Φθινοπωρινά Σινιάλα

Φθινοπωρινή μελαγχολία

Δρόσισαν πια τα βραδάκια στη βεράντα
δεν είναι να μένεις μέχρι αργά.
Κι’ η θάλασσα στο βάθος απόμακρη
Σαν να μην την αγγίξαμε ποτέ…

Οι σκόρπιες εφημερίδες στο τραπέζι
σαλεύουν στα φθινοπωρινά σινιάλα
κι’ οι μικροί ανεμόμυλοι στις γλάστρες με τους κάκτους έχουν τρελαθεί!
Τακτοποιώ τα καλοκαιρινά μου λάφυρα
στα γυάλινα βάζα
προσέχοντας μη σπάσει ο μικρός ιππόκαμπος
και τ’ αυτιά της Αφροδίτης.
Κοχύλια,βότσαλα,μεγάλα και μικρά
άσπρα,μαύρα και χρωματιστά
τ’ αραδιάζω με σπουδή στο περβάζι.
Πόσα καλοκαίρια χωράνε σ’ ένα σπίτι!
Αν είχαν στόμα…

Παίρνω μέσα τις ψάθινες καρέκλες.
Μάζεψε και τα μαξιλάρια απ’ το πεζουλάκι.
Έρχεται βροχή…

Νόνη Σταματέλλου

6 σκέψεις σχετικά με το “Φθινοπωρινά Σινιάλα

  • Σεπτέμβριος 27, 2009, 6:25 μμ
    Permalink

    Πολύ γλυκό! Πολύ ωραίο! Καλό περασμα στο χειμώνα να χουμε με περισσότερες κ ομορφότερες εμπειρίες!

    Σχολιάστε
  • Σεπτέμβριος 28, 2009, 4:52 μμ
    Permalink

    ευχαριστούμε…
    τόσο αυτονόητο και δοσμένο τόσο μοναδικά και με ‘καινούριο΄ τρόπο………..
    Δυστυχώς: «έρχεται βροχή…»

    Σχολιάστε
  • Σεπτέμβριος 28, 2009, 5:19 μμ
    Permalink

    Ευτυχώς, βρε!

    Μια βροχή, μια βροχή θα μας σώσει… που έλεγε και το τραγούδι!

    😀

    Σχολιάστε
  • Σεπτέμβριος 28, 2009, 10:50 μμ
    Permalink

    ΠΟΣΑ ΦΘΙΝΟΠΩΡΑ ΧΩΡΑΝΕ ΣΕ ΜΙΑ ΨΥΧΗ?
    ΤΕΛΙΚΑ Ο ΑΣΤΕΡΙΑΣ ΔΕΝ ΕΦΕΡΕ ΓΟΥΡΙ…

    Σχολιάστε
  • Σεπτέμβριος 28, 2009, 10:54 μμ
    Permalink

    Πολύ ωραίο ποίημα, πολύ όμορφα δοσμένο!

    Σχολιάστε
  • Σεπτέμβριος 29, 2009, 4:07 μμ
    Permalink

    27 TOY ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ

    ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ έστω και καθυστερημένα
    για τα γενέθλια σου

    Σχολιάστε

Απάντηση

Subscribe without commenting

  • Κέρασμα

    Ένας άνδρας ζούσε με τον γιο του και το πολυτιμότερο αγαθό τους, ένα άλογο. Μια μέρα το άλογο εξαφανίστηκε. Όταν οι συγχωριανοί πήγαν να τον παρηγορήσουν, εκείνος τους ρώτησε πώς ήξεραν ότι αυτό που συνέβη ήταν κακοτυχία. Μετά κάμποσο καιρό το άλογο επέστρεψε μαζί με ένα κοπάδι άγρια άλογα. Ο άνδρας είχε γίνει ξαφνικά πλούσιος. Ήρθαν ξανά οι συγχωριανοί και αυτήν τη φορά τον συνεχάρησαν για την καλή του τύχη. Εκείνος τους απάντησε ξανά με μια ερώτηση: «Πώς ξέρετε ότι πρόκειται για καλοτυχία;» Όταν ο γιος του άρχισε να καβαλάει τα άλογα, ένα από αυτά τον πέταξε κάτω και έσπασε το πόδι του. Το πόδι θεραπεύτηκε αλλά το οστό έδεσε στραβά και ο γιος έμεινε κουτσός. Ξανά οι χωρικοί επισκέφθηκαν τον άνδρα για να τον παρηγορήσουν για το κακό που βρήκε την οικογένειά του, και ο άνδρας τούς ρώτησε πώς ήξεραν ότι αυτό που συνέβη ήταν κακό. Όταν ξέσπασε πόλεμος στη χώρα και όλοι οι νέοι πήγαν στο μέτωπο, ο κουτσός γιος δεν εκλήθη για στρατιώτης και έμεινε στο σπίτι του ασφαλής».
    - Anonymous
  • Αρέσει σε %d bloggers: