Ντροπιαστική ἀντιμετώπιση ἥρωα τοῦ 1821 ἀπό τό ἑλληνικό κράτος

Αυτόs που στη μάχη στα Δερβενακια έσπασε 3 σπαθιά πολεμώνταs και το τέταρτο δεν μπορούσαν να το ξεκολήσουν απο το χέρι του -καθώs είχε πάθει αγκίλωση.

Αυτόs που αρνήθηκε να του προσφερθούν μέροs των λαφύρων (απο τη μάχη τηs Τρίποληs) και μετά απο πιέσειs δέχτηκε μόνο ένα σπαθί (το οποίο και πρόσφερε για τον έρανο στη πολιορκία του Μεσολογγίου).

Αυτόs που σαν τον ρωτάγανε τι θέλει να του προσφέρουν για τουs αγώνεs του αξιώματα, λάφυρα, χρήματα, απαντούσε: «τίποτα, μόνο να δώ τη πατρίδα μου λεύτερη».

Αυτόs που το 1839 μπήκε στη φυλακή -κατηγορούμενοs ωs αντιπολιτευόμενοs τον Όθωνα (ωs πρόεδροs τηs φιλορωσικήs Φιλορθοδόξου Εταιρείαs), αθωώθηκε το 1840, αλλά παρέμεινε στην ανηλιαγη και υγρη φυλακή τηs Αίγιναs για άλλο ένα χρόνο χωρίs κατηγορίεs, αλλά για να εξασφαλιστεί η Βαυαρική μαs ευωχία.

Αυτόs που σαν βγήκε απο τη φυλακή και τον είδε η κόρη του μέσα στη »κόκκινη ενδυμασία του» -απο τα βασανιστήρια των δεσμοφυλάκων του- τηs σάλεψε το μυαλό και αποτρελάθηκε.

Αυτόs που τυφλωμένοs απο διαβήτη και έχονταs χάσει τη περιουσία του(ένα κτήμα στο Άργοs), πένηs και δυστυχήs, σαν πήρε χάρη απο το βασιλιά,με παρέμβαση του Μακρυγιάννη του εξασφάλίστηκε »μία άδεια επαιτείαs» για να ελεημονείται κάθε Παρασκευή και μόνο -και όχι σε τόσο »προσοδοφόρο » θέση.

Αυτόs που την μέρα της κηδείας του και σαν το λείψανο του έβγαινε από τη φτωχοκαλύβα στον Πειραιά, οι συμπολεμιστές του που τον κρατούσαν δεν το εναπόθεσαν στο κάρο αλλά προσφέρθηκαν όλοι οι Έλληνες και από χέρι σε χέρι το Άγιο λείψανο του αγωνιστή έφτασε στον τάφο του. Και σαν ο νεκροθάφτηs στη πρώτη φτυαριά καταλάβε για ποιού το »σκήνωμα» φτυάριζε, λιποθυμούσε.

Ο Νικήτας Σταματελόπουλος (Νικηταράς), πεθαίνει στον Πειραιά στις 6 το πρωί της 25ης Σεπτεμβρίου του 1849, σε ηλικία 68 ετών, πάμφτωχος. Τυφλός, σχεδόν «φρενοβλαβήs». Aπο την »περιποίηση» που έτυχε απο την »επίσημη Ελλάδα». Ο Νικηταράς πέθανε εγκαταλελειμμένος -όχι μονο- από το νεοσύστατο ελληνικό κράτος υπό την Βαυαρικη εποπτεία, αλλά και από το σύγχρονο καθώς τα «άγια «οστά του χάθηκαν από το ταφικό του μνημείο στο νεκροταφείο (από αμέλεια του Δήμου).

Ο εξαιρετικόs ρέκτηs τηs ιστορίαs Stefanos Milesis γράφει…

Στην μεγάλη νίκη των Ελλήνων στα Δερβενάκια τον Ιούλιο του 1822 οι Οθωμανοί έτρεξαν να γλιτώσουν προς την Κόρινθο. Ο Νικηταράς τους κυνήγησε μέχρι ένα σημείο και ύστερα κουρασμένος από τη μάχη επέστρεψε πίσω στο ταμπούρι του. Εκεί άκουσε βογγητά. Πλησίασε και είδε έναν Αλβανό που είχε πολεμήσει με την πλευρά των Τούρκων. Ένα βόλι τον είχε βρει στη μέση και ήταν σχεδόν παράλυτος. Μόλις αυτός είδε τον Νικηταρά να τον πλησιάζει, του ζήτησε να του πάρει το κεφάλι για να γλιτώσει από τους αφόρητους πόνους. Ο Νικηταράς τότε του απάντησε «Ορέ είμαι πολεμιστής και όχι δήμιος» και αφού τον σήκωσε στους ώμους κίνησε για το ελληνικό στρατόπεδο όπου θα μπορούσε να του δοθεί κάποια βοήθεια. Ο Αλβανός φυσικά δεν γνώριζε ποιος ήταν εκείνος που τον βοηθούσε. Στον δρόμο όμως, καθώς ο Νικηταράς προχωρούσε πολλοί σταματούσαν και εξέφραζαν τον θαυμασμό τους καθώς τον αναγνώριζαν. Τότε ο Αλβανός κατάλαβε ότι βρισκόταν στους ώμους του Νικηταρά του Τουρκοφάγου του οποίου η φήμη είχε απλωθεί σε όλα τα στρατόπεδα των Οθωμανών.Πέρασε λίγη ώρα και ο Νικηταράς ένιωσε στο σβέρκο του την κρυάδα από τη λάμα ενός μαχαιριού. Τότε έκανε μια ξαφνική κίνηση και πέταξε τον Αλβανό από πάνω του. Τον είδε καταγής με το μαχαίρι στο χέρι. «Ορέ δεν είσαι μπεσαλής» του λέει «εγώ θέλω να σε γλιτώσω και εσύ τυράς να με σκοτώσεις;». Όχι του λέει ο Αλβανός. Δεν ήθελα να σε σκοτώσω αλλά έκοψα μια τούφα από τα μαλλιά σου για να έχω να λέω ότι με έσωσε ο τρομερός Νικηταράς. Και σηκώνοντας το άλλο του χέρι του έδειξε μια τούφα μαλλιά που πραγματικά είχε κόψει. Ο Αλβανός ύστερα από λίγες ώρες πέθανε αλλά πριν ξεψυχήσει έδωσε την τούφα από τα μαλλιά του Νικηταρά στον Γιατράκο ο οποίος με τη σειρά του αργότερα την έδωσε στον Ελβετό Μπετάν.

Ο Νικηταράς μεταφέρει πληγωμένο αντίπαλό του στην μάχη στον ιατρό

Οι αδελφοί Φυτάλη εντυπωσιασμένοι από αυτήν την ιστορία την αναπαράστησαν σε γλυπτό. Το φιλοτέχνησαν σε μάρμαρο και το παρουσίασαν στην έκθεση του Αγώνα του 1884. [] Κοινωνώ τη Μνήμη σου Άγιε Νικήτα Σταματελόπουλε. (Από Axtenisto Kadaifi)

Σημείωση: Ο γλύπτης Λάζαρος Φυτάλης (Ιστέρνια Τήνου 1831-1909), που φιλοτέχνησε τον ανδριάντα του πατριάρχου του Γρηγορίου του Ε΄ (στο Πανεπιστήμιο Αθηνών), τις προτομές του Κωνσταντίνου Κανάρη και του Γεωργίου Καραϊσκάκη, τον ανδριάντα του Διονυσίου Σολωμού (στη Ζάκυνθο), που αναστήλωσε τον «Λέοντα της Χαιρωνείας» (μαζί με τον Λάζαρο Σώχο) και συμπλήρωσε τον «Ταύρο του Κεραμεικού»… πέθανε πάμφτωχος (όπως και ο Νικηταράς!!!) στο Πτωχοκομείο της Αθήνας το 1909…

Πηγές: Η παράξενη πληροφορία της ημέρας | Αρχείον Πολιτισμού

Απάντηση

Subscribe without commenting

  • Κέρασμα

    Τί είναι ελευθερία;
    Συνήθως χρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη, για να δηλώσουμε την ικανότητα επιλογής ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες δυνατότητες. Είμαστε ελεύθεροι να έρθουμε ή όχι σ' αυτή τη διάλεξη· είμαστε ελεύθεροι να ψηφίσουμε αυτό ή το άλλο κόμμα, κ.λπ. Άλλα αυτή είναι σχετική καί όχι απόλυτη ελευθερία. Περιορίζεται από τις δυνατότητες πού μας δόθηκαν. Καί ακριβώς αυτό το δεδομένο (αυτό πού μας δόθηκε) αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για την ελευθερία. Γιατί να επιλέγω ανάμεσα σε ό,τι μου δόθηκε, καί να μην είμαι ελεύθερος να δημιουργήσω τις δικές μου δυνατότητες; Μπορείτε να δείτε πώς το ερώτημα της ελευθερίας καί το ερώτημα της δημιουργίας εκ του μηδενός, είναι αλληλένδετα: αν κάποιος δημιουργεί με υλικό πού του δόθηκε, είναι δεσμευμένος από το υλικό αυτό αν όμως δημιουργεί εκ του μηδενός, τότε είναι ελεύθερος με την απόλυτη έννοια του ορού.
    - Επίσκοπος Περγάμου Iωάννης Ζηζιούλας
  • Αρέσει σε %d bloggers: