο και έκαναν πολιτικά «γκελ» προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, ανάλογα με το πώς φυσούσαν οι εκάστοτε κοινωνικο-πολιτικοί «άνεμοι» και, δυστυχώς, τα συμφέροντά τους. Στην πάροδο των ετών της σύγχρονης μεταπολιτευτικής περιόδου δε βρέθηκαν παρά ελάχιστοι πολιτικοί εκφραστές της έννοιας του αληθινού πατριωτισμού. Κινδυνεύοντας να παρεξηγηθώ και να εξαγριώσω τους απανταχού πολιτευμένους και τους οπαδούς τους, εννοώ γνήσιους, ηθικούς, αληθινούς, πατριώτες άντρες με φόβο Θεού και πίστη στα ελληνικά ιδεώδη και ιδανικά, με αγάπη έως αυταπάρνησης στον ιερό, αυτό τόπο και τους ανθρώπους του, που κάποιοι έχυσαν το αίμα τους για να το απολαμβάνουμε εμείς, ελεύθεροι, σήμερα. Γιατί σίγουρα, οι γείτονες χώρες δεν φρόντισαν για την ελευθερία μας, ούτε ποτέ θα φροντίσουν. Ο καθένας πρέπει να κοιτάζει τη χώρα του και τα συμφέροντά του, άλλωστε.
Η έλλειψη τέτοιων αντρών, «καθαρών» και αποτελεσματικά εργατικών για τον τόπο είναι εμφανής. Διαφαίνεται ξεκάθαρα στην απόγνωση που έχει κυριεύσει τον ελληνικό λαό που φαίνεται να συνειδητοποιεί, έστω και αργά, ότι οι πολιτικοί εκπρόσωποί του τον προδίδουν ασύστολα κτίζοντας στην «πλάτη» του την προσωπική τους καριέρα και κυνηγώντας τα ίδια συμφέροντα, την πολυπόθητη «καρέκλα» και «θεσούλα» τους, το κτίσιμο των τεράστιων περιουσιακών τους στοιχείων. Οι περισσότεροι από αυτούς δεν έχουν εργαστεί ποτέ, άλλοι ελάχιστα στη ζωή τους. Συνήθως προέρχονται από πολιτικά τζάκια, άλλοι πάλι αναμείχθηκαν με την πολιτική ως ιδεολογικό χόμπι και το μετέτρεψαν σε προσοδοφόρο επάγγελμα. Στις σκέψεις όλων μας γεννιέται περισσότερο από ποτέ η ανάγκη για την εμφάνιση ενός ηγέτη με γνήσιο όραμα και φιλικές διαθέσεις για τον ταλαιπωρημένο αυτό τόπο και λαό. Ο Καποδίστριας άφησε μια πολιτική κληρονομιά διεθνούς βεληνεκούς που φαίνεται πως κανένας μεταγενέστερος Έλληνας δεν θέλησε να μιμηθεί και να αξιοποιήσει. Και δεν ήταν ο μόνος.
Λέγεται πως μεγάλος ηγέτης γεννιέσαι, δεν γίνεσαι και πως λίγοι είναι αυτοί που έχουν τη «στόφα». Είναι αδύνατο να πιστέψει κανείς πως δεν γεννήθηκαν, όλα αυτά τα χρόνια, άντρες ικανοί για τη διοίκηση του κράτους και των κοινών, άντρες κατάλληλοι για την καθοδήγηση του λαού και τη συνέχιση της ελληνικής, αλλά και ορθόδοξης παράδοσης. Απλά, δεν πολιτεύθηκαν. Έκατσαν ήσυχα κάπου στη γωνιά της ζωής τους, έκαναν ένα σωρό, τίμιες, πλην όμως, «άσχετες» με την πολιτική εργασίες, άλλοτε διδάσκοντες σε πανεπιστήμια ή σχολεία, άλλοτε στρατευόμενοι και υπηρέτες της δημόσιας τάξης, άλλοτε ελεύθεροι επαγγελματίες, γιατροί – λειτουργοί, θεοποιημένοι ιερείς, κτηνοτρόφοι και ψαράδες που σεβάστηκαν τη φύση και τη θάλασσα και εργάστηκαν τίμια ως αφανείς ήρωες της σύγχρονης καθημερινότητας.
Φαινομενικά, βέβαια, υπήρξαν πολλοί «άξιοι» και εκλεγμένοι πολιτικοί αρχηγοί και βουλευτές που κατέλαβαν ένα σωρό καίρια αξιώματα. Χωρίς να υστερούσαν σε πτυχιακούς τίτλους και γνώσεις φάνηκαν να στερούνται αληθινού πνεύματος υπηρεσίας στο λαό και τον τόπο και κυρίως, της ελληνικής, μοναδικής λέξης του «φιλότιμου» που καυχιόμαστε για την προέλευσή της. Κάποιοι από αυτούς ξεκίνησαν με όνειρα και υποσχέσεις, έκαναν ένα σωρό εξαγγελίες και απήγγειλαν «πύρινους» λόγους τάζοντας «λαγούς με πετραχήλια» και στην πορεία ξέχασαν τα πρότερα, αυτά που «έταξαν» στο λαό στο ξεκίνημά τους, ενώ ορκίστηκαν για αυτό ενώπιον Θεού και ανθρώπων με κάθε είδους όρκο. Το «έργο» αυτό, την παρωδία αυτή θα έλεγα καλύτερα, έχουμε ξαναδεί και συνεχίζουμε ακάθεκτα να βλέπουμε σε επανάληψη σαν επιτυχημένη υπερπαραγωγή που παίζεται εις βάρος μας στην οθόνη της ζωής μας. Με πρωταγωνιστές που δεν σέβονται τους κομπάρσους (εμάς, τους απλούς πολίτες) και τους θέτουν σε αλλεπάλληλες περιπέτειες, σασπένς και κίνδυνο. Με πολιτικούς που ενίοτε ψηφίζουν νόμους και νομοσχέδια που στερούνται ουσίας και που δεν εξυπηρετούν το συμφέρον των πολλών και των πραγματικά χρήζοντας χρείας μειονοτήτων. Με βουλευτές που δεν ντρέπονται να λένε και να ξελένε όσα προηγουμένως είπαν. Με πρωθυπουργούς που έχουν αφαιρέσει τη λέξη «συγνώμη» από το λεξιλόγιό τους και αλλάζουν πολιτική πορεία και πιστεύω ανάλογα με το πού στρέφεται η πυξίδα της προσωπικής τους επιτυχίας.
Κι ενώ μένει ένα σωρό κόσμος άνεργος, χωρίς ελπίδα στο μέλλον για αυτόν και τα παιδιά του, οι πολιτικοί μας μοιάζουν να «κοροϊδεύουν» τον πόνο μας, να περιγελούν την εξαθλίωσή μας κάνοντας μια χλιδάτη ζωή και απολαμβάνοντας παχουλούς μισθούς και προνόμια. Οι αληθινοί ηγέτες, όμως, ξέρουν πως δια του παραδείγματος εμπνέουν και κερδίζουν. Είναι σαν κάποιος να ψάχνει να του δουλεύει κάποιος εργατικά όταν ο ίδιος κάθεται όλη μέρα με το ένα πόδι πάνω στο άλλο και ζει παρασιτικά, ως άλλος «χαραμοφάης», όπως λέει η λαϊκή έκφραση τον τεμπέλη και εκμεταλλευτή γιο του πλούσιου πατέρα.
Κάποια φορά, όμως, έρχεται και ξυπνά ο λαός που ως τώρα συστηματικά τρώει «κουτόχορτο». Και δεν θέλει να φάει πλέον ό,τι του σερβίρουν, καθώς είναι προφανές ότι αργά, αλλά μεθοδευμένα δηλητηριάζει την ύπαρξή του. Και εξεγείρεται από τον ύπνο και σηκώνει ανάστημα και με μια φωνή, αυτή του αδικημένου και του μπουχτισμένου, βροντοφωνάζει, δεν ψιθυρίζει πλέον, δεν κάνει απλώς σχόλια στα κοινωνικά δίκτυα εκ του ασφαλούς. Ζητά πρωτίστως ηγέτη, ζητά γνήσιους, ορθόδοξους Έλληνες πατριώτες πολιτικούς. Γιατί αυτή είναι η θρησκεία μας, όσο κι αν θέλουμε να το ξεχάσουμε. Αυτή είναι η κληρονομιά μας όσο και αν νομίζουμε πως ήμαστε προχωρημένοι δυτικοευρωπαίοι. Πολλοί αρέσκονται στους ξενόφερτους Θεούς, άλλοι είναι άθεοι ή μηδενιστές κι άλλοι προτιμούν να λατρεύουν τους φανταστικούς Θεούς της αρχαιότητας. Όλη η ανθρωπότητα μετράει τους αιώνες σε Προ Χριστού και Μετά Χριστό κι εμείς, οι Έλληνες με την πλούσια ορθόδοξη κληρονομιά και με μια θρησκεία ικανή να μετακινήσει βουνά προτιμούμε να ήμαστε αρεστοί σε ξενόφερτους πληθυσμούς, ενίοτε και σε παθογόνες μειονότητες για να μη θίξουμε τα αλλότρια συμφέροντα και εναντιωθούμε στο στρεβλό προβάλλοντας και υψώνοντας την αλήθεια, το ορθό. Κατάντια και αισχύνη όλων μας. Όσοι δεν αρέσκονται στη χώρα μας, τη θρησκεία και τις συνήθειές μας μπορούν απλά να γυρίσουν πίσω στις χώρες τους ή αν είναι Ελληνικής καταγωγής να μεταναστεύσουν, να πάνε να βρουν αλλού τον τόπο που θα τους βοηθήσει να ζήσουν τα ιδανικά τους. Η πατρίδα μας είναι η Ελλάδα, φτιάχτηκε για να κατοικείται από Έλληνες και από ξένους που την αγαπούν για αυτό που είναι κι όχι για ό,τι αυτοί θέλουν να φέρουν. Ο τόπος μας είναι ιερός, από το χώμα που πατάμε μέχρι τον αέρα που αναπνέουμε. Κι εμείς, απόγονοι εκείνων που μας άφησαν πολλά, ανεκτίμητα κειμήλια που οφείλουμε, όχι μόνο να περιφρουρήσουμε για εμάς και τα παιδιά μας, αλλά και γιατί κάποτε θα δώσουμε λόγο σε Αυτόν που μας φύλαξε από ένα σωρό εχθρούς και έξωθεν σφετεριστές του τόπου μας.
Ήρθε η στιγμή, λοιπόν, ο λαός αυτός να αναζητήσει τον ηγέτη του, τους γνήσιους κοινωνικούς λειτουργούς του εκεί που υπάρχουν, κρυμμένοι ως πολύτιμα διαμάντια. Σαν καλοί «εργοδότες» που αγαπούν την «επιχείρησή» τους, πρέπει να ψάξουν για το κατάλληλο διοικητικό και λοιπό «προσωπικό». Ειδάλλως, η «επιχείρηση» σύντομα θα βάλει «λουκέτο» και θα περάσει σε νέα διαχείριση. Και από εκεί που ήμασταν κράτος θα γίνουμε, απλή, αποικία. Και θα έχουμε εδώ ένα σωρό κύριους να μας διατάσσουν ως δούλους. Κάποιους που δεν αγαπούν ούτε πρόκειται να αγαπήσουν τον τόπο μας, την ιστορία του, τα ιερά και όσιά του όπως εμείς. Κάποιοι, κάποτε, φώναξαν ένα βροντερό «ΟΧΙ» στην ξένη κυριαρχία, στην υποδούλωση του λαού. Τώρα ήρθαν οι εποχές που κάποιοι είναι ικανοί να πουλήσουν και τη μάνα τους για λίγα ευρώ! Οι δικές μας γενιές ξεχνούν ότι θα δώσουν λόγο στους νεότερους, στην ιστορία, στο Θεό τον ίδιο. Δεν έχουν φωνή, κάποιοι δεν φαίνεται να έχουν καν αφτιά. Αλλά όποιος έχει αφτιά για να ακούει, ας ακούσει. Ίσως υπάρχει ακόμα ελπίδα σωτηρίας.